Δήλωση για τη ΝΔ
Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει ακόμα και σήμερα να δίνει διαπιστευτήρια υποταγής στους ακραίους κύκλους των δανειστών.
Αφού γύρισε την πλάτη στους χαμηλοσυνταξιούχους, αρνούμενη να ψηφίσει την ενίσχυσή τους, συνεχίζει να κρύβεται πίσω από τις θέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Επιμένει να μην απαντά ποια είναι τελικά η θέση της για τα παράλογα μέτρα 4,2 δις. ευρώ που ζητά το ΔΝΤ.
Η μονογραφή αλλά και η υπογραφή ενός τέταρτου Μνημονίου αποτελεί τον διακαή πόθο της ΝΔ και του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος διατυμπανίζει με θράσος τη δέσμευσή του πως όχι μόνο θα εφαρμόσει στο σύνολό του το πρόγραμμα διάσωσης, αλλά θα προσθέσει και περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Δυστυχώς για τον ίδιο αλλά ευτυχώς για τη χώρα και τους πολίτες, θα παραμείνει μόνο διακαής πόθος.
Η ΝΔ αντί να μιλά για μία ανύπαρκτη συμφωνία για υψηλά πλεονάσματα, θα έπρεπε να ζητά συγγνώμη από τον ελληνικό λαό και να κάνει αυτοκριτική για τα του οίκου της.
Ο κ. Κικίλιας ξεχνά να μιλήσει για πράγματα, τα οποία όμως ο λαός θυμάται.
Ξεχνά να μιλήσει για τα 30 δις. ευρώ μέτρα που πήρε η κυβέρνηση Σαμαρά από το 2012 μέχρι και το 2014.
Ξεχνά τη συνολική ύφεση 25% που έφεραν οι πολιτικές τους στην ελληνική οικονομία.
Ξεχνά την εκτόξευση της ανεργίας στο 27%.
Ξεχνά την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας επί των ημερών ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Ξεχνά την γενικευμένη φοροδιαφυγή και τα δεκάδες σκάνδαλα.
Είναι προφανές πως η ΝΔ επιδιώκει την αποτυχία των διαπραγματεύσεων, για να παλινορθωθεί το χρεωκοπημένο πολιτικό σύστημα που έφερε την ελληνική κοινωνία στο χείλος του γκρεμού.
Με τη στάση της η ΝΔ δεν βλάπτει την κυβέρνηση αλλά υπονομεύει την ίδια τη χώρα.
Η χώρα όμως δεν θα παραδοθεί βορά στο αντικοινωνικό μένος της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Τελευταίο σχόλιο:
Η ελληνική κυβέρνηση έχει σοβαρότερα ζητήματα να ασχοληθεί από το χαρτοπόλεμο της Νέας Δημοκρατίας. Συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και να διαπραγματεύεται για να επιτύχει το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης χωρίς τη νομοθέτηση πρόσθετων μέτρων για μετά το 2018 και με την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Ώστε το 2018 να κλείσει ο κύκλος της επιτροπείας που τροφοδότησαν οι πολιτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και το 2019 οι πολίτες να κρίνουν.
Εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη στην εκπομπή «ERT FOCUS»
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
→ Το κλίμα στην Ευρώπη για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης είναι θετικό. Το ερώτημα είναι: Η Νέα Δημοκρατία στηρίζει τη μάχη της Κυβέρνησης για το κλείσιμό της χωρίς νέα μέτρα;
→ Η Γερμανία ζητά το αδύνατο: Και το ΔΝΤ εντός προγράμματος και καμία ρύθμιση για το χρέος. Όμως θα βρεθεί και πάλι λύση όπως ακριβώς και τις προηγούμενες φορές.
→ Το μόνο που απομένει για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης είναι να βρεθεί το σημείο ισορροπίας σε σχέση με τις μονομερείς απαιτήσεις του ΔΝΤ.
→ Οι πολίτες αναγνωρίζουν ότι μετά από μια δύσκολη συμφωνία είχαμε την τιμιότητα να διεκδικήσουμε νέα εντολή για διαρκή πολιτική διαπραγμάτευση.
→ Το κρίσιμο είναι η ανάκαμψη να ωφελήσει τους πολλούς. Η διασφάλιση για παράδειγμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων θα ωφελήσει τους εργαζόμενους.
→ Στόχος της ΝΔ είναι μια ειδική οικονομική ζώνη στη χώρα μέσω της μείωσης της φορολογίας στις μεγάλες επιχειρήσεις και το κόψιμο των δαπανών για το κοινωνικό κράτος.
→ Η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού των δεκαετιών του ’90 και ’00 έχει παρέλθει. Το πολιτικό επίδικο είναι αν η αμφισβήτησή του θα έχει προοδευτικό ή συντηρητικό πρόσημο.
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Για τις χθεσινές τρομοκρατικές επιθέσεις:
«Για άλλη μια φορά η Ευρώπη βρίσκεται στο έλεος του τρόμου, αλλά δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον πανικό να γίνει αυτή τη στιγμή σύμβουλος. Αυτό το οποίο πρέπει να πράξουν όλες οι πολιτικές ηγεσίες και από ό,τι φαίνεται μέχρι στιγμής το πράττουν, είναι να είναι ψύχραιμες για να μπορέσουμε να δούμε ποιες είναι οι αιτίες, ποιοι κρύβονται πίσω από τα χτυπήματα, εφόσον και στο Βερολίνο φαίνεται όλοι να μιλούν για τρομοκρατικό χτύπημα. Περιμένουμε με ψυχραιμία και να ευχηθούμε να μην έχει συνέχεια αυτός ο σημερινός εφιάλτης»
Για την ενίσχυση στους χαμηλοσυνταξιούχους:
«Είναι ένα εφάπαξ επίδομα στους χαμηλοσυνταξιούχους, το οποίο λέμε ότι αποτελεί την 13η σύνταξη για το 2016 και στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι στο βαθμό που θα έχουμε τις δημοσιονομικές δυνατότητες το 2017 και το 2018 να επαναλάβουμε την κίνηση αυτή, να γίνει κάτι τέτοιο ξανά, εφόσον βεβαίως υπάρξει η δυνατότητα να υπερβούμε τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα, κατά το ποσό που τους υπερέβημεν φέτος. Σας λέω ότι έγινε μια κίνηση, η οποία ήταν κίνηση ελάχιστου καθήκοντος από τη δική μας μεριά. Δηλαδή, να προσπαθήσουμε αυτό το οποίο καταφέραμε να πετύχουμε με σκληρή δουλειά, την υπεραπόδοση των εσόδων, να την αναδιανείμουμε σε κοινωνικές ομάδες, σε κοινωνικά στρώματα, τα οποία, τα τελευταία έξι-επτά χρόνια, επλήγησαν βαρύτατα από την οικονομική κρίση, αλλά και από την πολιτική των μνημονίων. Νομίζω ότι ήταν, όπως σας είπα προηγουμένως, μια κίνηση ελάχιστου καθήκοντος. Και το προβληματικό -αν θέλετε- τουλάχιστον είναι ότι αυτή η κίνηση δεν βρήκε τη στήριξη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μάλιστα με έναν –θα έλεγε κανείς- περίεργο τρόπο. Δηλαδή, ενώ στην αρχή η Ν.Δ. είχε πει ότι θα ψηφίσει το συγκεκριμένο μέτρο, ξαφνικά, μέσα σε μια νύχτα, για λόγους που μπορούμε να συζητήσουμε στη συνέχεια, άλλαξε την απόφασή της και τελικά κατέληξε στο «παρών» στην ψηφοφορία»
Για την αναστολή της αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά και για τη χρονική διάρκεια του μέτρου:
«Μιλάμε κατά κύριο λόγο για νησιά, τα οποία έχουν υποστεί το βάρος της προσφυγικής κρίσης. Μιλάμε για νησιά τα οποία έχουν προβλήματα σε ό,τι αφορά την οικονομική δραστηριότητα εξαιτίας της μείωσης της τουριστικής κίνησης και τα οποία θεωρήσαμε ότι ήταν αναγκαίο να μην επιβαρυνθούν με τον επιπλέον ΦΠΑ, ο οποίος προβλεπόταν στη συμφωνία του Ιουλίου-Αυγούστου 2015 για μετά την 1/1/2017»
«Μια νομική διάταξη δεν μπορεί να έχει αόριστο χρόνο. Την κάνεις για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, για ένα έτος και στη συνέχεια, εάν δούμε ότι η προσφυγική κρίση συνεχίζεται, ότι υπάρχουν δημοσιονομικές δυνατότητες και βεβαίως ότι δεν έχει επανέλθει η οικονομική δραστηριότητα στα συγκεκριμένα νησιά στην προηγούμενη κατάσταση, προφανώς θα περάσουμε σε μια νέα αναστολή. Και να ξέρετε ότι, τουλάχιστον επί της ουσίας του θέματος, δεν υπάρχει και καμία διαφωνία εκ μέρους των ευρωπαϊκών θεσμών, αλλά και όλων όσοι συμμετέχουν στη διαπραγμάτευση σε σχέση με το μέτρο αυτό»
Για τις αντιδράσεις των θεσμών στις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού:
«Η συμφωνία του Αυγούστου του 2015 λέει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να παίρνει αποφάσεις, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν τέτοια δημοσιονομική επίπτωση που θα οδηγήσει σε εκτροχιασμό του προγράμματος. Η συγκεκριμένη πολιτική απόφαση που πήρε η κυβέρνηση, κατά την ομολογία όχι της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά του συνόλου των θεσμών, δεν δημιουργεί πρόβλημα δημοσιονομικό, ούτε στο 2016, ούτε στο 2017, ούτε στο 2018»
«Έχουμε μια κυρίαρχη απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία δεν επηρεάζει την πορεία του προγράμματος. Αντιθέτως, αποτελεί το ελάχιστο που μπορούσε να κάνει η ελληνική κυβέρνηση με δεδομένους τους δημοσιονομικούς περιορισμούς της συμφωνίας και την αξιωματική αντιπολίτευση, αντί να στηρίξει τη συγκεκριμένη απόφαση, να προστρέξει να στηρίξει την πιο ακραία και την πιο αυστηρή στάση ενός εκ των δανειστών. Για ποιο λόγο; Διότι επιθυμεί διακαώς να αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις. Αυτό φαίνεται με τη μεγαλύτερη δυνατή καθαρότητα. Η Ν.Δ. δεν επιθυμεί, αυτή τη στιγμή, να έχουμε μια καλή πορεία και μια θετική εξέλιξη των διαπραγματεύσεων. Αντιθέτως, επιθυμεί τον εκτροχιασμό του προγράμματος. Και ακριβώς αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τρέχει και συντάσσεται για άλλη μια φορά με τους πλέον ακραίους από τους δανειστές»
«Η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει το πρόγραμμα, πετυχαίνει ένα δύσκολο πρόγραμμα, πετυχαίνει τους στόχους. Για πρώτη φορά βρισκόμαστε σε μια κατάσταση, όπου όχι απλώς πετυχαίνουμε τους στόχους, αλλά υπεραποδίδουν τα έσοδα. Και αυτή η προσπάθεια οδηγεί και στη δυνατότητά της, χωρίς κίνδυνο, να μπορέσει να αναδιανείμει τους πόρους τους οποίους έχει στη διάθεσή της»
Για το αν ήταν ενήμεροι οι θεσμοί για τις εξαγγελίες:
«Οι θεσμοί γνώριζαν ότι επιθυμούμε την υπεραπόδοση των εσόδων να την αναδιανείμουμε με κοινωνικό τρόπο. Από εκεί και πέρα, δεν υπήρξε συζήτηση για τις λεπτομέρειες των αποφάσεων τις οποίες τελικώς πήραμε. Η ελληνική κυβέρνηση ενημέρωσε για τις προθέσεις της. Από εκεί και πέρα, δεν ενημέρωσε σε ό,τι αφορά τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις. Θεωρούμε ότι ο τρόπος με τον οποίο έδρασε η ελληνική κυβέρνηση είναι απολύτως εντός προγράμματος. Είναι απολύτως δικαίωμα της ελληνικής κυβέρνησης να κάνει όλα όσα έκανε. Και αυτό σας λέω ότι αποτυπώνεται και στην έκθεση που έχουν κάνει οι θεσμοί για το συγκεκριμένο μέτρο, παρά την αυστηρή γλώσσα»
Για το αν οι δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων και του εκπροσώπου του κ. Ντάισελμπλουμ, διαμορφώνουν αρνητικό κλίμα και ανησυχία για την Ελλάδα:
