Monthly Archives : December 2017

Άρθρο στην εφημερίδα Νέα Σελίδα

Το τέλος του ημερολογιακού έτους έχει επικρατήσει να συνδέεται με τον αναστοχασμό και την αναδρομή σε όσα προηγήθηκαν αλλά και τις προβολές, τις σκέψεις και τους σχεδιασμούς όσων θα ακολουθήσουν.

 

Αν και σπανίως ο πολιτικός χρόνος συμπίπτει με τον συμβατικό χρόνο, έχει νόημα να σεβαστούμε αυτή την παράδοση καθώς δίνει την ευκαιρία ώστε προσωπικά και συλλογικά να αναλογιστούμε και να συστηματοποιήσουμε το παρελθόν αλλά και να οργανώσουμε το μέλλον. Πράγμα που δεν είναι πάντοτε εύκολο όταν κανείς παρασύρεται στο φρενήρη ρυθμό της καθημερινότητας και της πολιτικής αλλά και κοινωνικής αντιπαράθεσης.

 

Η αναφορά εξάλλου στο παρελθόν, η προσπάθεια να το σκεφτούμε και να το αφηγηθούμε, να το κατανοήσουμε και να το εξηγήσουμε δεν είναι μια απλή θεωρητική άσκηση. Είναι πράξη βαθειά πολιτική καθώς διαμορφώνει τους όρους διαχείρισης του μέλλοντος.

 

Δεν είναι καθόλου τυχαίο επομένως ότι σε μεγάλο βαθμό και η τρέχουσα πολιτική αντιπαράθεση αφορά όχι μόνο στο μέλλον αλλά και στο παρελθόν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι εκπρόσωποι της παραδοσιακής πολιτικής ελίτ της χώρας υπερασπίζονται με τέτοια ένταση και τέτοια επιμονή τις προηγούμενες επιλογές τους, το πολιτικό τους δηλαδή παρελθόν.

 

Έτσι κάπως φτάνουμε στην αγωνιώδη προσπάθεια της αξιωματικής αντιπολίτευσης να επαναφέρει στο πολιτικό προσκήνιο την συζήτηση για το αλήστου μνήμης success story του 2014.

 

Αυτή ήταν εξάλλου η βασική επιχειρηματολογία της και κατά τη διάρκεια της συζήτησης του προϋπολογισμού του 2018 λίγες μέρες πριν.

 

Τι ισχυρίστηκαν όμως κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης τα στελέχη της; Ότι δήθεν η Ελλάδα ήταν έτοιμη το 2014 να ολοκληρώσει με επιτυχία το δεύτερο πρόγραμμα και είχε ανοιχτό το δρόμο μπροστά της ώστε να επαναφέρει τη χώρα στις διεθνείς αγορές από τις οποίες είχε αποκλειστεί από το 2010.  Τελικά, σύμφωνα πάντα με αυτή την αφήγηση του παρελθόντος, το μόνο που εκτροχίασε την τότε κυβέρνηση ήταν η ανεύθυνη στάση του ΣΥΡΙΖΑ και κατά λογική συνέπεια του ελληνικού λαού που τον έφερε στη θέση της κυβέρνησης τον Ιανουάριο του 2015.

 

Υπάρχουν εδώ δύο σημαντικές παραδοχές. Η πρώτη είναι η ευκολότερα αποδομήσιμη και αφορά την ουσία του success story το οποίο υπήρχε μόνο στη φαντασία όσων το επικαλέστηκαν τότε και το επικαλούνται ακόμα και σήμερα. Διότι σε τι ακριβώς συνίσταται η επιτυχία; Στην ανεργία του 27%, στην μη επίτευξη του στόχου του τότε προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% το 2014 (αποτέλεσμα έτους 0,2%);

Στην ανυπαρξία ταμειακών διαθέσιμων αλλά και οποιασδήποτε δέσμευσης για ρύθμιση του ελληνικού χρέους από τη μεριά των δανειστών;

Στην καθοδική τάση όλων των θεμελιωδών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας; στην πολιτική αδυναμία της τότε κυβέρνησης να ολοκληρώσει την πέμπτη αξιολόγηση;

Στην αποτυχημένη δεύτερη έξοδο στις αγορές; Ή μήπως στην σαφή δήλωση της τρόικας ήδη από τον Ιούνιο του 2014 ότι το πρόγραμμα είναι “αναντίστρεπτα εκτός πορείας” (irretrievably out of track);

 

Για να δούμε όμως και το δεύτερο σκέλος του επιχειρήματος, την δεύτερη παραδοχή. Τι λέει περίπου; Ναι, όλα αυτά ισχύουν όμως ο λόγος ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υποσχεθεί στον ελληνικό λαό να τερματίσει το πρόγραμμα και να ακολουθήσει μια διαφορετική πολιτική. Και ο «αδαής» λαός, ή εν πάση περιπτώσει ένα μεγάλο τμήμα του, πίστεψε αυτή την υπόσχεση, ότι δηλαδή τα πράγματα μπορούν να γίνουν και διαφορετικά, έχασε την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση, ενώ ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να προκαλέσει και εκλογές με την μη σύμπραξη στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Πράγμα που αποδιοργάνωσε, με την πάροδο του χρόνου, την συμπολίτευση, η οποία δεν είχε πια τη δυνατότητα να στηρίξει κοινοβουλευτικά την ολοκλήρωση της πέμπτης αξιολόγησης. Εδώ για να είμαστε ακριβείς δεν έχουμε μια μόνο παραδοχή αλλά δεκάδες. Στην πραγματικότητα η ευθύνη σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα για όλα τα κακά της μοίρας της τότε συγκυβέρνησης δεν ήταν ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν ο ελληνικός λαός που δεν κατανόησε το μεγαλείο του σχεδιασμού των κων Σαμαρά και Βενιζέλου. Ο Σύριζα ήταν απλώς το όχημα μέσα από το οποίο εκφράστηκε αυτή η «ανεύθυνη στάση» του ελληνικού λαού που έπρεπε να υπομείνει τα πρωτογενή πλεονάσματα του 4,5% μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας,  την ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία, τις 15.000 απολύσεις στο δημόσιο, την Μικρή ΔΕΗ, το λοκ αουτ, την απελευθέρωση των μαζικών απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, τα μέτρα ύψους  5,5 δις μόνο για το 2015 (θυμίζω ότι το δημοσιονομικό κενό ήταν τότε 2,8% σύμφωνα με τους ευρωπαίους, γιατί το ΔΝΤ προσέθετε ακόμη περισσότερα) και πολλά άλλα που βεβαίως ανασχέθηκαν με την «καταστροφική διαπραγμάτευση του 2015». Ίσως βεβαίως ο ελληνικός λαός θα έπρεπε να τα αφήσει να υλοποιηθούν καθώς ήταν απαράδεκτο  από μέρους του να μην επιτρέψει την ιστορική δικαίωση του τότε Πρωθυπουργού και του Αντιπροέδρου του.

 

Η γνώμη μου είναι ότι όλο το επιχείρημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Είναι στην πραγματικότητα ένας εύκολος τρόπος για να συγκαλυφθούν τα πολιτικά αδιέξοδα της τότε συγκυβέρνησης αλλά και του ίδιου του δεύτερου προγράμματος που είχε συμφωνήσει και τελικά να χρεωθούν σε κάποιον άλλον, ήτοι τον ελληνικό λαό που δεν εννόησε και το ΣΥΡΙΖΑ που λειτούργησε ως εκφραστής αυτής της λαϊκής ανοησίας.  Την ίδια στιγμή η επανάληψη του αφηγήματος του success story εκ μέρους της σημερινής ηγεσίας της ΝΔ είναι η απόδειξη ότι ο πολιτικός της σχεδιασμός είναι να ακολουθήσει την ίδια βαθιά αντιδραστική πολιτική της περιόδου 2012-2014 και αυτή είναι σίγουρα μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιπλοκή.

 

Αυτό που θα είχε βεβαίως μια κάποια σημασία θα ήταν να εξεταστεί και η ιδεολογική εικόνα για το λαό και την αντιληπτική δυνατότητα των πολιτών που υποβαστάζει όλο το συναφές αφήγημα, πράγμα που θα ήταν εξόχως αποκαλυπτικό για την εγγενή αλαζονεία των ελίτ της χώρας. Αλλά αυτό δεν εντάσσεται στην στοχοθεσία του παρόντος.

 

Εν πάση περιπτώσει, από τα παραπάνω ένα συμπέρασμα βγαίνει. Ότι τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ και η σημερινή κυβέρνηση δεν έχουν να συγκριθούν με την κολοσσιαία αποτυχία της συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Αυτό αφορά κάποιους ελάχιστους και ελάχιστες που συνηθίζουν να κυκλοφορούν στα κοσμικά σαλόνια της πρωτεύουσας, κάποια μέλη της παλιάς πολιτικής ελίτ και κάποιους γνωστούς μεγαλοδημοσιογράφους που επαναλαμβάνουν τα αφηγήματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ χωρίς μάλιστα να τα καλοσκέφτονται.