«Αυτό εξαρτάται από το πού επιλέγει κανείς να εστιάσει. Επιλέγει να εστιάσει στο ερώτημα που έθεσε το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών ή στην πλειάδα δηλώσεων που έγιναν κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής από Επιτρόπους, από Ευρωπαίους αξιωματούχους, από τον κ. Μοσκοβισί, από τον κ. Σαπέν, από τον κ. Ολάντ, από τον κ. Πιτέλα […]»
«Αυτή τη στιγμή, το κλίμα που επικρατεί στην Ευρώπη είναι ένα κλίμα στήριξης των προσπαθειών που κάνει η ελληνική κυβέρνηση. Είναι ένα κλίμα θετικό σε ό,τι αφορά την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Είναι ένα κλίμα θετικό σε ό,τι αφορά τη δυνατότητά μας να κλείσουμε την αξιολόγηση το δυνατόν συντομότερα. Το προβληματικό είναι ότι υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, αλλά και δημοσιογραφικοί όμιλοι, οι οποίοι επιλέγουν διαρκώς να εστιάζουν στις δηλώσεις των πιο σκληρών εκ των δανειστών, δημιουργώντας μάλιστα ένα κλίμα το οποίο είναι διαστρεβλωτικό της πραγματικότητας»
Για τα σενάρια που αναφέρονται στη μη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης:
«Κατά τον ίδιο τρόπο που φώναζαν για καιρό ότι δεν πρόκειται να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση, ότι θα πέσει η κυβέρνηση, ότι η ελληνική οικονομία καταστρέφεται, ότι τα πράγματα πηγαίνουν διαρκώς από το κακό στο χειρότερο και τελικά διαψεύστηκαν επανειλημμένα, κατ΄ εξακολούθηση, κατά τον ίδιο τρόπο αυτές οι φωνές της καταστροφολογίας, της κινδυνολογίας, του μη σεβασμού στις προσπάθειες που κάνει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας για να ανταπεξέλθει στα, πραγματικά, πολύ μεγάλα βάρη της κρίσης, και αυτή τη φορά θα πέσουν στο κενό»
Για τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα θέματα της διαπραγμάτευσης:
«Θα έπρεπε, τουλάχιστον, να υπάρχει μια συνολική συμφωνία. Για παράδειγμα, για το γεγονός ότι πρέπει να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, χωρίς νέα μέτρα τα οποία ζητά το ΔΝΤ. Και το ερώτημα που τίθεται είναι: η κυβέρνηση δίνει αυτή τη στιγμή έναν πολιτικό αγώνα, ένα διαπραγματευτικό αγώνα. Να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, χωρίς νέα μέτρα από το ΔΝΤ. Η Ν.Δ., όπως κι αν ορίζει κανείς το δημόσιο συμφέρον, θα πρέπει να τοποθετηθεί για το εάν και κατά πόσο θεωρεί ότι είναι ορθή η μάχη που δίνει αυτή τη στιγμή η ελληνική κυβέρνηση ή όχι. Όπως και να ορίζει κανείς το δημόσιο συμφέρον, δεν μπορεί να αποδεχθεί, κατά τη γνώμη μου, ότι θα πρέπει να υπάρξει μια νέα επιβάρυνση και μάλιστα για το 2019»
«Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι συμφωνεί με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις του ΔΝΤ, είπε ότι η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς, είπε μια σειρά από πράγματα. Εν πάση περιπτώσει, εγώ τα αφήνω αυτά, γιατί αυτά έχουν να κάνουν με τη σύγκρουση Αριστεράς-Δεξιάς. Έχουν να κάνουν με τη σύγκρουση της μιας αριστερής πολιτικής αντίληψης και μιας φιλελεύθερης πολιτικής αντίληψης. Αυτά, βεβαίως, να ακούγονται. Ο λαός ακούει, κρίνει, συγκρίνει προγράμματα, συγκρίνει πολιτικές. Εγώ αυτό το οποίο ρωτώ είναι αν ο κ. Μητσοτάκης συμφωνεί ή δεν συμφωνεί με την προσπάθεια που κάνει αυτή τη στιγμή η ελληνική κυβέρνηση να μην υπάρξουν εκ νέου μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, όπως ζητά το ΔΝΤ. Δεν μιλώ, αυτή τη στιγμή, για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Δεν μιλώ για τις ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. Δεν μιλώ για το μείγμα πολιτικής των δημοσιονομικών μέτρων. Μιλώ για κάτι πολύ συγκεκριμένο: 4,2 δις ζητά το ΔΝΤ για το 2019. Η Ν.Δ. τι λέει ως προς τον αγώνα που δίνει, αυτή τη στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση;»
Για τη διαπραγμάτευση, τις δεσμεύσεις της χώρας και τη στάση του ΔΝΤ:
«Το είπε και ο κ. Ντομπρόφσκις σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή της Κυριακής» ότι κανονικά οι διαφορές αυτές είναι τέτοιες που θα μπορούσαν να γεφυρωθούν πάρα πολύ γρήγορα. Ωστόσο, υπάρχει ο σκόπελος της στάσης του ΔΝΤ. Εδώ, δεν μιλάμε για ένα πρόβλημα το οποίο αφορά την Ελλάδα ή στη σχέση της με τους δανειστές. Εδώ μιλάμε για μια πλανητικού χαρακτήρα απόφαση: αν το ΔΝΤ θα συνεχίσει ή δεν θα συνεχίσει να συμμετέχει στα προγράμματα των χωρών της Ευρωζώνης. Το να εστιάζουμε για αντιπολιτευτικούς λόγους, μικροκομματικούς λόγους, τη συζήτηση στην πιθανή ευθύνη της κυβέρνησης για το αν και κατά πόσο δεν κλείνει η αξιολόγηση, επειδή το ΔΝΤ ζητά αυτά, είναι εντελώς διαστρεβλωτικό της πραγματικότητας. Δεν έχει καμία σχέση με όσα τεκταίνονται, αυτή τη στιγμή, στο σύνολο των οικονομιών του δυτικού κόσμου»
«Το ΔΝΤ οφείλει κάποια στιγμή να απαντήσει για το τι ακριβώς θέλει να κάνει με το ελληνικό πρόγραμμα. Εάν αυτό θα είναι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση ή θα είναι μετά το κλείσιμό της, αυτό είναι θέμα το οποίο απασχολεί κατά κύριο λόγο ή πρέπει να απασχολεί το ΔΝΤ»
«Δεν συζητάμε αυτό (σ.σ. την αποχώρηση του ΔΝΤ). Εμείς αυτό το οποίο συζητάμε είναι: τον τρόπο με τον οποίο θα βρεθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας, ένας συμβιβασμός, ο οποίος θα δώσει τη δυνατότητα για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης χωρίς νέα μέτρα. Σας θυμίζω ότι το ΔΝΤ έμεινε στο πρόγραμμα και κατά τη διάρκεια της πρώτης αξιολόγησης, παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν υπέκυψε, όπως ζητούσε τότε η Ν.Δ. για να υπογράψουμε άρον-άρον, στις απαιτήσεις του για 3,6 δις μέτρα το 2018. Αντιθέτως, βρέθηκε ένας συμβιβασμός, ο οποίος δεν λέει κανείς ότι είναι εύκολος»
Για το αν υπάρχουν δεσμεύσεις της κυβέρνησης για την περίοδο πέραν του 2018:
«Έχει σημασία να ξεκαθαρίζουμε ορισμένα πράγματα, διότι φαίνεται ότι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η συζήτηση, που πετάγονται αριθμοί από εδώ, υποτιθέμενες δεσμεύσεις από κει, στην πραγματικότητα αυτό το οποίο κάνει είναι να απλώνει ένα σκοτάδι, μία ομίχλη, όπου στο τέλος κανένας δεν καταλαβαίνει τίποτα. Να ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, τα πράγματα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μία δέσμευση για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι το 2018 και από εκεί και πέρα το πρόγραμμα προβλέπει ότι θα συζητηθούν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, τα οποία, εάν παρθούν, θα συμπαρασύρουν προς τα κάτω και τα πρωτογενή πλεονάσματα. Αυτή τη στιγμή το πρόγραμμα δουλεύει με την παραδοχή, η οποία είναι υπό αίρεση, υπό αίρεση ότι δεν έχουν παρθεί ακόμη τα μακροπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Όταν λοιπόν ξεκινήσει η συζήτηση γι’ αυτά τα ζητήματα, θα ξεκινήσει και η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα»
«Αυτό, λοιπόν, το οποίο συζητείται αυτή τη δεδομένη στιγμή που μιλάμε, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, είναι: «Πιάνει η Ελλάδα τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018, σύμφωνα με τις προβλέψεις των δανειστών της;». Και υπάρχουν τρεις θεσμοί που λένε ότι «ναι, πιάνει 3,5% χωρίς να χρειαστούν νέα μέτρα». Δεν μιλάμε για το δημοσιονομικό κενό των 200 εκατομμυρίων το οποίο έχει προκύψει και το οποίο είναι πάρα πολύ εύκολα γεφυρώσιμο. Πιάνει λοιπόν τους στόχους η Ελλάδα το 2018. Σας ξαναλέω, ESM, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Κομισιόν συμφωνούν σ’ αυτό. Και από την άλλη μεριά, υπάρχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το οποίο λέει: «Με τα μέτρα τα οποία έχετε πάρει τώρα και σύμφωνα με τις προβλέψεις μου, δεν μπορείτε να πιάσετε 3,5% το 2018, αντιθέτως θα πιάσετε 1,5%». Αυτό δημιουργεί ένα δημοσιονομικό κενό, της τάξης του 2%. Γι’ αυτό τον λόγο, στην πρώτη αξιολόγηση για να υπάρξει μία πρόσθετη εγγύηση προς το ΔΝΤ, περάσαμε τη ρύθμιση για το δημοσιονομικό φρένο. Έτσι, το ΔΝΤ είπε: «Καλώς, δεν βάζω κώλυμα για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης». Κλείσαμε την πρώτη αξιολόγηση και όλα πήγαν έτσι όπως δεν θεωρούσε ότι θα πάνε η ΝΔ τότε, που κινδυνολογούσε, καταστροφολογούσε κατά τον ίδιο τρόπο όταν κινδυνολογούσε ότι η χώρα πηγαίνει στα βράχια, πηγαίνει στον γκρεμό. Το 2019 το ΔΝΤ λέει: «Σύμφωνα με τις προβλέψεις μου, δεν μπορείτε να πιάσετε το 3,5% που προβλέπεται αυτή τη στιγμή από το πρόγραμμα. Επομένως λέω, είτε θα πάμε σε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1,5%, άρα θα συζητήσουμε τώρα για τη ρύθμιση του χρέους μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα είτε, εάν δεν συζητήσουμε τώρα για μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα, θα αποδεχθώ το 3,5% που λένε οι Ευρωπαίοι, ωστόσο, για να το αποδεχθώ θα πρέπει να βγαίνουν και οι δικές μου προβλέψεις». Οι καταστροφολογικές προβλέψεις που κάνει το ΔΝΤ και οι οποίες να θυμίσω ότι έχουν πέσει όλες έξω, την τελευταία διετία τουλάχιστον. Για να μην μιλήσουμε για τις παλιότερες προβλέψεις του, που ήταν εντελώς διαφορετικού χαρακτήρα. Άρα, λοιπόν, σας λέω ότι αυτό το οποίο λέμε εμείς είναι ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή η δυνατότητα να βρεθεί ένας πολιτικός συμβιβασμός, μία ισορροπία που θα οδηγήσει στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, χωρίς νέα μέτρα. Και το ερώτημα που τίθεται σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις είναι, εάν υποστηρίζουν αυτή την πολιτική και διαπραγματευτική γραμμή που έχει η κυβέρνηση ή θεωρούν ότι θα πρέπει να κλείσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση (αλλά εάν το θεωρούν, πρέπει να το πουν) παίρνοντας τα μέτρα που ζητά το ΔΝΤ»
«Δεν υπάρχει περίπτωση να κλείσουμε τη β΄ αξιολόγηση δεχόμενοι τις απαιτήσεις του ΔΝΤ. Δεν θέλω να υπάρξει καμία παρεξήγηση σε σχέση με αυτό. Είναι απολύτως δεδομένο ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει αποδεκτά τα μέτρα τα οποία προτείνει το ΔΝΤ»
Για το ρόλο της Γερμανίας στις διαπραγματεύσεις:
«Η Γερμανία και το ΔΝΤ αυτή τη στιγμή έχουν έναν κρίσιμο ρόλο στη διαπραγμάτευση. Η Γερμανία ζητά κάτι το οποίο είναι αδύνατο: Και το ΔΝΤ εντός προγράμματος, αλλά και καμία ρύθμιση για το χρέος.