Αν έχει νόημα με κάποιον να συγκριθεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι με τον ίδιο τον εαυτό του. Για να εξηγήσει τις επιτυχίες και τις αποτυχίες του, τις αποφάσεις που πήρε, τις τακτικές του επιλογές αλλά και τις αναγκαστικές παρεκκλίσεις από τον αρχικό του σχεδιασμό. Να περιγράψει τον ιδεολογικό του ορίζοντα, να αναλύσει τους στόχους του, να θέσει τις κοινωνικές και πολιτικές διαχωριστικές γραμμές του μέλλοντος.

Και το 2018, έτος ορόσημο για την έξοδο από το πρόγραμμα και την μνημονιακή επιτροπεία, θα είναι ο κατεξοχήν κατάλληλος χρόνος για κάτι τέτοιο. Από την επιτυχία αυτού του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί και η έκβαση της επόμενης μεγάλης πολιτικής μάχης. Θα εξαρτηθεί αν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα δικαιώσει τις προσδοκίες των κοινωνικών δυνάμεων που τον έφεραν στην κυβερνητική εξουσία.

Συνέντευξη στον ρ/σ «Στο Κόκκινο» και στον Σ. Σχινά

Οι οικονομικές προϋποθέσεις για την καθαρή έξοδο από το πρόγραμμα έχουν διαμορφωθεί. Η χώρα βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να είναι και δυναμική. Οι τεχνικές και πολιτικές προϋποθέσεις της καθαρή εξόδου μπορούν να διαμορφωθούν στη συζήτηση μετά την 3η αξιολόγηση. Εφικτός και επιτεύξιμος ο στόχος αυτοδύναμης εξόδου στις αγορές μετά τον Αύγουστο του 2018.

ΒΗΜΑΤΑ ΕΩΣ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 2018
Πρώτα η ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης – απόφαση Eurogroup 22/1 – απόφαση ESM. Κατόπιν η εκκίνηση συζήτησης που αφορά: 
1) ολοκλήρωση μέτρων που απομένουν για να έχουμε και τυπική λήξη των δεσμεύσεων από τη συμφωνία του 2015 (η λεγόμενη 4η αξιολόγηση), 
2) συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες εως 15% του ΑΕΠ, 
3) Πλαίσιο εποπτείας της ελληνικής οικονομίας την επόμενη ημέρα. Η συζήτηση αυτή θα ξεκινήσει Φλεβάρη και θα ολοκληρωθεί εντός του καλοκαιριού για να μπορέσουμε από τον Αύγουστο να περάσουμε στην επόμενη μέρα.

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΒΛΥΝΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
Παράλληλα, από το Σεπτέμβρη του 2015, έχουν γίνει πολλά για την άμβλυνση των κοινωνικών συνεπειών των μνημονίων. Πρωτοβουλίες κοινωνικής προστασίας, ανθρωπιστική κρίση, εισόδημα αλληλεγγύης, πρόσβαση ανασφαλιστων στο εθνικό σύστημα υγείας, μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα, κοινωνικά μερίσματα του 2016 και 2017. Το ότι προχωράμε σε τέτοιες πρωτοβουλίες δεν μπορεί να θεωρηθεί οτι αποτελεί προεκλογικού χαρακτήρα πολιτική και αυτό θα αποδειχθεί και στην πράξη. Όσοι το λένε, απλώς δεν μπορούν να κατανοήσουν τις κοινωνικές αναφορές αυτής της κυβέρνησης.

ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ – ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΕΚΑΣ
Κατά τη διαπραγμάτευση το 2015 προσπαθήσαμε να αποτρέψουμε την περικοπή του ΕΚΑΣ αλλά οι δανειστές ήταν αδιάλλακτοι. Καταφρέραμε μόνο η περικοπή του ΕΚΑΣ να γίνει σταδιακά. Ας μείνουμε στις δηλώσεις των αρμόδιων Υπουργών που κάνουν λόγο για σκέψεις και προκαταρκτικέςεργασίες για την αναπλήρωση του κενού που έχει δημιουργηθεί.

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

ΣΧΙΝΑΣ: Έχουμε μαζί μας τον κύριο Τζανακόπουλο, τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο. Είναι μαζί μας στην τελευταία συνέντευξη του χρόνου για την εκπομπή. Τον ευχαριστούμε ιδιαίτερα τον κύριο Τζανακόπουλο γι’ αυτή την τιμή.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δική μου η τιμή.

ΣΧΙΝΑΣ: Να είστε καλά και χρόνια πολλά, κύριε Τζανακόπουλε.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Χρόνια πολλά.

ΣΧΙΝΑΣ: Κλείνει μια χρονιά. Και το 2018, έχετε κι εσείς υποστηρίξει με πολύ καθαρό τρόπο -μάλιστα στην πρόσφατη ομιλία σας για τον προϋπολογισμό στη Βουλή- ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις, για να υπάρξει αυτό που ονομάζεται καθαρή έξοδος από τα μνημόνια ή έξοδος από την επιτροπεία.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι οικονομικές προϋποθέσεις, νομίζω, έχουν διαμορφωθεί. Δηλαδή, η χώρα έχει περάσει σε μια φάση ανάκαμψης για την οποία εργαζόμαστε, ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο δυναμική. Οι τεχνικές προϋποθέσεις, όπως και οι πολιτικές προϋποθέσεις, μπορούν να διαμορφωθούν στο πλαίσιο της συζήτησης που θα ξεκινήσει μετά την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης. Νομίζω ότι ο στόχος για την αυτοδύναμη έξοδο της χώρας στις αγορές, μετά τον Αύγουστο του 2018, είναι και εφικτός και επιτεύξιμος.

ΣΧΙΝΑΣ: Έχω την εντύπωση ότι στα τρέχοντα επίπεδα έχει δημιουργηθεί μια κατάσταση, η οποία μπορεί να πει κανείς ότι χαρακτηρίζεται από το εξής: Ότι οι ορατές πλέον και χειροπιαστές επιτυχίες στο μέτωπο της οικονομίας, αλλά και κυρίως στο μέτωπο της δημοσιονομικής διαχείρισης, αλλά και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, δίνουν τη δυνατότητα για την κυβέρνηση να αναιρεί κάποιες από τις αρνητικές συνέπειες της επιβολής των μνημονίων για σχεδόν μια επταετία στη χώρα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας έλεγα το εξής, κύριε Σχινά. Ότι από τον Σεπτέμβρη του 2015, όταν και πήραμε εντολή να εφαρμόσουμε και να ολοκληρώσουμε τη Συμφωνία, στην οποία κατέληξε η ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2015 με τους δανειστές, έχουν γίνει πάρα πολλά για την άμβλυνση ακριβώς των κοινωνικών συνεπειών των μνημονίων. Και του πρώτου και του δεύτερου, αλλά και της δημοσιονομικής προσαρμογής που επιβλήθηκε από το τρίτο πρόγραμμα.

ΣΧΙΝΑΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, υπάρχει ένα μπαράζ όμως, ας μου επιτραπεί η έκφραση, τον τελευταίο καιρό τέτοιων μέτρων και κάποιοι φτάνουν στο σημείο να μιλούν για προεκλογικές παροχές.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν πρόκειται περί αυτού. Δεν μπορούν να κατανοήσουν τη λογική αυτής της κυβέρνησης, δεν μπορούν να κατανοήσουν την πολιτική της τοποθέτηση, δεν μπορούν να κατανοήσουν τις κοινωνικές της αναφορές. Και γι’ αυτό τον λόγο οποτεδήποτε προχωράμε σε παρεμβάσεις, οι έχουν χαρακτήρα κοινωνικής υποστήριξης, θεωρούν ότι εμείς το κάνουμε σε ένα πλαίσιο προεκλογικής προετοιμασίας. Ε, δεν πρόκειται περί αυτού. Αυτό θα επιβεβαιωθεί από τα πράγματα. Πέρα από τον λόγο μας, τίποτα άλλο δεν μπορεί να το επιβεβαιώσει πέρα από το πέρασμα του χρόνου.

ΣΧΙΝΑΣ: Μόνο οι πράξεις.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Άρα, λοιπόν, σας λέω το εξής. Εμείς από τον Σεπτέμβρη του 2015 προσπαθήσαμε να πάρουμε πρωτοβουλίες κοινωνικής υποστήριξης και κοινωνικής προστασίας. Το κάναμε και με την ανθρωπιστική κρίση και με το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης και με τη δυνατότητα πρόσβασης των ανασφάλιστων, δυόμισι εκατομμυρίων ανασφάλιστων, στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Και με μία μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα που κατά κύριο λόγο στόχευε να προστατεύσει και να ενισχύσει τα χαμηλά εισοδήματα. Και με το κοινωνικό μέρισμα που  δώσαμε, την εφάπαξ 13η το 2016. Και τώρα, εξαιτίας του γεγονότος ότι και τεχνικά είμαστε πιο έμπειροι και πιο έτοιμοι, σε σχέση με το 2016, είχαμε τη δυνατότητα να υπολογίσουμε ακριβώς το ύψος του υπερπλεονάσματος. Είχαμε τη δυνατότητα να εξασφαλίσουμε ένα ποσό που προσεγγίζει το 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ και αυτό το χρησιμοποιήσαμε, όπως οφείλαμε και όπως είχαμε καθήκον, ώστε να επιστρέψουμε στην κοινωνία αυτό το οποίο της οφείλουμε. Τι είναι αυτό; Είναι το κοινωνικό μέρισμα, είναι η ενίσχυση των ανέργων, είναι η ενίσχυση της ΔΕΗ, έτσι ώστε το κοινωνικό τιμολόγιο να παραμείνει στα χαμηλά επίπεδα που βρίσκεται σήμερα. Και μια σειρά από άλλες παρεμβάσεις, όπως ήταν για παράδειγμα και τα 350 περίπου εκατομμύρια, τα οποία επιστράφηκαν στους συνταξιούχους, εξαιτίας του γεγονότος ότι το 2012 έως το 2015 υπήρχε ένας λανθασμένος υπολογισμός των εισφορών τους και γι’ αυτό τον λόγο ήταν αχρεωστήτως καταβληθέντα κάποια χρήματα που είχαν δώσει. Επομένως, το γεγονός ότι εμείς προχωράμε σε πρωτοβουλίες άμβλυνσης των κοινωνικών συνεπειών και κοινωνικής υποστήριξης, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι αποτελεί προεκλογικού χαρακτήρα πολιτική. Δεν λειτουργούμε με αυτό τον τρόπο. Αλλά σας ξαναλέω ότι αυτό μένει να αποδειχθεί και στην πράξη.

ΣΧΙΝΑΣ: Κύριε Υπουργέ, θα μου επιτρέψετε να σας μεταφέρω κάτι γιατί δεχόμαστε πολλά τηλεφωνήματα τον τελευταίο καιρό –και με την αλλαγή της χρονιάς. Ξέρετε ήδη έχουν καταβληθεί και οι συντάξεις του Δεκεμβρίου. Στα πλαίσια συμφωνιών που ήταν δεσμευμένη η κυβέρνηση να εφαρμόζει, έχει γίνει περικοπή του ΕΚΑΣ σε ευάριθμο σύνολο χαμηλοσυνταξιούχων. Και η κυρία Αχτσιόγλου, αλλά και ο κύριος Πετρόπουλος, πριν από λίγες ημέρες μας είπαν ότι υπάρχουν σκέψεις για το πώς αυτό το πράγμα θα μπορέσει να αντιμετωπιστεί, διότι μιλάμε για ανθρώπους που κινούνται στη σφαίρα των 400, 350, 500 ευρώ.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι πλήρως κατανοητό.

ΣΧΙΝΑΣ: Σας το μεταφέρω, γιατί νομίζω ότι ηθικά είναι δίκαιο. Τώρα πρέπει και να γίνει κάποια στιγμή, νομίζω.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τώρα πρέπει να βάλουμε τη συζήτηση στην ορθή της διάσταση. Ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι το καλοκαίρι του 2015 υπογράφηκε μια Συμφωνία στην οποία, παρά το γεγονός ότι προσπαθήσαμε να αποφύγουμε και να αποτρέψουμε την περικοπή του ΕΚΑΣ, η θέση των δανειστών σε σχέση με αυτό ήταν πλήρως αδιάλλακτη. Απαίτησαν να κοπεί το ΕΚΑΣ για λόγους που είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι δεν ήταν απολύτως ορθά προσανατολισμένο και δεν δινόταν με εισοδηματικά κριτήρια και ότι θα έπρεπε να αναδιαμορφωθεί, εν πάση περιπτώσει, το πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής. Δεν έχει σημασία να μπούμε στα επιχειρήματα εκείνης της περιόδου. Αυτό το οποίο καταφέραμε ήταν η περικοπή του ΕΚΑΣ να γίνει…

ΣΧΙΝΑΣ: Σταδιακά.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σταδιακά, ακριβώς. Να μην γίνει μια κι έξω. Τώρα, από εκεί και πέρα, εγώ κρατάω τις δηλώσεις των αρμόδιων υπουργών. Της υπουργού Εργασίας, αλλά και του αρμόδιου υφυπουργού για την κοινωνική ασφάλιση, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχουν και σκέψεις, αλλά και προκαταρκτικές επεξεργασίες, έτσι ώστε να αναπληρωθεί αυτό το μεγάλο κενό το οποίο έχει δημιουργηθεί και να επιλυθεί μια μεγάλη κοινωνική αδικία.

ΣΧΙΝΑΣ: Τώρα, σε ό,τι αφορά το 2018, ο βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι να φτάσουμε στον Αύγουστο και να βγει η κοινωνία όρθια -όπως λέτε- και με ψηλά το κεφάλι από τη μνημονιακή περίοδο. Τα βασικά βήματα που πρέπει να γίνουν μέχρι εκεί, ποια είναι, κύριε Υπουργέ;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχάς πρέπει να ολοκληρώσουμε την τρίτη αξιολόγηση. Στο Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου θα υπάρξει έκθεση συμμόρφωσης εκ μέρους των θεσμών και από εκεί και πέρα νομίζω ότι με μια απόφαση του  Eurogroup και στη συνέχεια με μια αντίστοιχη απόφαση του ESM θα μπορέσουν και τυπικά να ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες που απαιτούνται. Το επόμενο βήμα είναι να εκκινήσει η συζήτηση που αφορά, κατ’ αρχάς, τρία διαφορετικά πράγματα: Ο πρώτος πυλώνας της συζήτησης θα σχετίζεται με την ολοκλήρωση όλων μέτρων που απομένουν για να έχουμε και μία τυπική λήξη των δεσμεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης από τη συμφωνία του 2015, η λεγόμενη 4η αξιολόγηση. Ο δεύτερος πυλώνας της συζήτησης αφορά την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το ελληνικό χρέος, στη βάση της απόφασης  Eurogroup της  15ης  Ιουνίου, σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να εφαρμοστούν μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, έτσι ώστε να εκπληρωθεί ο στόχος, που είναι ότι το ελληνικό δημόσιο δεν θα πρέπει να έχει ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες άνω του 15% του ΑΕΠ για το μεσοπρόθεσμο διάστημα. Επομένως, ότι μέτρα χρειάζεται να εφαρμοστούν για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα εφαρμοστούν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, αλλά θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν προηγουμένως. Και τρίτος πυλώνας, φυσικά, του προγράμματος αφορά το πλαίσιο εποπτείας της ελληνικής οικονομίας την επόμενη ημέρα. Νομίζω ότι αυτοί οι τρεις διαφορετικοί πυλώνες εξαντλούν τη συζήτηση, η οποία θα εκκινήσει τον Φεβρουάριο και είμαστε βέβαιοι ότι θα ολοκληρωθεί εντός του καλοκαιριού, για να μπορέσουμε από τον Αύγουστο του 2018 και μετά να περάσουμε στην επόμενη ημέρα. Μεταμνημονιακή ημέρα για τη χώρα.

ΣΧΙΝΑΣ: Κύριε Υπουργέ, να σας ευχαριστήσω θερμά, να ευχηθώ ό,τι καλύτερο και προσωπικά για το 2018 και θα τα ξαναπούμε το νέο έτος. Χρόνια πολλά.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Να είστε καλά. Χρόνια πολλά.

Συνέντευξη στον ρ/σ ALPHA Καβάλας

ΣΚΟΠΙΑΝΟ

Εντός του 2018, με δεδομένη και τη στάση της πΓΔΜ, ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας επίλυσης ενός πολύχρονου προβλήματος. Υπάρχουν τα κυβερνητικά όργανα και οι θεσμικές τους διεργασίες αλλά και οι Προγραμματικές Δηλώσεις της κυβέρνησης για την εξεύρεση σύνθετης ονομασίας. Για την εφαρμογή της απόφασης αναγκαίο να οικοδομήσουμε την ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση. Στα εθνικά ζητήματα αυτό είναι σημαντικό. Άρα αναγκαία και η τοποθέτηση της ΝΔ αντί να θέτει ζήτημα δεδηλωμένης. Αντί να βλέπει την ακίδα στο μάτι του διπλανού να βλέπει το παλούκι στο δικό της.

ΚΑΘΑΡΗ ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ

Στόχος της κυβέρνησης μετά την 21/8/2018 είναι η Ελλάδα να είναι αυτοδύναμη στις αγορές δηλαδή χωρίς τη στήριξη του επίσημου τομέα δηλαδή χωρίς δανειακή σύμβαση με νέους όρους. Η δημοσιονομική προσαρμογή αλλά και η πορεία των ελληνικών ομολόγων δικαιώνουν αυτήν τη στρατηγική.

ΕΠΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2018

Η εφαρμογή των μέτρων που οδηγούν στο πλεόνασμα 3,5% δεν είναι ζήτημα της συμφωνίας με τους δανειστές αλλά και για να βρισκόμαστε εντός των ορίων του συμφώνου σταθερότητας που ισχύει για όλες τις χώρες της ΕΖ. Μετά το 2020 πιθανό το 2% καθώς πιθανόν δε θα περιορίζεται από το σύμφωνο σταθερότητας πια.

ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΜΙΣΘΟΣ

Η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι πολιτική και στρατηγική τοποθέτηση της ελληνικής κυβέρνησης. Δεν σχετίζεται με τη δημοσιονομική προσαρμογή ή το πρόγραμμα. Εξαρτάται μονάχα από την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ

Το κοινωνικό μέρισμα είναι ηθική και πολιτική υποχρέωση της κυβέρνησης. Αποδίδουμε στην κοινωνία το υπερπλεόνασμα που δημιουργείται. Είτε λόγω των απαισιόδοξων προβλέψεων των δανειστών είτε λόγω αποτελεσματικότερου φορολογικού μηχανισμού. Στο βαθμό που δημιουργούνται πλεονάσματα αυτά θα επιστρέφουν σε αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη.

ΣΕΚΑΠ

Πολιτικός στόχος να μην κλείσει η καπνοβιομηχανία. Εφόσον στο πλαίσιο της έννομης τάξης υπάρχει οποιοδήποτε περιθώριο για πρωτοβουλία της κυβέρνησης αυτή θα παρθεί.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Προσπάθεια της κυβέρνησης είναι ένα καθεστώς πελατειακό, ανισότητας, ευνοιοκρατίας να μετατραπεί σε ένα καθεστώς ισότητας και ισονομίας. Από το 2015 η κυβέρνηση κάνει πολλά για τη διαφθορά, το ρ/τ τοπίο, τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, το πόθεν έσχες.  Θα συνεχίσουμε πάντοτε εντός των ορίων του Συντάγματος και της έννομης τάξης.

ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ

Στο Κίνημα Αλλαγής είτε θα παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία με μετατοπίσεις προς τα αριστερά και αυτοκριτική για την προηγούμενη περίοδο είτε δεν υπάρχει περιθώριο διαλόγου με ό,τι σήμερα το Κίνημα Αλλαγής εκφράζει. Αυτή τη στιγμή παρατηρούμε ακόμη να συνεχίζεται η πολιτική ταύτιση με την πολιτική γραμμή της ΝΔ.

«ΔΕΞΙΑ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ»

Δεν υπάρχει τέτοιο σενάριο. Ούτε σκέψη για ΠτΔ.

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Κύριε υπουργέ, καλό μεσημέρι και χρόνια πολλά από τον Alpha Καβάλας.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Καλό σας μεσημέρι και χρόνια πολλά.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Ξέρετε ότι η ατζέντα είναι μεγάλη και τα θέματα που μας απασχολούν πολύ σημαντικά το τελευταίο χρονικό διάστημα. Ξεκινώ από το θέμα που βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα πολλών εφημερίδων σήμερα και έχει σχέση με την στάση της ελληνικής κυβέρνησης ή και της ελληνικής κυβέρνησης, γιατί θέση παίρνουν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σχετικά με την ονομασία του κράτους των Σκοπίων. Θέλω να μου πείτε πώς θα καθοριστεί η στάση της κυβέρνησης, πώς θα βγει ένα τελικό αποτέλεσμα και μέσα από ποιες διεργασίες, για να μάθουμε όλοι μας ποια είναι η στάση της συγκυβέρνησης τελικά απέναντι σε αυτό το πολύ σημαντικό θέμα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό που πρέπει να σχολιάσουμε, κατ’ αρχάς, είναι ότι εντός του 2018, με δεδομένη και την στάση της πΓΔΜ, ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την εξεύρεση λύσης σε ένα ζήτημα, σε ένα πρόβλημα, το οποίο ταλαιπωρεί τη χώρα μας εδώ και πάνω από 25 χρόνια. Ένα πρόβλημα το οποίο μας κληροδότησε η παράταξη που τότε κυβερνούσε, η Νέα Δημοκρατία, η οποία για λόγους που αφορούν το εσωτερικό της, την αδυναμία να έχει μια σοβαρή και συνεπή στάση ως ενιαία παράταξη, οδήγησε σε μία περιπέτεια, η οποία αισίως κλείνει 25 χρόνια. Το 2018 περνάμε στον 26ο χρόνο της εκκρεμότητας. Αυτό, λοιπόν, είναι το πρώτο πράγμα το οποίο πρέπει να σημειώσουμε, ότι δηλαδή υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα παράθυρο ευκαιρίας, για να επιλυθεί, επιτέλους, το ζήτημα. Το δεύτερο σχόλιο, το οποίο οφείλω να κάνω, είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει τις εσωτερικές της διαδικασίες, τα όργανά της, τα κυβερνητικά όργανα που προβλέπονται από τον νόμο, για να μπορεί να καθορίζει τη στάση της. Ωστόσο, αυτό το οποίο πρέπει να κρατάμε είναι ότι, επίσης, έχουν ψηφιστεί οι προγραμματικές δηλώσεις και τον Ιανουάριο του 2015, αλλά και τον Σεπτέμβριο του 2015, μετά τις δεύτερες εκλογές, όπου έχει καθοριστεί η στάση της κυβέρνησης στα μεγάλα ζητήματα. Έτσι, λοιπόν, είμαι πολύ αισιόδοξος ότι πάρα πολύ σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να προτείνουμε και στα υπόλοιπα κόμματα ένα modus operandi για να οδηγηθούμε σε συνομιλίες, οι οποίες θα οδηγήσουν και στην ολοκλήρωση του όλου θέματος και στην εξεύρεση μίας κοινά αποδεκτής λύσης…

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Θα μας θυμίσετε τι προβλέπουν οι προγραμματικές δηλώσεις; Τι αναφέρεται στις προγραμματικές δηλώσεις για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων; Τι ακριβώς αναφέρει αυτό το σημείο;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το σημείο είναι γνωστό και αφορά την σύνθετη ονομασία για την εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης. Όμως, το σημαντικό σε αυτή την υπόθεση είναι…