Αυτή η αντίφαση της πολιτικής γραμμής της Γερμανίας, είναι στην πραγματικότητα η αντίφαση που ακολουθεί από την αρχή του το ελληνικό πρόγραμμα. Σας λέω, λοιπόν, ότι, όπως βρέθηκε λύση όλες τις προηγούμενες φορές, οι συντριπτικά μεγαλύτερες πιθανότητες είναι πως θα βρεθεί λύση και αυτή τη φορά και πλέον θα μπούμε στην τελική ευθεία για την τελική έξοδο από το πρόγραμμα»
Για το αν υφίσταται η πιθανότητα ρήξης:
«Με βάση το κλίμα που διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, με βάση τις δηλώσεις των επιτρόπων, με βάση τις δηλώσεις όλων όσων εμπλέκονται στη διαπραγμάτευση για το ελληνικό ζήτημα, δεν έχουμε κανέναν λόγο να πιστεύουμε ότι οδηγούμαστε σε μία κατάσταση ρήξης. Σας ξαναλέω ότι, τουλάχιστον έτσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα, θα περιμένουμε να δούμε και τις εξελίξεις των επόμενων ημερών σε ό,τι αφορά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, για να έχουμε και μια πιο καθαρή εικόνα. Διότι εγώ δεν θέλω να προεξοφλήσω θετικές εξελίξεις κλπ. Αυτά μένουν να τα δούμε. Και να δούμε ποιος θα δικαιωθεί και ποιος δεν θα δικαιωθεί. Σας λέω, λοιπόν, ότι κατά την εκτίμησή μου θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις το επόμενο διάστημα και έχει προκύψει από το γενικό κλίμα ότι υπάρχει δυνατότητα ενός συμβιβασμού, ενός σημείου ισορροπίας, ο οποίος θα ευνοεί όλες τις πλευρές ή, εν πάση περιπτώσει, θα λύνει μια δύσκολη εξίσωση που έχουμε αυτή τη στιγμή μπροστά μας»
Για τα σενάρια που θέλουν την αξιολόγηση να κλείνει την Άνοιξη:
«Οι αξιολογήσεις μας για το πώς πρόκειται να κινηθούν τα πράγματα, να μην βασίζονται σε διαρροές, που γίνονται και για λόγους πολιτικής πίεσης, διαπραγματευτικής πίεσης, καθώς όταν βρισκόμαστε στην τελική ευθεία καταλαβαίνετε ότι η συζήτηση ανάβει απ’ όλες τις πλευρές, γιατί τελικά φαίνεται ότι κοντεύουμε σε ένα σημείο ισορροπίας»
«Περιμένουμε τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά το ζήτημα που έχει προκύψει με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, που δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι δεν θα έχουμε θετική εξέλιξη στο συγκεκριμένο. Από εκεί και πέρα, οι τεχνικές διαπραγματεύσεις συνεχίζονται. Όπως έχει δηλώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πολλάκις, βρισκόμαστε πάρα πολύ κοντά στο 95% των ζητημάτων. Αυτό που απομένει, είναι να βρεθεί ένας τρόπος ώστε να υπάρξει ένα σημείο ισορροπίας σε ό,τι αφορά την απαίτηση του ΔΝΤ για τα επιπλέον μέτρα μετά το 2018. Νομίζω ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ο συσχετισμός στην Ευρώπη για το ΔΝΤ, να επιβάλει μια τέτοια πολιτική επιλογή και γι’ αυτό είμαι αισιόδοξος ότι η αξιολόγηση θα πάρει τον δρόμο της και το συντομότερο δυνατόν, στη φάση όλων όσων έχουν ειπωθεί, θα μπορέσει να κλείσει. Αυτό νομίζω ότι είναι το σενάριο, με τις συντριπτικά μεγαλύτερες πιθανότητες αυτή τη στιγμή»
Για τα σενάρια σχετικά με το Grexit:
«Το σενάριο του Grexit σε οποιουδήποτε το μυαλό κι αν έχει μείνει, δεν είναι αυτή τη στιγμή στο μυαλό ούτε των οικονομικών αναλυτών ούτε των ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών ούτε των ευρωπαϊκών θεσμών»
«Η συζήτηση για Grexit έχει κλείσει μια και καλή. Και το να επαναφέρουμε στην κουβέντα το ζήτημα αυτό, το μόνο που κάνει είναι να προσθέτει ανησυχία και αβεβαιότητα, κυρίως στους έλληνες πολίτες. Διότι κανένας στο εξωτερικό αυτή τη στιγμή δεν συζητά σοβαρά για την πιθανότητα ενός Grexit»
Για την πολιτική συγκυρία στην Ευρώπη:
«Το δεδομένο είναι το εξής: Ότι αυτή τη στιγμή την κατάσταση την οποία δημιούργησε η Ευρώπη, η συντηρητική γραμμή και η γραμμή του νεοφιλελευθερισμού την οποία υπηρέτησαν στην Ελλάδα και η Ν.Δ. αλλά και το ΠΑΣΟΚ φτάνει σε σημείο πολιτικής έκρηξης. Και το πολιτικό επίδικο σε αυτή τη φάση είναι, αν η αμφισβήτηση των κυρίαρχων πολιτικών θα έρθει από την Αριστερά και θα έχει προοδευτικό πρόσημο ή θα οδηγήσει την Ευρώπη σε πάρα πολύ σκοτεινές εποχές. Αυτό είναι το πολιτικό ερώτημα της εποχής. Δεν μπορούμε να επανέλθουμε, δεν πρόκειται να επανέλθουμε, όσο και αν το θέλει η Ν.Δ. και τα αδελφά συντηρητικά της κόμματα στην περίοδο της απόλυτης πολιτικής ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού»
«Δεν υπάρχει περίπτωση να επανέλθουμε στην περίοδο της απόλυτης πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού, έτσι όπως τον ζήσαμε τη δεκαετία του ‘ 90 και του 2000. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής οδήγησαν σε μια τεράστια παγκόσμια οικονομική κρίση και αυτή τη στιγμή το μεγάλο πολιτικό ερώτημα είναι, εάν η αμφισβήτηση αυτών των πολιτικών θα πάρει πρόσημο προοδευτικό, αριστερό, ριζοσπαστικό. Βεβαίως, αυτό δεν μπορεί να γίνει μόνο σε μια χώρα»
Για τη δυσφορία των πολιτών σχετικά με την πορεία της Ε.Ε. που καταγράφεται σε έρευνες:
«Ουδείς μπορεί να είναι ευχαριστημένος με την πορεία της Ε.Ε. Ουδείς μπορεί να είναι ευχαριστημένος με την κατάσταση της λιτότητας, της εξαιρετικά μεγάλης οικονομικής πίεσης που δέχεται η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού στη χώρα μας. Όλα αυτά είναι προφανή, είναι δεδομένα και ουδείς θέλει να τα παραγνωρίσει. Αντιθέτως, αυτό το οποίο προσπαθούμε να κάνουμε κάθε φορά είναι με δεδομένο το συντριπτικό συσχετισμό δύναμης, με δεδομένα τα προβλήματα, με δεδομένους τους περιορισμούς να υποστηρίζουμε διαπραγματευτικά, αλλά και στην καθημερινότητα τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία με τον τρόπο τον οποίο μπορούμε»
Για το αν οι δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων απέναντι στη ΝΔ και οι περιοδείες του Πρωθυπουργού δείχνουν κατεύθυνση πρόωρων εκλογών:
«Ο Πρωθυπουργός κάνει περιοδείες όπως έκανε και το προηγούμενο διάστημα για να ανακοινώσει πολιτικές, για να ακούσει τα προβλήματα των κοινωνιών, των τοπικών φορέων. Δεν νομίζω ότι πρέπει να συνδέονται οι πρωτοβουλίες που παίρνει ο Πρωθυπουργός με οποιοδήποτε εκλογικό σενάριο. Από εκεί και πέρα, στην πολιτική σύγκρουση, ειδικά όταν τα ζητήματα είναι καυτά, θα υπάρχουν πολιτικές συγκρούσεις και είναι καλές οι πολιτικές συγκρούσεις. Δεν νομίζω ότι θα μπορούμε να πιαστούμε από μια δήλωση ή από το διάβασμα του προγράμματος του Πρωθυπουργού για να ξεκινήσουμε να σεναριολογούμε»
Για το «κοινωνικό μέρισμα» Σαμαρά και τη στάση τότε του ΣΥΡΙΖΑ:
«Το 2014 το μέρισμα ήρθε με έναν τρόπο ο οποίος το ενέτασσε σε ένα πάρα πολύ μεγάλο νομοσχέδιο μνημονιακού χαρακτήρα με το οποίο είχαμε συγκεκριμένες διαφωνίες και το οποίο είχαμε καταψηφίσει»
«Τα 450 εκατ. ευρώ τα οποία είχε δώσει τότε ο κ. Σαμαράς, δεν τα είχε να τα δώσει. Και αναγκάστηκε να πάρει έντοκο γραμμάτιο για να τα δώσει. Επομένως, εντασσόταν σε μια απολύτως προεκλογική λογική, η οποία ήθελε να χρυσώσει το χάπι. Στη συνέχεια έγιναν όσα έγιναν. Ευτυχώς, έγιναν οι εκλογές του Γενάρη του 2015 και άλλαξε η καταστροφική οικονομικά και κοινωνικά συμφωνία την οποία είχαν υπογράψει οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος»
Για τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία:
«Η συμφωνία την οποία εφαρμόζουμε δεν είναι μια εύκολη συμφωνία. Δεν είναι μια συμφωνία δημοσιονομικής επέκτασης, έτσι όπως θεωρούσαμε ότι είναι το ορθό, έτσι ώστε πάρα πολύ σύντομα η ελληνική οικονομία να ανακάμψει και να έρθει σε μια κατάσταση τέτοια που θα μπορεί να καρπωθεί τα οφέλη της ανάπτυξης. Το πρώτο είναι αυτό. Το δεύτερο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την πολιτική τιμιότητα, μετά από μια σκληρή διαπραγμάτευση 7-8 μηνών, ήταν η πρώτη κυβέρνηση η οποία επέλεξε τη συγκεκριμένη πολιτική στρατηγική και τη συγκεκριμένη πολιτική επιλογή, η οποία ήταν μια επιλογή που υπαγορεύτηκε από το καθήκον μας απέναντι στον ελληνικό λαό να προχωρήσει σε εκλογές μετά τη συμφωνία. Όπου δήλωσε με πολύ κατηγορηματικό τρόπο ότι αυτά καταφέραμε, αυτά μπορέσαμε να κάνουμε, κατ` αυτόν τον τρόπο μπορέσαμε να αλλάξουμε τις συμφωνίες που είχαν υπογράψει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Και από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο ζητάμε είναι μια εντολή για διαρκή διαπραγμάτευση και εφαρμογή της συμφωνίας την οποία έχετε μπροστά σας. Δεν πήραμε την πολιτική επιλογή να υλοποιήσουμε μια συμφωνία χωρίς την εντολή του ελληνικού λαού. Και νομίζω ότι αυτό όλοι οι πολίτες το αναγνωρίζουν. Την τιμιότητα τουλάχιστον που είχαμε, να πάμε και να πούμε ότι αυτό ήταν αυτό το οποίο καταφέραμε, το οποίο δεν είναι λίγο, αλλά σας ξαναλέω ότι θα θέλαμε να είχαμε πετύχει περισσότερα και να το υλοποιήσουμε»
Για την ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων:
«Αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία περνάει σε μια φάση ανάκαμψης. Όλες οι προβλέψεις λένε ότι το 2016 θα κλείσει θετικά παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις πολλών. Θα κλείσει, λοιπόν, θετικά. Είναι πάρα πολύ κρίσιμο να υπάρχει μια κυβέρνηση η οποία έχει ως βασικό στόχο η ανάπτυξη να ωφελήσει τους πολλούς. Και αυτό γίνεται με συγκεκριμένες θεσμικές παρεμβάσεις από τη δική μας μεριά, κορυφαία εκ των οποίων είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι το όπλο των εργαζομένων, έτσι ώστε στη διαπραγμάτευσή τους με την εργοδοσία να διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο, να διεκδικούν να μεγαλώνει το μερίδιο των μισθών στο συνολικό προϊόν. Αυτό είναι μια πολιτική επιλογή, η οποία ορίζει και τις διαχωριστικές γραμμές στο πολιτικό σύστημα»
Για τις διαχωριστικές γραμμές στο πολιτικό σύστημα:
«Από τη μια μεριά έχουμε την Αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ που λέει «συλλογικές διαπραγματεύσεις, ενίσχυση των εργαζομένων, έτσι ώστε να μεγαλώνει το μερίδιο των μισθών στο συνολικό ΑΕΠ». Από την άλλη μεριά έχουμε τη ΝΔ η οποία συνεπής στη φιλελεύθερη αντίληψή της λέει ότι ο μοναδικός τρόπος για να περάσουμε στην ανάπτυξη είναι το πλήρες ξεχαρβάλωμα της αγοράς εργασίας. Είναι οι φοροαπαλλαγές στις μεγάλες επιχειρήσεις, είναι το να σταματήσουμε να φορολογούμε τα μερίσματα, των κερδών δηλαδή, είναι πράγματα τα οποία έχει πει ο κ. Μητσοτάκης. Κατ` αυτόν τον τρόπο ορίζεται αυτή τη στιγμή η πολιτική διαχωριστική γραμμή στο σήμερα. Πάνω σε αυτή την πολιτική διαχωριστική γραμμή συγκρούονται οι πολιτικές δυνάμεις. Και σας ξαναλέω ότι προφανώς μια κυβέρνηση η οποία εφαρμόζει ένα δύσκολο πρόγραμμα θα έχει φθορά. Ωστόσο θεωρώ ότι ο κόσμος καταλαβαίνει και αυτό θα εκφραστεί στην ώρα του, ποια είναι η κυβέρνηση εκείνη η οποία παλεύει για τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας και ποιες είναι οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες θεωρούν ότι ο μόνος τρόπος για να προοδεύσουν οι κοινωνίες είναι τα δώρα σε αυτό το οποίο θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ως ολιγαρχία»