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Με γεωγραφικό προσδιορισμό, κύριε υπουργέ;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: …αφήστε με να ολοκληρώσω. Να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μία όσο το δυνατόν ευρύτερη κοινοβουλευτική συναίνεση, διότι ξέρετε ότι σε αυτά τα ζητήματα, τα οποία χαρακτηρίζονται και ως εθνικά, δεν είναι καθόλου αμελητέο, το να υπάρχει μία όσο το δυνατόν πιο ευρεία συναίνεση των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αλλά και των επιμέρους βουλευτών, για να μπορέσουν τα ζητήματα αυτά να μην τύχουν λαϊκιστικής ή μικροπολιτικής ή δημαγωγικής διαχείρισης από κάποιους, οι οποίοι θα ήθελαν να εμφανιστούν πιο εθνικά ευαίσθητοι από κάποιους άλλους. Αυτό είναι το σημαντικό ζήτημα σε αυτή την προσπάθεια. Διότι είναι άλλο πράγμα να προσπαθείς να λύσεις ένα πρόβλημα και είναι άλλο πράγμα, προσπαθώντας να το λύσεις, να δημιουργήσεις ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα. Άρα, λοιπόν, αυτό το οποίο πρέπει να κρατήσουμε, σε σχέση με την προσπάθεια που γίνεται από την μεριά της ελληνικής κυβέρνησης, είναι η ανάγκη για την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Και αυτό μας φέρνει και στην αναγκαία τοποθέτηση εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας, η οποία, αντί να θέτει ζήτημα δεδηλωμένης, θα πρέπει ευθέως και με σοβαρότητα να μας πει ποια είναι η δική της θέση ως κόμμα. Διότι, ξέρετε, είναι άλλο πράγμα να εκμεταλλεύεσαι ή να αξιοποιείς τις διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές καταβολές, τις γνωστές διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές καταβολές που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝ.ΕΛ και διαφορετικό πράγμα να μην μπορείς να τοποθετηθείς ούτε καν ως κόμμα. Διότι πρέπει να εξηγήσει η Νέα Δημοκρατία αν η πολιτική της θέση είναι αυτή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η παραδοσιακή θέση δηλαδή, της σύνθετης ονομασίας, ή είναι η θέση του κυρίου Αντώνη Σαμαρά.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Κατά την άποψη όλων μας, όλοι πρέπει να πάρουν μια ξεκάθαρη θέση απέναντι σε αυτό, αλλά νομίζω ότι πρώτη η κυβέρνηση δεν πρέπει να αποφασίσει το τι θα κάνει;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αντί να κοιτάει λοιπόν την ακίδα στο μάτι του διπλανού της, η Νέα Δημοκρατία πρέπει να δει το παλούκι στο δικό της μάτι. Αυτό είναι το σχόλιο το οποίο οφείλουμε να κάνουμε αυτή τη στιγμή.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Αυτό σε σχέση με την αντιπολίτευση. Αλλά υπάρχει και το θέμα της ιδιαίτερης προσέγγισης που κάνει ο κύριος Καμμένος το τελευταίο διάστημα, για μία ακόμη φορά, για τη χρήση του όρου «Μακεδονία». Αυτό πώς θα ξεπεραστεί;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η κυβέρνηση έχει τα εσωτερικά της όργανα και τις εσωτερικές της διαδικασίες. Θα έχει μία κοινή πολιτική θέση, έχει μία κοινή πολιτική θέση και με αυτήν θα πορευτεί στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Επομένως, ως προς αυτό, οφείλω να σας πω ότι έχουμε και τη βούληση, αλλά και την ικανότητα να επιλύσουμε, επιτέλους, ένα ζήτημα το οποίο λιμνάζει, εκκρεμεί, εδώ και 25 περίπου χρόνια.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Θα επιμείνω, γιατί αν δεν δεχτείτε, απ’ ό,τι φαίνεται από τις δηλώσεις του κυρίου Καμμένου να μην υπάρχει ο όρος «Μακεδονία» ή κάποιος άλλος προσδιορισμός, έστω και γεωγραφικός, δεν θα μπορεί να συμφωνήσει ο ίδιος με αυτό που θα προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ σας εξηγώ ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει και τη βούληση και την ικανότητα να παρουσιαστεί με μία κοινή θέση μέσα από τις εσωτερικές διαδικασίες, μέσα από τα όργανά της, τα οποία θα τοποθετηθούν το επόμενο διάστημα σε σχέση με όλα τα ζητήματα τα οποία αφορούν την τρέχουσα διαπραγμάτευση. Από εκεί και πέρα, το κρίσιμο είναι να δημιουργηθεί κοινοβουλευτικά η ευρύτερη δυνατή συναίνεση.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Πείτε μου κάτι τελευταίο, πριν πάμε στο θέμα της οικονομίας. Τι ακριβώς εννοείτε με τον όρο συναίνεση; Μιλάμε στο τέλος αυτής της διαδικασίας ακόμη, ενδεχομένως, και για σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, για να ληφθεί μια οριστική απόφαση;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Στο τέλος της όλης διαδικασίας κάθε τι, το οποίο θα συμφωνήσουμε με τους γείτονές μας, θα πρέπει να εγκριθεί από το Κοινοβούλιο. Αυτό εννοώ ως συναίνεση.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Από το Κοινοβούλιο. Σύγκληση Πολιτικών Αρχηγών; Έχει απορριφθεί η πρόταση αυτή;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχει αυτή τη στιγμή αποφασιστεί κάτι τέτοιο από τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Τι εννοείτε με τον όρο «καθαρή έξοδο από τα μνημόνια»; Εσείς, βεβαίως, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, πολλές φορές έχετε δώσει το στίγμα. Αλλά έχουν γίνει κι άλλες δηλώσεις και νομίζω ότι έχει προκληθεί και μια μικρή σύγχυση για το τι ακριβώς πρέπει να περιμένουμε μετά την 21η Αυγούστου του 2018. Μπορείτε επιγραμματικά να γίνετε πιο συγκεκριμένος;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επιτρέψτε μου να σας απαντήσω σε αυτό, γιατί είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Η καθαρή έξοδος είναι μία φράση, η οποία θα μπορούσε να ερμηνευτεί από κάθε πλευρά με διαφορετικό τρόπο. Αυτό το οποίο αποτελεί στόχο της ελληνικής κυβέρνησης, αυτή τη στιγμή, είναι μετά την 21η Αυγούστου του 2018 να έχουμε τη δυνατότητα για αυτοδύναμη έξοδο στις αγορές. Τι σημαίνει αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές; Αναχρηματοδότηση του χρέους από τις αγορές χρήματος και όχι με τη στήριξη του επίσημου τομέα, δηλαδή, με νέο δάνειο από τον ESM. Διότι αυτό σημαίνει τέλος των μνημονίων. Τι σημαίνει τέλος των μνημονίων; Επιμένω, ότι δεν θα υπάρξει μία δανειακή σύμβαση, δηλαδή μία υποστήριξη για την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους από τους εταίρους μας ή από τον ESM, η οποία θα συνοδεύεται και από υποχρέωση για νέες μεταρρυθμίσεις και νέα δημοσιονομική προσαρμογή. Εφόσον, λοιπόν, δεν υπάρξει και δεν θα υπάρξει μια τέτοια νέα δανειακή σύμβαση, μπορούμε να πούμε με απόλυτη βεβαιότητα και με απόλυτη συνέπεια και ακριβολογώντας, ότι ολοκληρώνεται η περίοδος των μνημονίων μετά τη λήξη της τρέχουσας ακριβώς δανειακής σύμβασης και του τρέχοντος μνημονίου το οποίο τη συνοδεύει. Αυτή είναι η λογική. Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε. Και νομίζω ότι η πορεία της ελληνικής οικονομίας, η δημοσιονομική προσαρμογή που έχει ολοκληρωθεί, αλλά και η εικόνα που παρουσιάζουν αυτή τη στιγμή τα ελληνικά ομόλογα στις αγορές χρήματος, δικαιώνει μια τέτοια στρατηγική και δείχνει ότι υπάρχουν και οικονομικές προϋποθέσεις, αλλά και ότι μπορούν να διαμορφωθούν και οι πολιτικές προϋποθέσεις, για να είναι ακριβώς επιτυχημένη.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Πάντως, κύριε υπουργέ, υπάρχουν οι εθνικές δεσμεύσεις, αφορούν και εσάς και την οποιαδήποτε κυβέρνηση, ακόμα και μετά το 2019, με βάση πάντα τη συμφωνία του 2015. Θέλω λοιπόν να ρωτήσω, εάν μετά το ΄18 υπάρχει η δυνατότητα να επαναδιαπραγματευθείτε ορισμένα ζητήματα, όπως για παράδειγμα το ύψος του πλεονάσματος ή ακόμη και μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν από την 1/1/2019, όπως για παράδειγμα οι συντάξεις.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η εφαρμογή των μέτρων που οδηγούν στο πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% που αποτελεί, προσέξτε, όχι απλώς και μόνο, στόχο του μνημονίου, αλλά και στόχο ο οποίος επιβάλλεται από το ίδιο το Σύμφωνο Σταθερότητας. Διότι ξέρετε για να έχει τη δυνατότητα η χώρα να βρίσκεται εντός των ορίων που προβλέπει το σύμφωνο Σταθερότητας, όχι πια με βάση τη δανειακή σύμβαση ή το μνημόνιο που τη συνοδεύει αλλά με βάση τους κοινούς κανόνες που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, πρέπει να βρίσκεται περίπου στο 3,5%. Για τα πρωτογενή πλεονάσματα, λοιπόν, το ζήτημα δεν είναι το τι έχει συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση με τους δανειστές στο πλαίσιο της τρέχουσας συμφωνίας, το ζήτημα είναι να μπορούμε να βρισκόμαστε και εντός των ορίων του Συμφώνου Σταθερότητας. Αυτό, αν θέλετε, είναι κάπως τεχνικό, αλλά μπορούμε να το συζητήσουμε περαιτέρω, για να μπορεί η χώρα να τηρεί τα όσα επιβάλλονται από το Σύμφωνο Σταθερότητας, πρέπει να διατηρήσει για κάποιο χρονικό διάστημα ακριβώς ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%. Μετά το 2022 μάλιστα με βάση το βασικό σενάριο, αν το πρωτογενές πλεόνασμα θα κινείται κοντά στο 2% κι αυτό αποτελεί μια μεγάλη επιτυχία, καθώς ξέρετε η Ελλάδα τότε θα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης, η οποία και με την συναίνεση των εταίρων δεν θα περιορίζεται σε όσα καθορίζει και προσδιορίζει ακριβώς το Σύμφωνο Σταθερότητας. Θα είμαστε εκτός των ορίων του Συμφώνου Σταθερότητας και μάλιστα με την σύμφωνη γνώμη των δανειστών μας. Υπάρχει δηλαδή και αυτή η πιθανότητα. Το δεύτερο πράγμα το οποίο θέλω να σας πω σε σχέση με τα μέτρα του 2019 και του 2020 είναι ότι αυτά αποτελούσαν υποχρέωση της ελληνικής κυβέρνησης για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Από εκεί και πέρα, όλα θα εξαρτηθούν από την δημοσιονομική πορεία, αλλά και από την πορεία της ελληνικής οικονομίας στο επόμενο διάστημα.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Πάντως ήδη γίνονται, κύριε Τζανακόπουλε, οι πρώτες δηλώσεις, σας δίνω, επειδή θέλω να μιλάω με παραδείγματα, τόσο τη χθεσινή τοποθέτηση της κ. Αχτσιόγλου για τον κατώτατο μισθό, όσο και τις δηλώσεις του κ. Πετρόπουλου για πιθανή αναστολή ή και κατάργηση των περικοπών στις συντάξεις τον Ιανουάριο του 2019. Αυτό θα πέσει πάνω στο τραπέζι μετά την έξοδο από τα μνημόνια;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας είπα ότι όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Σε ό,τι αφορά πάντως και ειδικά τον κατώτατο μισθό, αυτή είναι μία πολιτική και στρατηγική τοποθέτηση εκ μέρους της κυβέρνησης, καθώς, ένα από τα βασικά ζητήματα αυτή τη στιγμή είναι οι μισθοί και ειδικά ο κατώτατος μισθός που είναι παγωμένος εδώ και πάνω από πέντε-έξι χρόνια να αυξηθεί, έτσι ώστε να τονωθεί και η ζήτηση στην ελληνική οικονομία, αλλά και να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής των εργαζόμενων. Επομένως αυτό δεν είναι κάτι που σχετίζεται με τη δημοσιονομική προσαρμογή, ούτε σχετίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, κατά τη γνώμη μου, με τις δεσμεύσεις που έχει η χώρα από το πρόγραμμα. Είναι μία πολιτική απόφαση η οποία εφόσον το επιτρέψει και η πορεία της οικονομίας να γίνει πράξη.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα καθορίσει και τη στάση σας απέναντι στη φορολογική πολιτική που θα ασκήσετε μετά την έξοδο από τα μνημόνια γιατί εδώ και λίγο καιρό υπάρχει…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ξαναείπα. Έχουμε την υποχρέωση αυτή τη στιγμή να έχουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας θα καθορίσουμε και την οικονομική και την δημοσιονομική πολιτική με βασικό στόχο να ελαφρύνουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τα μεσαία στρώματα, τα οποία έχουν συσσωρεύσει βάρη και έχουν σηκώσει στην πλάτη τους το μεγαλύτερο βάρος μαζί με τους εργαζόμενους, έχουν σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Αυτό πότε θα φανεί; Τους πρώτους μήνες του ’19 να υποθέσω, αφού κλείσει ο προϋπολογισμός του’18;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όλα αυτά θα έχουμε τη δυνατότητα να τα καθορίσουμε και να τα προσδιορίσουμε μετά την έξοδο της χώρας από τη μνημονιακή επιτροπεία, δηλαδή την περίοδο που θα οδηγεί στον προϋπολογισμό του 2019.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Βλέπουμε την τελευταία διετία, για να κλείσω το κεφάλαιο της οικονομίας, ότι η λογική της διανομής μερισμάτων έχει αποκτήσει μια σταθερή βάση, έναν σταθερό ρυθμό. Αυτό θα γίνεται κάθε χρόνο, αποτελεί δέσμευση για την κυβέρνηση ή και αυτό εξαρτάται από άλλους παράγοντες;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το κοινωνικό μέρισμα αποτελεί ηθική και πολιτική υποχρέωση της κυβέρνησης, καθώς αποδίδουμε στην κοινωνία το υπερπλεόνασμα, το οποίο δημιουργείται εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων, είτε διότι πολλές φορές οι εκτιμήσεις των δανειστών κατά τη διάρκεια των αξιολογήσεων και των διαπραγματεύσεων ήταν υπεραπαισιόδοξες, είτε διότι έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε έναν πολύ πιο αποτελεσματικό μηχανισμό σε ότι αφορά και την είσπραξη των φορολογικών εσόδων, αλλά και των ασφαλιστικών εισφορών. Σε αυτό τον τομέα η ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων και η λειτουργία του ΕΦΚΑ έχει παίξει τεράστιο ρόλο, διότι ξέρετε το μεγαλύτερο μέρος του υπερπλεονάσματος το 2017 είχε να κάνει με την υπέρβαση των στόχων του ΕΦΚΑ, επομένως η πολιτική υποχρέωση και η πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης είναι ότι, στο βαθμό που δημιουργούνται υπερπλεονάσματα, αυτά θα επιστρέφουν όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά και όσο το δυνατόν πιο ανταποδοτικά σε αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη. Αυτή είναι η πολιτική δέσμευση την οποία μπορούμε και να κάνουμε και να επαναλάβουμε.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Πάμε και στο θέμα της δικαιοσύνης. Εδώ υπάρχουν δύο βασικά ερωτήματα. Το πρώτο έχει σχέση και με την περιοχή μας και αν δεν έχετε αντίρρηση από αυτό να ξεκινήσω, γιατί είναι και στην επικαιρότητα σήμερα η υπόθεση της ΣΕΚΑΠ. Πρέπει να αναμένουμε κάποια νομοθετική πρωτοβουλία από πλευράς της κυβέρνησης.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε, ο πολιτικός στόχος της κυβέρνησης είναι προφανώς να μην κλείσει η καπνοβιομηχανία. Στον βαθμό που έχουμε την δυνατότητα εντός των ορίων της έννομης τάξης να πάρουμε κάποια πρωτοβουλία, θα την πάρουμε. Αυτό ακριβώς επεξεργαζόμαστε και αυτό ακριβώς συζητάμε.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Αυτή η δέσμευση υπήρξε ως βασικός όρος και μέσα στις εξασφαλίσεις που ζήτησε ο κ. Σαββίδης πριν επενδύσει;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, δεν γνωρίζω τίποτα τέτοιο. Δεν καταλαβαίνω, τι είναι ακριβώς αυτό που με ρωτάτε. Δεν παίρνει εξασφαλίσεις κανένας επενδυτής για να επενδύσει σε μία ιδιωτική επιχείρηση. Ειλικρινά μου κάνει εντύπωση, που με ρωτάτε κάτι τέτοιο. Αυτό που σας λέω είναι ότι…