«Αυτό το οποίο λέμε είναι ότι χρειαζόμαστε δημοσιονομικό χώρο για να υπάρξει καλύτερη κατανομή των βαρών, αναδιανομή του εισοδήματος, έτσι ώστε να στηριχθεί η κοινωνική πλειοψηφία. Βασική διαχωριστική γραμμή, αυτή τη στιγμή, είναι η διαχωριστική γραμμή που λέει ότι τα οφέλη της ανάπτυξης πρέπει να συμμετέχουν και οι εργαζόμενοι. Για να συμμετέχουν οι εργαζόμενοι με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ, είναι αναγκαία η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Κάτι το οποίο η φιλελεύθερη παράταξη, η Ν.Δ., θεωρεί ότι είναι μια ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς. Λοιπόν, εμείς δεν το θεωρούμε ιδεοληπτική εμμονή. Το δεύτερο πράγμα είναι ότι θεωρεί η Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης, ότι μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση, μειώνοντας τους φόρους στα μερίσματα και στις μεγάλες επιχειρήσεις και κόβοντας δαπάνες από υγεία, παιδεία και κοινωνικό κράτος. Εδώ, λοιπόν, συγκρούονται στην πραγματικότητα δύο κόσμοι. Κανείς δεν λέει ότι δεν πρέπει να μειωθούν οι φόροι στους εργαζόμενους, στη μισθωτή εργασία, στους αυτοαπασχολούμενους, όμως εδώ δεν πρόκειται περί αυτού, δεν συζητάμε γι’ αυτό. Η Ν.Δ. έχει εντελώς διαφορετική αντίληψη. Ο στόχος της είναι η μείωση των φόρων στις μεγάλες επιχειρήσεις, η μείωση στα μερίσματα των κερδών, η μη αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια ειδική οικονομική ζώνη στην Ελλάδα όπου υποτίθεται, σύμφωνα με το αφήγημα που επικράτησε στη χώρα το ΄90 και το 2000, θα δημιουργήσει επενδυτικές ευκαιρίες για όλους και αυτό στην πραγματικότητα θα φέρει την ανάπτυξη, όπου κάποια στιγμή θα ωφελήσει και τον κόσμο της εργασίας. Λοιπόν, αυτές είναι δύο συγκρουόμενες πολιτικές αφηγήσεις και δεν πρόκειται ποτέ να μπορέσουν να συντεθούν. Και γι’ αυτό το λόγο υπάρχει και η πολιτική σύγκρουση και ευτυχώς που υπάρχει»
Συνέντευξη στον Ρ/Σ Παραπολιτικά 90,1 και τους δημοσιογράφους Σωτήρη Ξενάκη & Βασίλη Αδαμόπουλο
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε υπουργέ, χθες είδαμε μια οξύτατη αντιπαράθεσημεταξύ της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας, με αφορμή αυτό το επίδομα από την υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων, που θα δοθεί στους συνταξιούχους. Βλέπετε, αποφεύγω προσεκτικά να το χαρακτηρίσω είτε ως εφάπαξ εισφορά είτε ως δέκατη τρίτη σύνταξη γιατί εδώ λιγάκι έχουμε μπερδευτεί. Όμως θα ήθελα να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας από μια αναφορά, που έγινε μέσα από το Μαξίμου, μια σκληρή κριτική κατά της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά. Γιατί τον κατηγορήσατε ότι άλλαξε γνώμη μετά από ένα τηλεφώνημα ακραίων κύκλων των δανειστών. Που σας προκύπτει εσάς κάτι τέτοιο;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μας προκύπτει από το εξής. Και είναι προβληματικό το γεγονός ότι η ΝΔ ακόμα δεν έχει δώσει πειστικές απαντήσεις. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι η επίσημη θέση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία είχε δηλωθεί και μέσω ανακοίνωσης ήταν ότι θα υπερψηφίσει τα μέτρα. Αμέσως μετά το ερώτημα που τέθηκε από το γερμανικό υπουργείο οικονομικών και το οποίο οδήγησε στη συζήτηση – εν πάση περιπτώσει– και στην εξέταση των θεσμών στον αν και κατά πόσο η συγκεκριμένη αυτή κίνηση επηρεάζει ή όχι το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα. Η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης άλλαξε πλήρως και σχεδόν άμεσα. Επομένως είναι η στάση της ΝΔ που έχει πολλά ερωτηματικά. Για ποιο λόγο, ενώ δεν υπήρξε καμία απολύτως ένδειξη ότι οι θεσμοί θα απαντήσουν αρνητικά στο ερώτημα, το οποίο τέθηκε από τη μεριά του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών αλλά και του ESM μέσω του κ.Ντάισελμπλουμ. Για ποιό λόγο λοιπόν η ΝΔ άλλαξε άρδην την τοποθέτησή της;
Εμάς μας προξενεί πάρα πολύ μεγάλο προβληματισμό. Θα περιμέναμε από τη ΝΔ να έχει μια στάση η οποία θα συνέβαλε, θα συμβάλλει στην προσπάθεια η οποία γίνεται για τη στήριξη των κοινωνικών στρωμάτων που έχουν πληγεί από την κρίση και όχι να παίρνει τη θέση επί της ουσίας των πιο ακραίων [εκ των δανειστών] και υπό αυτήν την έννοια σας λέω ότι περιμένουμε ακόμα μια πειστική απάντηση από τη ΝΔ, για ποιο λόγο άλλαξε τη στάση της.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Υπουργέ, αυτό που λέτε βέβαια είναι λίγο διαφορετικό από αυτό που διατυπώθηκε στο nonpaper.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Αυτό είναι ερώτημα που θέτεται, λογικό.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Λογικότατο. Προκύπτει ως συμπέρασμα.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Αλλά είναι άλλο αυτό και άλλο μετά από τηλεφωνήματα ακραίων κύκλων των δανειστών, που του έδωσαν τη σχετική εντολή. Άλλο είναι το ένα και άλλο το άλλο. Το πρώτο που λέτε εδώ σε εμάς, είναι πολύ λογικό. Και εγώ για λογικό το ακούω. Το δεύτερο όμως δείχνει ότι έχετε μια πληροφόρηση ενδεχομένως.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι είμαστε πάρα πολύ σαφείς. Η ΝΔ και ο πρόεδρός της, ο κ. Μητσοτάκης, οφείλουν να δώσουν πειστική απάντηση για τους λόγους οι οποίοι τους έκαναν να κάνουν στροφή 180 μοιρών και να αλλάξουν την πολιτική τους τοποθέτηση η οποία δύο ημέρες πριν ήταν ότι θα υπερψηφίσουν τα μέτρα. Εγείρει ερωτηματικά και αυτό θα έπρεπε να μας προβληματίσει όλους ο λόγος για τον οποίο η ΝΔ οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Για να κάνουμε εμείς τώρα τον αντίλογο, να πούμε ότι με ένα τρόπο έχει απαντηθεί αυτό – πειστικά ή όχι, ο καθένας είναι σε θέση να το κρίνει και να το αξιολογήσει. Είπε, ας πούμε, ο κύριος Άδωνις Γεωργιάδης ότι ουσιαστικά με το «παρών» είπαν «ναι» στο επίδομα, αλλά «όχι» στην κυβέρνηση Τσίπρα, διότι μεσολάβησε αυτή η αντίδραση εκ μέρους των δανειστών.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αν κάποιος θέλει να πει «ναι» στο επίδομα τότε λέει «ναι» στο επίδομα. Η στάση του «παρών» επί της ουσίας είναι μια στάση που για μικροπολιτικούς λόγους προσπαθεί να δώσει την εικόνα ότι η συγκεκριμένη κίνηση μπορεί ή θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Και όπως είδατε η ΝΔ φαίνεται ότι είναι αυστηρότερη ως προς την τήρηση του προγράμματος από ό,τι είναι οι Θεσμοί. Γιατί γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι έχει υπάρξει μια άτυπη ενημέρωση του ESM, αλλά και οι δηλώσεις του κυρίου Ντομπρόβσκις και οι δηλώσεις του κυρίου Ρέγκλινγκ και οι δηλώσεις του κυρίου Ντάισελμπλουμ, που λένε ότι η συγκεκριμένη κίνηση δεν επηρεάζει δημοσιονομικά τους στόχους του προγράμματος.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Για το 2017-2018.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι. Όχι μόνο για το 2017 και το 2018, αλλά και για το 2016. Αν προσέξατε, αυτό το οποίο λέει η άτυπη ενημέρωση του ESM σε ό,τι αφορά το 2016, είναι ότι η κίνηση αυτή μειώνει όχι το έσοδο αλλά το μαξιλαράκι το οποίο έχει κρατηθεί έτσι ώστε εάν οι προβλέψεις δεν είναι ακριβείς να μην έχουμε πρόβλημα σε ό,τι αφορά την τήρηση του στόχου. Άρα δημοσιονομικά δεν επηρεάζει ούτε το 2016. Και όχι μόνο αυτό, αλλά λέει ότι πλέον το EuroWorkingGroup(EWG) δεν έχει τεχνικό ή νομικό λόγο για να μην ξεπαγώσει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Από εκεί και πέρα, είναι πολιτική απόφαση του EWG τι πρόκειται να κάνει και τι θέλει να κάνει. Και η ΝΔ, παρά το γεγονός αυτό, σπεύδει να είναι βασιλικότερη του βασιλέως σε ό,τι αφορά την τήρηση του προγράμματος. Kαι νομίζουμε ότι δίνει διαπιστευτήρια σε πολιτικούς κύκλους στο εξωτερικό, σε πολιτικούς κύκλους των δανειστών οι οποίοι γνωρίζετε ότι έχουν μια εξαιρετικά σκληρή στάση κάποιοι από αυτούςσε ό,τι αφορά την τήρηση του προγράμματος, το οποίο, ξαναλέω, δεν βρίσκεται σε κανέναν κίνδυνο πρώτον. Και δεύτερον δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρούμε ότι δεν τηρείται εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης. Το αντίθετο συμβαίνει.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Αυτό που λέτε έχει πάλι μια λογική. Να ρωτήσω, τώρα να μου πείτε γιατί αυτοί οι όποιοι δανειστές ή όποιος δανειστής ή όποιος ενδιαφερόμενος τηλεφώνησε στη ΝΔ ή εν πάση περιπτώσει έστειλε ένα μήνυμα στη ΝΔ «μην το ψηφίσετε» δεν έκανε το ίδιο για το δεύτερο σκέλος του πακέτου αυτού που αφορά τον ΦΠΑ. Το οποίο η ΝΔ αλλάζοντας στάση, είναι αλήθεια, δηλώνει πως θα το ψηφίσει.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Διότι η ΝΔ έχει καταλάβει ότι διέπραξε ένα σοβαρό πολιτικό λάθος, ένα σοβαρότατο πολιτικό ατόπημα και γι’ αυτό το λόγο αποφάσισε ξανά μέσα σε πολύ λίγες ημέρες να αλλάξει τη στάση της και να επανέλθει στην αρχική της τοποθέτηση μετά και την εσωκομματική σύγκρουση η οποία έχει ξεσπάσει για την οποία όμως καλό είναι να μην σχολιάσουμε κάτι παραπάνω.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Προφανώς, δεν είναι και κομψό, αλλά γιατί άκουσε τον Σόιμπλε τότε –γιατί έτσι είχε τεθεί το ερώτημα, από το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» την Παρασκευή – και δεν ακούει τον Σόιμπλε τώρα ενδεχομένως; Λέτε: γιατί κατάλαβε ότι θα έχει πολιτικό κόστος ενδεχομένως.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας εξηγώ. Διότι πρόκειται για ένα τεράστιο πολιτικό ατόπημα, πρόκειται για μία επιλογή η οποία της στοίχησε. Και γιατί βλέπετε ότι τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν έτσι όπως τα περίμενε η ΝΔ. Είχαμε πει πάρα πολλές φορές στο παρελθόν ότι η ΝΔ επιθυμεί στην πραγματικότητα οι διαπραγματεύσεις να εκτροχιαστούν. Η ΝΔ επιθυμεί το κακό της χώρας, για να προσποριστεί μικροκομματικά οφέλη. Πλέον η κίνησή της αυτή, την προηγούμενη εβδομάδα, νομίζω ότι επιβεβαιώνει την πολιτική μας εκτίμηση. Δεν θέλει μία καλή εξέλιξη σε ό,τι αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση, σε ό,τι αφορά τα επιμέρους ζητήματα, τα οποία μπορεί να προκύπτουν μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών, διότι αυτό που επιθυμεί διακαώς είναι να βρεθεί η ελληνική κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Δεν της γίνεται το χατίρι, δεν της γίνεται.