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Όχι από την πλευρά της σημερινής κυβέρνησης.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: … δουλειά του κράτους δεν είναι να προσφέρει εξασφαλίσεις στους επενδυτές. Η δουλειά του κράτους είναι να εγγυάται την ορθή λειτουργία της έννομης τάξης, να εγγυάται την ασφάλεια των επενδύσεων στο μέτρο και στο βαθμό που κάτι τέτοιο ορίζεται από το νόμο. Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω εγώ, είναι ότι εφόσον υπάρχει δυνατότητα εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης να παρθεί οιαδήποτε πρωτοβουλία η οποία θα επιλύσει το ζήτημα για να κρατηθεί ανοιχτή η συγκεκριμένη επιχείρηση και να μην χάσουν τη δουλειά τους οι 170 εργαζόμενοι, θα γίνει. Αυτό, λοιπόν, επεξεργαζόμαστε ακριβώς ως ελληνική κυβέρνηση και τίποτα περισσότερο.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Νομίζω, κύριε υπουργέ, καταλαβαίνετε, γιατί θέτω το ερώτημα. Γιατί αυτό απορρέει και από τις δηλώσεις που έκανε πριν από λίγους μήνες για το ίδιο ακριβώς ζήτημα ο ίδιος ο επιχειρηματίας. Τόσο για τις επαφές που είχε με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όσο και με τη σημερινή.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ δεν θα σχολιάσω τις δηλώσεις του επιχειρηματία ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό καταλαβαίνετε, ότι κείται εκτός των ορίων της αρμοδιότητάς μου. Δεν είμαι αναλυτής ή σχολιαστής δηλώσεων επιχειρηματιών. Αυτό που σας λέω είναι η πολιτική θέση της κυβέρνησης, ότι θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας και στο πλαίσιο της έννομης τάξης ακριβώς για να διατηρηθεί ανοιχτή η επιχείρηση.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Εδώ και καιρό ακούμε, ότι θα αναληφθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για να είναι όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο. Αυτό με αφορμή και τα επεισόδια που είχαμε, της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δικαστικούς λειτουργούς. Αυτό θα δούμε να ξεδιπλώνεται σιγά – σιγά μέσα στο 2018 και με ποιο τρόπο;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τι εννοείτε να ξεδιπλώνεται; Η προσπάθεια της κυβέρνησης είναι, ένα καθεστώς πελατειακό, ένα καθεστώς ανισότητας, ένα καθεστώς άνισης μεταχείρισης, ένα καθεστώς ευνοιοκρατίας το οποίο ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό και μία από τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στην χρεοκοπία το 2010, να μετατραπεί σε ένα καθεστώς ισότητας και ισονομίας. Ακριβώς αυτή είναι η προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση από το 2015 σε μία σειρά από τομείς. Είτε αυτοί αφορούν τη διαφθορά, είτε αφορούν το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, είτε αφορούν τη νομοθεσία για την λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και είτε, προφανώς, συζητάμε για το πόθεν έσχες. Δεν μπορούν να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά, δεν μπορούν να υπάρχουν πολίτες διαφορετικών ταχυτήτων, δεν μπορούν να εφαρμόζονται διαφορετικές ρυθμίσεις αναλόγως με τη θέση του καθενός στο εσωτερικό της πολιτειακής ιεραρχίας. Σας λέω, λοιπόν, ότι κατά τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι πολιτικοί, κατά τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι δημοσιογράφοι, κατά τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι εκδότες, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και οι δικαστές. Και από την ελληνική κυβέρνηση έχει υπάρξει σαφέστατη και εκπεφρασμένη η βούληση, να κάνουμε αυτό το οποίο έχουμε καθήκον να κάνουμε, δηλαδή, να δημιουργήσουμε ένα καθεστώς ισότητας και ισονομίας. Και αυτό ακριβώς θα γίνει στα πλαίσια και στα όρια του ελληνικού Συντάγματος και της έννομης τάξης.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Τελευταίο ερώτημα. Θα πρέπει να περιμένουμε κάποιο άνοιγμα τους επόμενους μήνες προς την κεντροαριστερά, για να δημιουργηθεί με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις μία μεγαλύτερη συμμαχία, ενδεχομένως αργότερα, όπως λένε ορισμένοι, και σε κυβερνητικό επίπεδο;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η δική μας στάση απέναντι στο Κίνημα Αλλαγής είναι πολύ σαφής και πολύ συγκεκριμένη και έχει εκφρασθεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους όλο το προηγούμενο διάστημα και σε διαφορετικές ευκαιρίες. Αυτό το οποίο λέμε είναι, ότι το Κίνημα Αλλαγής, η ηγεσία του, ο κόσμος του, τα μέλη του, είτε θα παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, όπου φαίνεται να υπάρχουν το τελευταίο διάστημα μετατοπίσεις προς τα αριστερά και μετατοπίσεις που οδηγούν και σε αυτοκριτική σε σχέση με την πολιτική που ακολούθησε η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία την περίοδο προ της κρίσης, δηλαδή, τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, είτε δεν υπάρχει περιθώριο οποιουδήποτε διαλόγου ή οποιασδήποτε σύγκλισης με ό,τι σήμερα εκφράζει και εκπροσωπεί το Κίνημα Αλλαγής. Διότι αντί να βλέπουμε, ακριβώς, έναν πολιτικό διάλογο ο οποίος θα οδηγεί σε τέτοιου τύπου μετατοπίσεις, αυτό το οποίο παρακολουθούμε, είναι να συνεχίζεται η πολιτική γραμμή της ταύτισης με τη Νέα Δημοκρατία. Πάρα πολλές φορές μπερδεύεται κανείς παρακολουθώντας τις συζητήσεις στο ελληνικό Κοινοβούλιο με τις τοποθετήσεις των στελεχών, των βουλευτών του Κινήματος Αλλαγής. Πολλές φορές δεν μπορεί να τους ξεχωρίσει κανείς από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Και αυτή είναι μία πολιτική ταύτιση η οποία, κατά τη γνώμη μου, δεν δίνει και τη δυνατότητα αυτή τη στιγμή για να υπάρξει ένας ευρύτερος πολιτικός διάλογος. Εφόσον το Κίνημα Αλλαγής θέλει να αλλάξει ρότα, να επερωτήσει την επιλογή της απόλυτης ταύτισης με τη Νέα Δημοκρατία ειδικά μετά το 2012, όπου τα δύο κόμματα, οι δύο μηχανισμοί, τα δύο ελεγχόμενα δίκτυα εξουσίας ενοποιήθηκαν σε ένα ενιαίο καθεστώς, τότε πολύ ευχαρίστως εδώ είμαστε να συζητήσουμε. Ωστόσο, δεν βλέπω κάτι τέτοιο να γίνεται στο αμέσως επόμενο διάστημα.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Θα ήταν παράλειψη να μην σας ρωτήσω, γιατί το ακούω από τους πολιτικούς σας αντιπάλους, το σενάριο της δεξιάς παρένθεσης. Εκλογές, λέτε το 2019…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν υπάρχει τέτοιο σενάριο. Αυτά είναι σενάρια τα οποία εμείς δεν θα αντιγράφαμε ποτέ τις τακτικές του κ. Σαμαρά. Είμαστε πολύ πιο σοβαροί απ’ αυτό.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Δηλαδή, αυτό σημαίνει, σε κάθε περίπτωση, στήριξη του κ. Παυλόπουλου για δεύτερη πενταετία, το 2020;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τώρα, έχετε πάει στο 2020. Αναλόγως, τώρα, πως θα διαμορφωθούν οι συνθήκες το 2020, θα αποφασίσουμε και για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αν είναι δυνατόν. Ειλικρινά, δεν το έχω καν σκεφθεί αυτό το σενάριο.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Φαντάζομαι, ότι θα είναι ένα από τα ερωτήματα που θα σας θέτουν πολλές φορές οι συνάδελφοι από δω και πέρα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ξαναλέω, εμάς ο βασικός μας στόχος αυτή τη στιγμή είναι, να βγει η χώρα από το μνημόνιο, να σταθεροποιήσουμε την ελληνική οικονομία και όχι να κάνουμε σενάρια επί χάρτου, σε σχέση με τις επόμενες εκλογές και τι θα ακολουθήσει το έτος 2020. Αυτή είναι στην κυριολεξία μία σεναριολογία ακατάσχετη, η οποία δεν βοηθάει κιόλας την πολιτική συζήτηση.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Λέτε θα δείτε τις συνθήκες εκείνη την περίοδο. Κατηγορηματικά δεν λέτε, ναι, στην στήριξη του σημερινού Προέδρου.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν καταλαβαίνω. Ο κ. Παυλόπουλος έχει άλλα τρία χρόνια θητείας μπροστά του, είναι ένας εξαιρετικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τώρα με ρωτάτε για κάτι το οποίο θα συμβεί το 2020. Τι να σας πω. Καταρχήν, έχετε ρωτήσει τον κ. Παυλόπουλο, αν θέλει να είναι Πρόεδρος της Δημοκρατίας για δεύτερη θητεία; Δηλαδή, όλη αυτή η συζήτηση μου φαίνεται λίγο περίεργη.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Δεν συνηθίζει να δίνει συνεντεύξεις ο Πρόεδρος.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει.