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Με βάζετε στον πειρασμό να σας ρωτήσω: Όταν το 2014 δεν ψηφίζατε εσείς το κοινωνικό μέρισμα Σαμαρά, θέλατε το κακό της χώρας;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ακούστε. Το κοινωνικό μέρισμα Σαμαρά ή έτσι όπως τουλάχιστον το ονομάσανε, δεν έχει καμία σχέση με αυτό το οποίο κάναμε εμείς και θα σας πω για ποιον λόγο. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ τότε, ως κυβέρνηση, ψευδώς είπαν ότι μοιράζουν πλεόνασμα. Ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι το πλεόνασμα του 2013, όποιο ήταν αυτό το πλεόνασμα, δεν μπορεί να μοιραστεί το 2014. Διότι αυτό το οποίο έδωσε η ΝΔ τότε εγγράφηκε στη δαπάνη του 2014, ρίχνοντας στην πραγματικότητα το πρόγραμμα έξω.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Ήταν 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ επικυρωμένο από τη Eurostat το πλεόνασμα του 2013.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, ναι. Μόνο που δεν μπορείς να το μοιράσεις εκ των υστέρων. Ό,τι μοιράζεις από εκεί και πέρα, εγγράφεται στη δαπάνη του επόμενου έτους, ό,τι μοιράζεις μετά τον Δεκέμβρη του 2013.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Διαδικαστικό, όμως, ήταν αυτό.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν είναι καθόλου διαδικαστικό, διότι ρίχνει το πρόγραμμα έξω, αδειάζει τα ταμεία και σας θυμίζω επίσης ότι δεν είχε καν ταμειακά διαθέσιμα ο κύριος Σαμαράς για να το μοιράσει και πήρε έντοκο γραμμάτιο. Όμως, το σημαντικό είναι άλλο.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Δηλαδή, προστατεύουν το πρόγραμμα λέτε εσείς.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι. Αν θυμάστε καλά, όμως, είχε κατατεθεί με ένα άρθρο και έναν νόμο μαζί με πολλές άλλες μνημονιακές ρυθμίσεις, αν δεν κάνω λάθος. Και ήταν και αυτός ένας από τους λόγους για τους οποίους η δική μας κυβέρνηση, η αντιπολίτευση τότε, δεν είχε ψηφίσει τη συγκεκριμένη επιλογή.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Για να το κλείσουμε αυτό το θέμα, υπάρχει ένα σημείο στην ανακοίνωση της ΝΔ, όπου διαπιστώνει κανείς μία αντικειμενική βάση, έτσι; Και ποια είναι αυτή; Ότι πραγματικά άλλη γλώσσα χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός στο διάγγελμά του για τη χορήγηση του συγκεκριμένου επιδόματος και άλλη γλώσσα χρησιμοποίησε στις δηλώσεις που έκανε έξω. Δηλαδή, ενώ εδώ είχε μιλήσει για δέσμευση που γίνεται πράξη σχετικά με τη 13η σύνταξη, έξω μίλησε για μια εφάπαξ απόφαση. Και είδα, μάλιστα, ότι στην ανακοίνωση που έβγαλε το Μέγαρο Μαξίμου προσπάθησε να συγκεράσει αυτά τα δύο μαζί, μιλώντας για εφάπαξ 13η σύνταξη. Εδώ δεν μπορεί να μιλήσει κανείς – δεν θέλω να πω διγλωσσία, ίσως ακουστεί πολύ σκληρό – για διαφορετική διατύπωση; Εν πάση περιπτώσει, για διαφορετική διατύπωση μέσα και διαφορετική διατύπωση έξω;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Και στις δύο περιπτώσεις σας λέω ότι η βασική βούληση της κυβέρνησης είναι εφόσον έχει τη δυνατότητα στα επόμενα έτη να υπεραποδίδει και να υπερβαίνει τους στόχους, η βούλησή της είναι να επαναλάβει την ίδια κίνηση. Από εκεί και πέρα, αυτό εξαρτάται και από τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και από τις δυνατότητες που θα έχουμε να υπερβαίνουμε τους στόχους και να δημιουργείται ένας δημοσιονομικός χώρος για να επαναλάβουμε τις αντίστοιχες παροχές.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, είστε νέος στην ηλικία, αλλά έμπειρος στην πολιτική. Επειδή και εμείς έχουμε φάει αρκετές δεκαετίες στην πολιτική, εγώ θα έλεγα – αυτό είναι προσωπική εκτίμηση δεν μπορώ να το στηρίξω πουθενά – ότι το πολιτικό κλίμα το οποίο παρακολουθώ να εκτυλίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς και οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες – αύριο ο Πρωθυπουργός πάει στην Κρήτη μέσα στην εβδομάδα των Χριστουγέννων, γενικώς γυρίζει σε όλη την Ελλάδα – εμένα προσωπικά, μου λέει ότι κάτι έχει στο μυαλό του. Και στο μυαλό του αυτό που μπορεί να έχει δεν είναι τίποτα άλλο – κάτι μου λέει μέσα μου – παρά μόνο μια εκλογική αναμέτρηση, στην οποία μπορεί να οδηγηθεί, είτε γιατί ο ίδιος το θέλει είτε γιατί τα πράγματα το εξωθήσουν να φτάσει εκεί. Αυτό εσείς το αποκλείετε στον δημόσιο λόγο σας κατηγορηματικά, αλλά δεν φοβάστε ότι μπορεί – γιατί η αξιολόγηση αργεί ακόμη – να χρειαστεί να προσφύγετε τελικά στις κάλπες και αυτό να συμβεί στο αμέσως επόμενο διάστημα;
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Το είπε ο κ. Ντομπρόβσκις ότι η αξιολόγηση αργεί ακόμη.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας λέω ότι ο Πρωθυπουργός κάνει περιοδείες για να επισκεφθεί πολίτες, να ακούσει προβλήματα, να ανακοινώσει συγκεκριμένες πολιτικές. Σας θυμίζω επίσης ότι είναι και βουλευτής Ηρακλείου και θα έπρεπε κάποια στιγμή να επισκεφθεί και την Κρήτη. Όμως, επειδή μου βάζετε πάρα πολλά ερωτήματα, οι εκλογές δεν αποτελούν… επειδή μου είπατε και για τον κ. Ντομπρόβσκις…
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Θα τα πούμε και για τον κ. Ντομπρόβσκις.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι εκλογές δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση τμήμα του σχεδιασμού μας. Έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχει περίπτωση να διακινδυνεύσουμε να παραδοθεί η χώρα στους προθύμους των δανειστών. Η στόχευσή μας είναι να κλείσουμε την αξιολόγηση, να μπούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, και από εκεί και πέρα, να ξεκινήσουμε δοκιμαστικές εξόδους στις αγορές, έτσι ώστε τον Αύγουστο του 2018 να είμαστε έτοιμοι να βγούμε επιτέλους από τα μνημόνια και από την επιτροπεία. Αυτό είναι το βασικό σενάριο, πάνω σε αυτό δουλεύουμε, δεν μας απασχολεί απολύτως τίποτα άλλο. Όμως σας ξαναλέω ότι ακόμη και στην πολύ απίθανη περίπτωση που η αξιολόγηση καθυστερεί, διότι δεν μπορεί εύκολα να βρεθεί ένα σημείο ισορροπίας μεταξύ των διαφορετικών απόψεων, δεν είναι σε καμία περίπτωση στην πρόθεσή μας να προχωρήσουμε σε εκλογές. Αυτή τη στιγμή το τελευταίο πράγμα το οποίο χρειάζεται η χώρα είναι εκλογές.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Αυτή τη διατύπωση την έχετε ξανακάνει. Αυτή η διατύπωση, κύριε Εκπρόσωπε, δεν βγάζει μια ηττοπάθεια; Είναι σαν να λέτε ότι αν γίνουν εκλογές τώρα, τις χάσατε. Αυτό λέτε. Γιατί λέτε ότι δεν θα παραδώσουμε…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είπα ότι δεν θα διακινδυνεύσουμεσε αυτή τη φάση που είμαστε, στη μέση μιας προσπάθειας την οποία κάνουμε για την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο και την επιτροπεία, μια πιθανή παλινόρθωση. Δεν είμαι ηττοπαθής. Σας λέω ότι όταν υπάρχει μια εθνική μάχη όλα είναι πιθανά. Εμείς έχουμε σκοπό να εξαντλήσουμε την κατά το Σύνταγμα προβλεπόμενη θητεία αυτής της κυβέρνησης.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Δημοψήφισμα μήπως; Ενδεχομένως; Έχουμε ξανακάνει και έχουμε εμπειρία.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά είναι δημοσιογραφικές εκτιμήσεις, οι οποίες δεν έχουν καμία βάση.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Θα ήθελα να σταθώ λίγο, επειδή και εσείς το αναφέρατε, στις δηλώσεις που έκανε ο κ. Ντομπρόβσκις, ο οποίος είπε ότι δεν είναι αδιέξοδη η κατάσταση, αλλά είναι πιο ταραχώδης από ό,τι πριν από μερικές εβδομάδες, και ουσιαστικά προανήγγειλε μια καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης, έτσι; Κάποιων εβδομάδων, κάποιων μηνών. Πώς το σχολιάζετε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το πρώτο που θέλω να πω, είναι ότι ο κ. Ντομπρόβσκις δεν έχει απευθείας εικόνα της εξέλιξης των διαπραγματεύσεων, σε αντίθεση με άλλους επιτρόπους, άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους που είναι άμεσα εμπλεκόμενοι στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Αυτό είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι ότι είναι μια πολιτική εκτίμηση την οποία δικαιούται βεβαίως να την έχει ο κ. Ντομπρόβσκις. Όμως, σας λέω πως αν υπάρχει πολιτική βούληση, εκ μέρους όλων των πλευρών για την εξεύρεση μιας συμβιβαστικής συμφωνίας, νομίζω ότι έχουμε τη δυνατότητα να κλείσουμε πάρα πολύ σύντομα. Να σας πω και ένα τρίτο πράγμα. Αυτό το οποίο αναφέρει ο κ. Ντομπρόβσκις, που δίνει μάλιστα και τη λύση ή μάλλον εκτιμά ότι μπορεί να βρεθεί λύση, δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο δεν μπορεί να οδηγήσει άμεσα, διότι λέει στη συνέντευξή του, κάποια στιγμή, «όπως βρέθηκε λύση στην 1η αξιολόγηση, έτσι είναι δυνατόν και αυτή τη στιγμή να βρεθεί λύση». Επομένως, αφού ο κ. Ντομπρόβσκις και οι υπόλοιποι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν στο μυαλό τους έναν τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να υπερβούμε αυτή τη στιγμή τις διαφωνίες, για ποιο λόγο δεν τον καταθέτουν έτσι ώστε να προχωρήσουμε πάρα πολύ γρήγορα και να κλείσουμε την αξιολόγηση μέχρι τέλος του χρόνου ή στις πρώτες μέρες του Γενάρη. Δηλαδή, είναι λίγο αντιφατικό το γεγονός ότι δηλώνει με σιγουριά πως μπορεί να ξεπεραστούν οι διαφορές και από την άλλη μεριά λέει ότι μπορεί να καθυστερήσει και να πάει και μέχρι την άνοιξη η αξιολόγηση. Σας λέω, λοιπόν, χρειάζεται εποικοδομητική στάση από όλους, βοήθεια από όλους, προτάσεις από όλους, έτσι ώστε να μπορέσουμε να βρούμε ένα νέο σημείο ισορροπίας και να προχωρήσουμε κανονικότατα στην εφαρμογή του προγράμματος, χωρίς να υπάρχουν περαιτέρω προβλήματα.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Υπουργέ, για να έχει και ο κόσμος μια υπεύθυνη απάντηση, με αφορμή αυτή την κουβέντα που έχουμε εμείς, σε τι σημείο βρισκόμαστε; Η κυβέρνηση σε ποιο σημείο εκτιμά ότι βρίσκεται αυτή τη στιγμή η διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση; Πού βρισκόμαστε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βρισκόμαστε στο σημείο όπου το ΔΝΤ έχει την απαίτηση για νέα μέτρα μετά το 2018, μετά τη λήξη του προγράμματος και η ελληνική κυβέρνηση με κατηγορηματικό τρόπο έχει δηλώσει ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κάνει αποδεκτή μια τέτοια πρόταση. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν τρόποι για να ξεπεραστεί το συγκεκριμένο ζήτημα όπως είναι για παράδειγμα η πρόταση που έχει κάνει ο Υπουργός Οικονομικών για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2019, στο 2,5%, όπου το 1% του δημοσιονομικού πόρου που θα βρεθεί θα μπορέσει να δοθεί για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Υπάρχουν και άλλες προτάσεις οι οποίες μπορούν να κατατεθούν, έτσι ώστε να υπερβούμε τις δυσκολίες. Αυτή είναι η φάση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή.
ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό για το οποίο σας κατηγορεί η ΝΔ έντονα, είναι ότι έχετε ουσιαστικά υπογράψει πλεονάσματα για μια 10ετία στο 3,5%.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΝΔ είναι και πάλι ανακριβής. Αναφέρεται στην έκθεση την οποία κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Eurogroup, την οποία όπως ξέρετε δεν έχει υπογράψει η ελληνική πλευρά. Αυτό το οποίο έχει υπογράψει η ελληνική πλευρά είναι το 3,5% σε «μεσοπρόθεσμη βάση» και γι` αυτό γίνεται όλη η φασαρία για το πώς ερμηνεύεται αυτός ο όρος, για δύο χρόνια, πέντε χρόνια κλπ. Αυτό έχει υπογράψει η ελληνική πλευρά. Και το δεύτερο πράγμα που θέλω να σας πω, είναι ότι η ΝΔ είναι η τελευταία που μπορεί να μιλά για τα ύψη των πρωτογενών πλεονασμάτων, όταν το πρόγραμμα του 2012, το οποίο εκείνη είχε υπογράψει με πανηγυρισμούς, έλεγε ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα έπρεπε να είναι κατά μέσο όρο 4% μέχρι το 2030. Επομένως, καλό είναι η ΝΔ να κοιτά τις δικές της υπογραφές και να αφήσει τις ανύπαρκτες υπογραφές της κυβέρνησης.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Μια τελευταία ερώτηση από εμένα, κύριε Εκπρόσωπε, γενικότερης φύσεως. Εσείς είστε στη θέση αυτή, ενάμιση δύο μήνες, σας έχουμε ακούσει, όσο και αν διαφωνεί κάποιος μαζί σας ακούει ένα λόγο ο οποίος είναι συγκρατημένος, συγκροτημένος και ευπρεπής. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ – δεν θέλω να πω ονόματα, θα πω όμως περιπτώσεις – τα οποία έκαναν δηλώσεις που προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση. Να ξεκινήσω από αυτό με τα νησάκια τα πέντε-έξι που μπορούμε να δώσουμε, να πω για τις τοποθετήσεις για τη Χρυσή Αυγή, να πω για τις τοποθετήσεις για την ελληνική σημαία, μπορώ να σας πω και άλλα. Αυτό το πράγμα, αυτή η πανσπερμία δηλώσεων και μάλιστα και από κυβερνητικά στελέχη και από απλούς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργούν ένα προβλήματα στην εικόνα της κυβέρνησης προς τα έξω και στην προσπάθεια που κάνει αυτή τη στιγμή που βρίσκεται στην κορύφωση η διαπραγμάτευση και είναι δύσκολη η στιγμή, η οποία περνά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι στον πολιτικό λόγο ο οποίος είναι καθημερινός και στη διαρκή έκθεση πολλές φορές εν τη ρύμη του λόγου μπορεί κάποιος να προβεί σε δηλώσεις τις οποίες δεν θα ήθελε, μπορεί να πει μια λέξη ή φράση λανθασμένη, την οποία μπορεί στη συνέχεια να διορθώσει. Δεν νομίζω ότι δημιουργούν πολιτικό πρόβλημα οι συγκεκριμένες δηλώσεις. Αντιθέτως, έχουν δοθεί για όλα αυτά τα οποία μου λέτε, διευκρινήσεις. Και πολλές φορές νομίζω ότι υπάρχει και μια πρακτική διόγκωσης των συγκεκριμένων δηλώσεων για πολιτικούς λόγους, όχι μόνο από την αντιπολίτευση αλλά και από συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης τα οποία παίζουν αντιπολιτευτικό ρόλο και αυτό είναι απολύτως ξεκάθαρο όχι μόνο σε εμένα ή σε εσάς αλλά σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Εγώ συμφωνώ μαζί σας και εσείς θα συμφωνήσετε ότι υπάρχουν πάρα πολλά στελέχη και κυβερνητικά και του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έχουν δώσει τέτοιες αφορμές στο δημόσιο λόγο τους, σωστά; Φαντάζομαι, συμφωνείτε μαζί μου;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει, μπορεί να έχουν σε συγκεκριμένα ζητήματα, μπορεί να μην έχουν δώσει αφορμές…
ΞΕΝΑΚΗΣ: Αν λείπανε, φαντάζομαι, θα σας διευκολύνανε – αν λείπανε αυτές οι φωνές. Υποθέτω, δεν ξέρω.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν θα μας διευκόλυνε το να μην έχουν τη δυνατότητα οι βουλευτές της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας να έχουν τη γνώμη τους και να την εκφράζουν με παρρησία.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Ακόμα και αν πρόκειται για γνώμη η οποία δημιουργεί ζητήματα και εσωτερικάκαι αποδοκιμάζεται και από κυβερνητικά και από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή η γνώμη πολλές φορές. Δεν μιλάω κεντρικά από την κυβέρνηση και από εσάς, μιλάω για τον διάλογο, τον πολιτικό.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε κάθε περίπτωση όμως η γνώμη είναι ιερή, ειδικά, σε μια δημοκρατία.
ΞΕΝΑΚΗΣ: Ευχαριστούμε, κύριε Τζανακόπουλε! Καλή εβδομάδα και καλές γιορτές!
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Να είστε καλά.
Ενημέρωση των διαπιστευμένων πολιτικών συντακτών και ανταποκριτών ξένου τύπου
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
→ Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα αποδεχθεί τη νομοθέτηση μέτρων μετά το πέρας του προγράμματος.
→ Η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να παραδώσει τη χώρα και την κοινωνία στους πρόθυμους.
→ Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου είχε δεσμεύσει τη χώρα για πρωτογενή πλεονάσματα με μέσο όρο 4% μέχρι το 2030.
→ Δεν ισχύει ότι το 50% των νοικοκυριών εξαιρείται από τη φορολογία, ούτε ότι οι καταβαλλόμενες συντάξεις έχουν ύψος αντίστοιχο με αυτές που καταβάλλονται από ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες. Οι δαπάνες της Ελλάδας για συντάξεις και άλλα επιδόματα βρίσκονται στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και στο 52%. Την ίδια στιγμή το 45% των συνταξιούχων λαμβάνει σύνταξη κάτω από 665 ευρώ, που αποτελεί το όριο της φτώχειας, ενώ πάνω από 4 εκατομμύρια Έλληνες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
→ Ο Πρωθυπουργός, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής θα έχει σειρά επαφών, μεταξύ άλλων, με τον Πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ και τον Ολλανδό Πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε.
→ Η ατζέντα της συνάντησης με την Άνγκελα Μέρκελ περιλαμβάνει την πορεία του προγράμματος, το προσφυγικό, τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό και τις σχέσεις ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Μετά την ψήφιση του προϋπολογισμού από τη Βουλή, έχουν πλέον τεθεί οι στόχοι και έχουν μπει οι βάσεις για την ελληνική οικονομία το 2017.
Ο Πρωθυπουργός κατά τη συζήτηση έκλεισε το σενάριο των πρόωρων εκλογών. Ξεκαθάρισε με κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν πρόκειται να παραδώσει τη χώρα και την κοινωνία στους πρόθυμους.
Επίσης έχουμε ήδη καταστήσει σαφές ότι οι βουλευτές της πλειοψηφίας δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να προστεθούν σε όσους από την αντιπολίτευση μείζονα και ελάσσονα απεργάζονται σενάριο αυξημένης πλειοψηφίας για την ψήφιση επιπλέον μέτρων.
Η θέση της κυβέρνησης ήταν είναι και θα είναι κατηγορηματική: Δεν θα αποδεχτεί τη νομοθέτηση μέτρων μετά το πέρας του προγράμματος.
Κατά τη συζήτηση μπήκαν με σαφήνεια οι διαχωριστικές πολιτικές και ιδεολογικές γραμμές μεταξύ της κυβέρνησης και της ΝΔ.
Από τη μια το σχέδιο της κυβέρνησης για την υπεράσπιση της κοινωνικής πλειοψηφίας, το κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης με αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων ώστε από την ανάκαμψη να επωφεληθούν κυρίως οι εργαζόμενοι.
Από την άλλη το σχέδιο του Κου Μητσοτάκη που επιδιώκει την διακοπή των διαπραγματεύσεων και την αποσταθεροποίηση ώστε να επιβάλει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας χρεώνοντας το στην σημερινή κυβέρνηση.
Το σχέδιο του όμως θα καταρρεύσει όπως κατέρρευσε κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή και το success story που προσπάθησε το τελευταίο διάστημα να νεκραναστήσει το επικοινωνιακό επιτελείο της ΝΔ.
Καθώς αποδείχτηκε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου είχε δεσμεύσει τη χώρα για πρωτογενή πλεονάσματα με μέσο όρο 4% μέχρι το 2030.
Όσον αφορά τις εξελίξεις στη διαπραγμάτευση, η ελληνική κυβέρνηση και οι εκπρόσωποι των θεσμών θα συναντηθούν σήμερα. Θα συνεχίσουν τη συζήτηση από εκεί που σταμάτησε.
Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης, παραμένει σταθερή στα ήδη γνωστά ζητήματα των εργασιακών και των δημοσιονομικών στόχων. Αμετάβλητη παραμένει η πάγια θέση της ελληνικής κυβέρνησης για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη βάση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Το ίδιο ισχύει και για τα δημοσιονομικά, στα οποία αναφέρθηκε εκτενέστατα ο Υπουργός Οικονομικών στη Βουλή αλλά και ο Πρωθυπουργός επαναλαμβάνοντας ότι δεν γίνονται αποδεκτά νέα μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος.
Ένα σχόλιο είναι απαραίτητο όμως για τη στάση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αλλά και το χθεσινό άρθρο των κυρίων Τόμσεν και Ομπσφελντ.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται εκεί το Ταμείο δεν επιθυμεί περαιτέρω λιτότητα και υπερασπίζεται πλεονάσματα 1,5% για μετά τη λήξη του προγράμματος.
Προξενεί όμως απορία το γεγονός ότι την ίδια στιγμή οι δύο αξιωματούχοι αυτοαναιρούμενοι αναφέρουν ότι θα αποδεχτούν τις απαιτήσεις των Ευρωπαίων για 3,5% πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και ότι θα απαιτήσουν νέα μέτρα λιτότητας καθώς εκτιμούν ότι οι προβλέψεις πάνω στις οποίες βασίζεται το Πρόγραμμα είναι υπεραισιόδοξες.