ΧΑΖΑΡΙΔΗΣ: Σας ευχαριστώ. Πάρα πολύ θα έχουμε την ευκαιρία όλα αυτά να τα ξανασυζητήσουμε και την επόμενη περίοδο. Εύχομαι καλές γιορτές, καλή δύναμη και μακάρι το ’18 να φέρει κάτι καλύτερο για όλους μας. Να είστε καλά.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Γεια σας.

Συνέντευξη στον Β. Σκουρή για την REAL news

Μπορείτε να διαβεβαιώσετε ότι η τρίτη αξιολόγηση θα κλείσει στις 22 Ιανουαρίου κ. υπουργέ;
Η τεχνική συμφωνία έχει ολοκληρωθεί και εγκριθεί στην προηγούμενη συνεδρίαση του EG. Τώρα αυτό που απομένει είναι η νομοθέτηση των προαπαιτούμενων στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου. Νομίζω λοιπόν ότι θα καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε αμέσως μετα.

Στη διάταξη για την απεργία τι αλλαγές προγραμματίζετε;
Τις αλλαγές που συμφωνήθηκαν κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν αλλάζει ο τρόπος λήψης απόφασης για την απεργία. Όπου η απόφαση λαμβαμόταν από την ΓΣ θα εξακολουθήσει να λαμβάνεται από ΓΣ και όπου λαμβανόταν από ΔΣ θα συνεχίσει να λαμβάνεται από ΔΣ. Οι πλειοψηφίες που απαιτούνται παραμένουν ίδιες. Το μόνο που αλλάζει είναι ο κανόνας της απαρτίας στις ΓΣ των πρωτοβάθμιων σωματείων καθώς θα πλέον θα πρέπει να παρίσταται το ½ των οικονομικά τακτοποιημένων μελών για να υπάρχει απαρτία. Η αλλαγή δεν αφορά τα σωματεία ευρύτερης γεωγραφικής εμβέλειας (π.χ. νομού) ή πανελλαδικής έκτασης, ούτε φυσικά τα εργατικά κέντρα και τις ομοσπονδίες. Νομίζω ότι πρόκειται για έναν αποδεκτό συμβιβασμό αν συνυπολογίσει κανείς τι κερδίσαμε στην σχετική διαπραγμάτευση για τα εργασιακά. Θυμίζω την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων από τον Αύγουστο του 2018- που καταψήφισε η ΝΔ, το υπερπρονόμιο των εργαζόμενων σε περίπτωση πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης αλλά και τις ρυθμίσεις του εργασιακού νόμου του Αυγούστου του 2017. Μιλώ κυρίως για το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης από τον εργαζόμενο σε περίπτωση μη καταβολής δεδουλευμένων που αποτελεί πλέον βλαπτική μεταβολή της σύμβασης εργασίας αλλά και την δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής για να γίνει ευχερέστερη η διεκδίκησης τους. Επομένως δεν νομίζω ότι ειδικά αυτή η κυβέρνηση μπορεί να κατηγορηθεί από κανένα για άσκηση αντεργατικής πολιτικής. Τα όρια του προγράμματος βεβαίως είναι γνωστά αλλά στο δεδομένο πλαίσιο έχουμε καταφέρει πολλά.

Μπορείτε να μας δώσετε τον οδικό χάρτη έως τον Αύγουστο του 2018, οπότε και θα κριθεί η έξοδος ή όχι της χώρας από τα Μνημόνια;
Εκτιμώ ότι η έξοδος της χώρας από τα Μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 είναι σε μεγάλο βαθμο προεξοφλημένη τόσο από τους θεσμούς όσο και από τις αγορές. Αυτό φάνηκε και από την πορεία των ελληνικών ομολόγων που έπιασαν χαμηλό επιτόκιο 12ετίας πριν από λίγες μέρες. Αυτό που απομένει είναι να ολοκληρωθεί η Τρίτη αξιολόγηση για να περάσουμε στην τελική συζήτηση για τους συγκεκριμένους όρους της εξόδου αλλά και για την τελική ρύθμιση του ελληνικού χρέους που θα ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2018.