Οι εκτιμήσεις τους όμως είναι λανθασμένες ενώ οι πληροφορίες που αναφέρουν είναι ψευδείς.
Σε ότι αφορά ειδικά τις εκτιμήσεις να θυμίσω:
→ Το 2010 το Ταμείο προέβλεπε ότι η ελληνική οικονομία θα επανέλθει στην ανάπτυξη με ρυθμούς 1,1% το 2012, ενώ τελικά η ελληνική οικονομία τότε παρουσίασε ύφεση 6,6%
→ Στη συνέχεια, το 2013 ήλθε η ομολογία εκ μέρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι είχε κάνει λάθος στους πολλαπλασιαστές.
Έτσι για το 3ο Πρόγραμμα αντέστρεψε πλήρως την τακτική του και εγκαινίασε μια τακτική καταστροφολογικών προβλέψεων οι οποίες έχουν και πάλι όλες διαψευστεί.
→ Σας θυμίζω ότι για το 2015 προέβλεπε πρωτογενές έλλειμμα ενώ η ελληνική οικονομία πέτυχε πλεόνασμα 0,2%
→ Για το 2016 προέβλεπε πάλι έλλειμμα και βαθειά ύφεση ενώ η ελληνική οικονομία όχι μόνο υπεραποδίδει στους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα αλλά είναι πολύ πιθανό η χρονιά να κλείσει ακόμη και με θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη.
Και τα δεδομένα όμως που επικαλείται το άρθρο για την ελληνική οικονομία είναι ψευδή.
→ Συγκεκριμένα ούτε το 50% των νοικοκυριών εξαιρείται από τη φορολογία ούτε οι καταβαλλόμενες συντάξεις έχουν ύψος αντίστοιχο με αυτές που καταβάλλονται από ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες.
→ Αντίθετα όπως αναφέρει σε σημερινό του άρθρο απάντησης ο Υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος οι δαπάνες της Ελλάδας για συντάξεις και άλλα επιδόματα βρίσκονται στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και στο 52%.
→ Την ίδια στιγμή το 45% των συνταξιούχων λαμβάνει σύνταξη κάτω από 665 Ευρώ που αποτελεί το όριο της φτώχειας ενώ πάνω από 4 εκατομμύρια Έλληνες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Μάλλον λοιπόν το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι οι φοροαπαλλαγές και οι υψηλές συντάξεις.
Το ΔΝΤ λοιπόν οφείλει να αποκαταστήσει την αξιοπιστία του όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα αλλά και απέναντι στην διεθνή κοινότητα επιμένοντας στην ανάγκη για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 1,5% για μετά τη λήξη του προγράμματος και βελτιώνοντας την τεχνοκρατική του επάρκεια σε ότι αφορά τις προβλέψεις του.
Αναφορικά με το πρόγραμμα του Πρωθυπουργού, γνωρίζετε ότι βρίσκεται στη Νίσυρο από όπου σε λίγη ώρα θα ανακοινώσει σειρά παρεμβάσεων που σχετίζονται με τη νησιωτική πολιτική ενώ στη συνέχεια θα μεταβεί στην Τήλο.
Αύριο θα βρεθεί τη Θεσσαλονίκη, όπου θα πραγματοποιήσει σειρά συσκέψεων ενώ στη συνέχεια θα αναχωρήσει για τις Βρυξέλλες ώστε
Ο Πρωθυπουργός, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής θα έχει σειρά επαφών, μεταξύ άλλων, με τον Πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ και τον Ολλανδό Πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε.
Την Παρασκευή, ο Πρωθυπουργός θα μεταβεί στο Βερολίνο, όπου θα συναντηθεί με την Καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ. Η ατζέντα της συνάντησης περιλαμβάνει το προσφυγικό, τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό και τις σχέσεις ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία. Στο περιθώριο της συνάντησης αναμένεται να συζητήσουν και θέματα που άπτονται της διαπραγμάτευσης. Σας παραπέμπω άλλωστε και στις σχετικές ανακοινώσεις της εκπροσώπου της Γερμανικής Κυβέρνησης, κ. Ντέμερ.
Τέλος, το Σάββατο ο Πρωθυπουργός θα απευθύνει χαιρετισμό στο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που διεξάγεται στη γερμανική πρωτεύουσα.
Ομιλία κατά τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2017 στην Ολομέλεια της Βουλής
Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε.
Είναι η πρώτη φορά που μου δίνεται η δυνατότητα να μιλήσω από αυτό το βήμα.
Χαίρομαι πάρα πολύ που ο κ. Τζαβάρας προσπαθώντας να απαντήσει σε έναν πραγματικό φιλόσοφο αναγνώρισε, πιθανόν, χωρίς να το θέλει, την υπεροχή της Αριστεράς, επί της Δεξιάς, αξιακά, θεωρητικά, πολιτικά.
Αυτή η υπεροχή είναι εξάλλου αυταπόδεικτη αν κάποιος θα είχε την όρεξη να ακούσει την ομιλία που προηγήθηκε, την ομιλία του κ. Αυγενάκη.
Κι αν άκουγε τις χυδαίες ad hominem επιθέσεις που εξαπέλυσε ο κ. Αυγενάκης στον Πρωθυπουργό αναπαράγοντας από αυτό το βήμα, το βήμα της Βουλής, τους γνωστούς λιβέλους της πιο σκοτεινής πλευράς του διαδικτύου. Εν πάση περιπτώσει αφού ο κ. Αυγενάκης ενθουσιάστηκε ακούγοντας τον εαυτό του να μιλάει, όπως θα έλεγε και ο Ντεριντά, κ.Τζαβάρα ,μπορούμε όλοι μαζί να αφήσουμε όσα είπε στη λήθη ανεξαρτήτως της ετυμολογίας της.
Κύριες και Κύριοι Βουλευτές,
Η συνεδρίαση για τον Προϋπολογισμό δίνει πάντα την δυνατότητα για μια συζήτηση
εφ’ όλης της ύλης για την οικονομία, την κοινωνία, τις δέουσες προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής αλλά και τα ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια.
Την έκθεσή τους και την σύγκριση τους.
Δεν αφορά δηλαδή μόνο την κοινοβουλευτική επανεπιβεβαίωση συσχετισμών αλλά πρωτίστως αφορά τους ίδιους τους πολίτες που ακούν και συγκρίνουν.
Και σε αυτή τη συζήτηση έχουν εκτεθεί δύο στην πραγματικότητα σχέδια:
Αυτό της σημερινής κυβέρνησης και αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και είναι πραγματικά ανταγωνιστικά.
Αντικατοπτρίζουν διαφορετικές πολιτικές καταγωγές, διαφορετικό πολιτικό ήθος, διαφορετικές προτεραιότητες και σε τελευταία ανάλυση και πάνω από όλα διαφορετικές κοινωνικές εκπροσωπήσεις.
Αντανακλούν τις ανάγκες διαφορετικών κόσμων που συγκρούονται και θα συνεχίσουν να συγκρούονται.
Από τη μια μεριά τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας, των ανέργων, όλων όσων έχουν πληγεί βαρύτατα από την οικονομική κρίση και τη διαχείρισή της κατά την καταστροφική πενταετία 2010 -2014, τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας και από την άλλη μεριά τις ανάγκες του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος και της οικονομικής ολιγαρχίας.
Όλες αυτές τις μέρες της συζήτησης αλλά και πριν από αυτή έχουν διαφανεί οι διαχωριστικές γραμμές. Έχουν γίνει περισσότερο σαφείς από ποτέ.
Τουλάχιστον κοινοβουλευτικά.
Διότι το σχέδιο αλλά και ο ορίζοντας της σημερινής κυβέρνησης, παρά τους γνωστούς δημοσιονομικούς περιορισμούς και παρά τις δυσκολίες που προκαλεί η επιτροπεία,
για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες θέτει ως μέγιστη προτεραιότητα την αντιστροφή μιας καταστροφικής πορείας για την κοινωνική πλειοψηφία.
Διότι ξέρετε πολύ καλά ότι σε μια οικονομία η οποία έχει υποστεί μια πρωτοφανή διαδικασία εκκαθάρισης επί οκτώ συναπτά έτη έχει έρθει η στιγμή της ανάκαμψης.
Το πραγματικό ερώτημα, το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα που βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής σύγκρουσης είναι:
Ποιος θα ωφεληθεί από την ανάκαμψη;
Είναι γι αυτό το λόγο που είναι κρίσιμη η παραμονή αυτής της Κυβέρνησης.
Ώστε η ανάπτυξη να λάβει αναδιανεμητικά χαρακτηριστικά.
Να ωφεληθούν από το νέο πλούτο οι εργαζόμενοι και όχι η ολιγαρχία.
Και είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που οι διαχωριστικές γραμμές χαράσσονται με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια.
Χαράσσονται όταν η αξιωματική αντιπολίτευση με περισσή αλαζονεία αλλά και περιφρόνηση για τον κόσμο της εργασίας ονομάζει τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς.
Ενώ κατά τη γνώμη τους δεν είναι ιδεοληπτική εμμονή η προσήλωση σε ένα σχέδιο που θέλει την Ελλάδα Ειδική Οικονομική Ζώνη;
Με πλήρως απορρυθμισμένη αγορά εργασίας, χωρίς εργατικά δικαιώματα, χωρίς εγγυήσεις προστασίας;
Ακούστε:
Στα χρόνια της καταστροφικής πενταετίας αυτό ακριβώς το σχέδιο υλοποιήθηκε.
Αυτό που προσπάθησαν Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ ήταν να ενισχύσουν και να επιταχύνουν την αυθόρμητη κίνηση μιας καπιταλιστικής οικονομίας σε κρίση.
Υλοποίησαν ένα σχέδιο που στόχευε στην ταχύτατη εκκαθάριση των μη ανταγωνιστικών επιχειρήσεων και βεβαίως στη δημιουργία όρων για την εντατικότερη εκμετάλλευση της εργασίας.
Στόχος τους ήταν η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας με την μείωση του μεριδίου των μισθών, με την δημιουργία ενός νέου καθεστώτος κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Ενός καθεστώτος ασύδοτου, χωρίς περιορισμούς, χωρίς όρια, χωρίς ρύθμιση, χωρίς κανόνες.
Δεν είναι τυχαίο:
Η μερική απασχόληση στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έγινε καθεστώς.
Από το 38% μέσα σε μια διετία το ποσοστό ευέλικτων μορφών εργασίας εκτοξεύτηκε στο 59%.
Στόχος δικός μας δεν είναι όμως μόνο ο περιορισμός της αύξησης αυτής αλλά η συνολική αντιστροφή της πορείας.
Και γι αυτό είναι κρισιμότατη η έκβαση της μάχης για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Ξέρουμε ότι θα σας έχουμε απέναντι.
Ξέρουμε όμως ότι είναι και αναγκαία η αποκατάσταση τους. Όχι για λόγους ταυτοτικούς αλλά για λόγους επιβίωσης των ίδιων των εργαζομένων. Η κατάσταση εξαίρεσης που επιβάλλατε στην ελληνική αγορά εργασίας πρέπει να τελειώσει. Και θα κάνουμε το παν για να τελειώσει.
Την ίδια στιγμή όμως ο προϋπολογισμός αυτός αναδεικνύει και μιαν άλλη προτεραιότητα που σας εξοργίζει.Την στήριξη του κοινωνικού κράτους. Για πρώτη φορά μέσα στα χρόνια της κρίσης ο κοινωνικός προϋπολογισμός έχει αυξημένες πιστώσεις.
Συγκεκριμένα στοιχεία αναφέρθηκαν από τους Υπουργούς Υγείας, Παιδείας και Έρευνας αλλά και από την αρμόδια Υπουργό Εργασίας.
Σταχυολογώ:
300 εκατομμύρια, επιπλέον, για τη στήριξη της Υγείας και της εκπαίδευσης,
760 εκατομμύρια για την εφαρμογή του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης σε όλη τη χώρα,
100 εκατομμύρια για τη διευθέτηση στεγαστικών δανείων σε πολύ φτωχούς οφειλέτες που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους.
Καθώς και 250 εκατομμύρια για την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και τη χρηματοδότηση της έρευνας και προγραμμάτων για τον επαναπατρισμό νέων ερευνητών.
Είναι αυτά αρκετά θα ρωτούσε κανείς;
Φυσικά όχι.
Όμως είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε με δεδομένους τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που μας επιβάλλει η Συμφωνία.
Αυτό που οφείλουν όμως να αναρωτηθούν οι πολίτες είναι τι θα συνέβαινε αν δεν είχε προηγηθεί η διαπραγμάτευση που τόσο πολύ αρέσκεστε να λοιδορείτε, τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ.
Γιατί όμως τόσο πολύ σας ενόχλησε η διαπραγμάτευση του 2015;
Γιατί απλούστατα εσείς δεν διαπραγματευτήκατε ποτέ.
Γιατί ανέδειξε τη δική σας εθελούσια υποταγή στη βούληση των δανειστών.
Τι θα συνέβαινε λοιπόν αν σήμερα για το 2016 αλλά και του χρόνου το 2017 ίσχυε η συμφωνία που με πανηγυρισμούς υπογράψατε το 2012;
Ποιοι θα ήταν οι αντίστοιχοι δημοσιονομικοί περιορισμοί;
Πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% και τώρα σας ενοχλεί το 0,5% και το 1,75%;
Πρέπει να μας πείτε, εσείς που σήμερα εμφανίζεστε λάβροι κατά του 3,5% για το 2018:
Για πόσα χρόνια θα ίσχυε το 4,5%;
Ουδείς ισχυρίζεται ότι οι στόχοι είναι χαμηλοί.
Αλλά οι μόνοι που δεν δικαιούστε να μιλάτε για το στόχο αυτό είστε εσείς που είχατε δεσμεύσει τη χώρα με το 4,5% μέχρι το 2031.
Σήμερα λοιπόν εσείς που μιλάτε για προϋπολογισμό λιτότητας και υπερφορολόγησης τι θα λέγατε στον ελληνικό λαό αν έπρεπε να ψηφίσετε προϋπολογισμό με στόχο πλεόνασμα 8 δις όπως είχατε υπογράψει;
Και μην επαναλάβετε τα περί ανάπτυξης 3 και 3,5%.
Ακόμη και ένα παιδί γνωρίζει ότι όλα αυτά είχαν γραφτεί στα χαρτιά για να βγαίνει η μελέτη βιωσιμότητας του χρέους. Και να παρακαλάτε για πιστοποιητικά βιωσιμότητας.
Είχατε πέσει έξω σε όλους τους στόχους και σε όλες τις εκτιμήσεις.
Και θα πέφτατε ξανά έξω.
Γιατί πλεονάσματα 4,5% και ανάπτυξη 3,5% δεν πάνε μαζί.
Αλληλοαναιρούνται.
Μη συνεχίζετε λοιπόν τη φαντασιοπληξία του success story.
Και μην εκβιάζετε, κάποιοι από σας, με νηπιακό πείσμα μια αδύνατη και κωμικοτραγική ιστορική δικαίωση.
Που θα προκαλούσε απορία αν δεν προκαλούσε απλώς θυμηδία.
Σταματήστε να πανηγυρίζετε μόνοι εσείς για το καταγεγραμμένο πια στη συλλογική μνήμη ως εγκληματικό PSI.
Διότι καμιά επιχειρηματολογική ακροβασία,
Κανένας διεστραμμένος αλγόριθμος δεν μπορεί να διαγράψει ή να δικαιολογήσει:
την λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων, την καταστροφή των μικροομολογιούχων,
την εξαφάνιση των αποθεματικών των νοσοκομείων, την υποθήκευση των ελληνικών τραπεζών.
Το μόνο που κάνουν οι αφηγήσεις αυτές είναι να υποτιμούν την πολιτική συζήτηση και να την μετατρέπουν σε παραδοξολογικό μονόλογο.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά ακόμη.
Αλλά ο χρόνος είναι δυστυχώς μονότροπος και αν προσπαθεί να τα πει κανείς όλα μαζί γίνεται θόρυβος.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με ένα σχόλιο για τις προχθεσινές ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού.
Πολλοί βιάστηκαν να τις χαρακτηρίσουν προεκλογικές.
Και η απάντηση αν και κλισέ είναι προφανής: Κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια.
Οι ανακοινώσεις αυτές δεν ήταν ούτε προεκλογικού χαρακτήρα παροχή, ούτε βεβαίως δώρο.
Ήταν η ελάχιστη ένδειξη υποστήριξης αλλά και πράξη καθήκοντος απέναντι στους ανθρώπους εκείνους που σηκώνουν στις πλάτες τους το βάρος πολλαπλών κρίσεων.
Όχι μόνο της οικονομικής κρίσης αλλά και του προσφυγικού.
Και είναι σημαντικό να τονίσουμε την διαφορά μεταξύ της εξαγγελίας αυτής και της καθόλου αντίστοιχης κίνησης που εγκαινίασε την απονενοημένη προεκλογική εκστρατεία του Κυρίου Σαμαρά το 2014.
Διότι τότε κανένα πλεόνασμα δεν μοιράστηκε, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η Νέα Δημοκρατία.
Έγινε αντίθετα η πολιτική επιλογή εκτροχιασμού του τότε προγράμματος μπροστά στην προδιαγεγραμμένη εκλογική ήττα.
Διότι η δαπάνη των 450 εκατομμυρίων ευρώ, με έντοκο γραμμάτιο να θυμίσω,
εγγράφηκε στο προϋπολογισμό του 2014 και οδήγησε στην αποτυχία να πιαστεί ο στόχος για 1,5% πρωτογενές πλεόνασμα.
Ο λογαριασμός έγραψε 0,4% λίγους μήνες μετά αφήνοντας ένα δημοσιονομικό κενό της τάξης των 2 δις.
Αλλά ποιος ενδιαφερόταν;
Το ζήτημα ήταν να ναρκοθετηθεί ο δρόμος για την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, να εξαφανιστούν τα ταμειακά διαθέσιμα και να στηθεί το σκηνικό για την Αριστερή παρένθεση.
Δεν σας πέρασε όμως.
Και δεν θα σας περάσει ούτε σήμερα.
Γιατί σήμερα δεν διανέμονται ανύπαρκτοι πόροι αλλά η υπεραπόδοση των εσόδων.
Και δεν τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος για το 2016.
Όσο και αν η ΝΔ επιθυμεί τον εκτροχιασμό για να μπορέσει να δικαιολογήσει το σχεδιασμό της για το 4ο Μνημόνιο, για ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας φορτώνοντας το στο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δικαιωθεί.
Η β΄ αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς νομοθέτηση μέτρων και με αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Η μεγάλη προσπάθεια για την αντιστροφή πορείας που ακολουθήσατε τις τελευταίες δεκαετίες θα συνεχιστεί.
Οι δυσκολίες είναι γνωστές, τα εμπόδια υπαρκτά και οι κοινωνικές αντοχές περιορισμένες.
Δεν πετάμε στα σύννεφα, δεν πανηγυρίζουμε, δεν θριαμβολογούμε.
Με συνέπεια, ευθύτητα και ειλικρίνεια κοιτάμε τον ελληνικό λαό στα μάτια και του λέμε ότι θα κάνουμε το καλύτερο δυνατό.
Και στο τέλος θα κριθούμε όχι μόνο από τις προθέσεις μας αλλά και από τα αποτελέσματα.
Σας ευχαριστώ.
Ενημέρωση των διαπιστευμένων πολιτικών συντακτών και ανταποκριτών ξένου τύπου
Κυρίες και Κύριοι,
Κατά τις χθεσινές συναντήσεις και συζητήσεις για την πορεία των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ελλάδας και των Θεσμών επιβεβαιώθηκε ότι το Eurogroup της 5ης Δεκέμβρη αποτελεί ορόσημο για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, τη λήψη των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και το άνοιγμα της συζήτησης για τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα ώστε η Ελλάδα να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ στο πρώτο τρίμηνο του 2017.
Συγκεκριμένα:
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος κος Πιερ Μοσκοβισί ανέδειξε την ισχυρή και θετική πρόοδο που έχει συντελεστεί. Τόνισε ότι οι συζητήσεις κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση ενώ αναφερόμενος στο ζήτημα του χρέους δήλωσε ότι εφόσον οι ελληνικές αρχές αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους τότε και οι εταίροι της πρέπει να αναλάβουν τις δικές τους.
Τέλος, επιβεβαίωσε ότι η ανάπτυξη θα είναι 2,5% με 3% το 2017 συντασσόμενος πλήρως με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Στο χθεσινό EWG επίσης καταγράφηκε η πρόοδος που έχει γίνει κατά τις διαπραγματεύσεις. Εντοπίστηκαν, όμως, και οι γνωστές διαφορές στα ζητήματα των ενεργειακών, δημοσιονομικών και εργασιακών.
Με δεδομένα τα παραπάνω θεωρούμε ότι είναι εφικτός και ρεαλιστικός ο στόχος για μια πολιτική συμφωνία στο κρίσιμο Eurogroup της 5ηςΔεκεμβρίου και προς αυτήν την κατεύθυνση εργάζεται εντατικά η ελληνική κυβέρνηση.
Στη συνέχεια και μέχρι το τέλος του χρόνου θα πρέπει να γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες εκ μέρους όλων των πλευρών ώστε και τυπικά να κλείσουν οι διαδικασίες και να ανοίξει ο δρόμος για την ποσοτική χαλάρωση.
Θυμίζω εξάλλου τη χθεσινή δήλωση του κυρίου Ντράγκι ότι είναι προς το συμφέρον της Ευρωζώνης αλλά και της Ελλάδος να βρεθεί μόνιμη λύση που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Όπως επίσης και ότι είναι σημαντικό να μην χαθεί το “μομέντουμ” για την απομείωσή του.
Ωστόσο, όλες οι πλευρές και ειδικά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πρέπει να κατανοήσουν ότι μέτρα μετά το 2018 δεν γίνονται αποδεκτά. Και το ίδιο ισχύει και για μια λύση στα εργασιακά που θα αντίκειται στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.
Όσο για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά τη λήξη του προγράμματος αν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά, συμφωνώντας με την ελληνική κυβέρνηση, ότι είναι αδύνατον να διατηρηθούν, αντί να ζητά πρόσθετα μέτρα που λειτουργούν υφεσιακά θα πρέπει αντίθετα να πιέσει στην κατεύθυνση για την γενναία ρύθμιση του ελληνικού χρέους και τη συνακόλουθη αντίστοιχη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Σε ότι αφορά το Κυπριακό η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει σταθερά την προσπάθεια για επανεκκίνηση των συνομιλιών στην Κύπρο παρά τις δυσκολίες.
Βρισκόμαστε σε σταθερό συντονισμό και επαφή με την Κυπριακή Κυβέρνηση με στόχο την εξέυρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ και της ιδιότητας της Κύπρου ως κράτους μέλους της ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα του Πρωθυπουργού. Μετά τις χθεσινές συναντήσεις με τους κυρίους Κερέ και Μοσκοβισί αναχώρησε για την Κούβα προκειμένου να παρευρεθεί και να απευθύνει επικήδειο στην δημόσια / λαϊκή συγκέντρωση προς τιμήν του Φιντέλ Κάστρο που θα λάβει χώρα στην Plaza de la Revolucion στην Αβάνα, σήμερα στις 7 ώρα Κούβας. Σημειώνω ότι ο Πρωθυπουργός θα είναι ένας από τους λίγους ομιλητές κατά την διάρκεια της σημερινής συγκέντρωσης.
Θα επιστρέψει τα ξημερώματα της Πέμπτης ώστε την Παρασκευή να αναχωρήσει για το Άμπου Ντάμπι όπου στο περιθώριο της Συνόδου για την Πολιτιστική κληρονομιά (και όχι για το Περιβάλλον, όπως, εκ παραδρομής, αναφέρθηκε) θα συναντήσει τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ.
Δήλωση για την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό
Χαιρετίζουμε την επανεκκίνηση των δικοινοτικών συνομιλιών για το Κυπριακό, που αποφασίστηκε χθες βράδυ στη Λευκωσία.
Η Ελλάδα, σε σταθερό συντονισμό με την Κυπριακή Δημοκρατία, θα συνεχίσει να εργάζεται εντατικά, ώστε να εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες εξεύρεσης δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα.
Σε αυτή τη βάση θα εντείνει τις διπλωματικές ενέργειες, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να καταστεί εφικτή η σύγκλιση και στο κρίσιμο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων στο οποίο εμπλέκεται και για το οποίο έχει επανειλημμένως καταστήσει σαφείς τις θέσεις της.
Μόνο επί τη βάσει αυτής της συνεννόησης, στο πλαίσιο και διμερών ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων, μπορεί να πραγματοποιηθεί πολυμερής Διάσκεψη για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού σύμφωνα με τις Αποφάσεις του ΟΗΕ και της ιδιότητας της Κύπρου ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- 1
- 2