Η κυβέρνησή σας θα επιμείνει για μέτρα ελάφρυνσης του χρέους; Τι ακριβώς θα διαπραγματευτείτε με τους δανειστές; Τι ζητούμε;
Σας θυμίζω ότι έχουμε ήδη μια συμφωνία για την ρύθμιση του ελληνικού χρέους που δίνει και το βασικό της περίγραμμα. Αυτό που απομένει είναι να συγκεκριμενοποιηθούν περαιτέρω τα αναγκαία μεσοπρόθεσμα μέτρα ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ για το μεσοπρόθεσμο διάστημα. Αυτό θα είναι και το κύριο θέμα συζήτησης με τους δανειστές στην πορεία για την έξοδο από το πρόγραμμα.

Γιατί επιμένετε ότι η έξοδος από τα Μνημόνια θα είναι καθαρή, όταν οι ευρωπαίοι κάνουν συνεχώς λόγο για «υβριδική λύση» εξόδου ενώ ο κύριος Στπουρνάρας μίλησε προ ημερών για την ανάγκη προληπτικής γραμμής;
Αυτό στο οποίο επιμένουμε είναι ότι η Ελλάδα και πρέπει και μπορεί να επιτύχει μια αυτοδύναμη έξοδο στις αγορές. Τόσο η ανάκαμψη των θεμελιωδών μεγεθών όσο και η πορεία των ελληνικών ομολόγων δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Επίσης να σας θυμίσω ότι πρώτος από όλους έκανε λόγο για καθαρή έξοδο ο κος Ντάισελμπλουμ ενώ το ίδιο έχει υποστηρίξει και ο κος Μοσκοβισί πριν από λίγο καιρό. Άρα και οι οικονομικές προϋποθέσεις υπάρχουν και οι πολιτικές προϋποθέσεις μπορούν να διαμορφωθούν ώστε να πετύχουμε τον στόχο της αυτοδύναμης εξόδου στις αγορές μετά τον Αύγουστο.

Για τον τρόπο εξόδου από τα Μνημόνια χρειάζεται κατά τη γνώμη σας εθνική συνεννόηση; Διάλογος με τα κόμματα, πρωτίστως με την αξιωματική αντιπολίτευση;
Δεν γνωρίζω κανέναν εχέφρωνα άνθρωπο κύριε Σκουρή, να θέλει να ανταλλάξει συνταγές μαγειρικής με ανθρωποφάγους. Και συνιστά αντίφαση να αναζητά κάποιος τη χρησιμότητα αυτών που έβαλαν τη χώρα στα μνημόνια, στην προσπάθεια εξόδου της από αυτά. Ο διάλογος για την επόμενη μέρα της χώρας, είναι ανοιχτός και διαρκής με όλες εκείνες τις ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας που βάζουν πλάτη για να βρει η χώρα το δρόμο της προς την ευημερία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Δείτε για παράδειγμα, τον πλούσιο προβληματισμό και τη συζήτηση που γίνεται στα Περιφερειακά Συνέδρια. Με την τοπική αυτοδιοίκηση, τους παραγωγικούς φορείς, την επιστημονική κοινότητα. Αυτή είναι μια βασική πτυχή της συζήτησης για την επόμενη μέρα. Όχι υποτιθέμενες εθνικές συνεννοήσεις, ανάμεσα σε ετερόκλητα πολιτικά σχέδια και φυσικά πολιτικές δυνάμεις που τους χωρίζει ταξικό και ηθικό χάσμα.

Το Συνέριο της ΝΔ πώς τα αποτιμάτε;
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα ρεσιτάλ αυτοαναφορικότητας και αχαλίνωτου θατσερισμού. Δεν βρίσκω άλλους προσδιορισμούς που να περιγράφουν ένα κόμμα το οποίο προτάσσει ως πολιτικό του παράσημο τους λόγους που ηττήθηκε εκλογικά σε τρεις διαδοχικές αναμετρήσεις – ευρωεκλογές και δύο εθνικές εκλογές. Ένα κόμμα που το μοναδικό συμπέρασμα του για την περίοδο 2012-2014 είναι ότι ο ελληνικός λαός έκανε λάθος και η μόνη λύση για τη χώρα είναι οι πολίτες να πουν στις επόμενες εκλογές ένα συγγνώμη στη ΝΔ που την παρεξήγησαν. Αναφέρθηκα όμως και στον θατσερισμό. Ίσως περιποιεί και τιμή γι’ αυτούς η ταύτιση με την πολιτική των Βρετανών Συντηρητικών της δεκαετία του ’80. Παντώς αυτοί δεν έκρυβαν τις αντικοινωνικές και αντεργατικές τους θέσεις πίσω από ερωτηματολόγια.
Αντιθέτως, η ΝΔ επιλέγει τις πλέον ανατριχιαστικές θέσεις του προγράμματος της, να τις εμφανίσει ως αποτέλεσμα διαβούλευσης ανάμεσα στους πολίτες. Οι στιγμές όμως που ο κ. Μητσοτάκης αφήνει πίσω τη λασπολογία και τα ψέματα, και αναφέρεται στις πολιτικές και ιδεολογικές του θέσεις, είναι αποκαλυπτικές. Δεν θυμάμαι άλλον αρχηγό ακόμα και της Συντηρητικής Παράταξης, να μοιράζεται σε δημόσιο βήμα τη βαθιά του πεποίθηση ότι οι κοινωνικές ανισότητες είναι φυσική νομοτέλεια, ότι ο διαχωρισμός πλουσίων και φτωχών είναι τεχνητός, ή ότι στην ιδιωτική οικονομία ο εργοδότης και ο εργαζόμενος έχουν κοινά συμφέροντα.

Αλήθεια κ. υπουργέ, συζητά η κυβέρνηση το ενδεχόμενο να επαναφέρει στη Βουλή νέο νομοσχέδιο για τον εκλογικό νόμο;
Η κυβέρνηση, έκανε μια μεγάλη δημοκρατική τομή με την ψήφιση της απλής αναλογικής. Όπως γνωρίζετε, η ισχύς της θα αφορά τις μεθεπόμενες εκλογές, με βάση τα όσα ορίζει το Σύνταγμα. Αν ωστόσο το Κίνημα Αλλαγής θέλει να επανορθώσει σχετικά εδώ είμαστε να το συζητήσουμε.

Τα πρώτα δείγματα γραφής του Κινήματος Αλλαγής πώς τα κρίνετε; Και ισχύει η πρότασή σας για προγραμματικό διάλογο μετά τις εκλογές;
Δεν υπάρχουν νέα δείγματα γραφής. Υπάρχει μία συνέχιση της ταύτισης του συγκεκριμένου χώρου με την επιχειρηματολογία της ΝΔ. Μάλιστα, πρόσφατα στον Προϋπολογισμό, οι περισσότεροι εκ των ομιλητών της ΔΗΣΥ, υπερασπίστηκαν με σθένος τα πεπραγμένα της περιόδου Σαμαρά – Βενιζέλου. Αναμένουμε φυσικά να δούμε αν, ενόψει και του Συνεδρίου αυτού του φορέα, θα αποφασίσει αυτός ο χώρος να κάνει αυτοκριτική και να ακολουθήσει τις προοδευτικές εξελίξεις που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία. Προσώρας, αυτό μοιάζει αδύνατο.

Το ΚΚΕ εντείνει το τελευταίο διάστημα την κριτική εναντίον σας. Ήθελα το σχόλιό σας…
Τόσο εγώ προσωπικά όσο και η κυβέρνηση στο σύνολο της σέβεται το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ωστόσο δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι έχει επιλέξει μια πολιτική στρατηγική που αντικειμενικά δεν εξυπηρετεί ούτε τους λαϊκούς αγώνες ούτε τα συμφέροντα των κοινωνικών τάξεων που το ΚΚΕ θέλει να εκπροσωπεί. Αν τα εκπροσωπεί στην πραγματικότητα είναι άλλο ζήτημα και κρίνεται καθημερινά στον πολιτικό στίβο. Την ίδια στιγμή αρνείται ακόμα και στοιχειώδεις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στο πεδίο των δικαιωμάτων. Και κυρίως δεν έχει καμία σχέση με την Αριστερά, η χρήση αγοραίας ρητορικής και φρασεολογίας απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τον Πρωθυπουργό. Είναι κηλίδα στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, ο ΓΓ του ΚΚΕ να αντιπαρατίθεται με φράσεις και επιχειρήματα τα οποία είναι σημαία των κάθε λογής ακροδεξιών.

Μπορείτε να αποκλείσετε εκλογές εντός του 2018; Η αντιπολίτευση επιμένει πως το φθινόπωρο του 2018 είναι ο πιθανότερος χρόνος για τις κάλπες…
Ακόμα και η αξιωματική αντιπολίτευση αποφάσισε να σταματήσει να εκτίθεται με το συγκεκριμένο ζήτημα. Αφού πορεύτηκαν 3 χρόνια με το να ζητούν εκλογές μέρα παρά μέρα, αρχίζουν σιγά σιγά να το αποσύρουν. Οι εκλογές κύριε Σκουρή, θα γίνουν στο τέλος της παρούσας θητείας της κυβέρνησης. Το 2018, θα ολοκληρωθεί η μνημονιακή εποχή. Οι εκλογές του 2019, θα είναι αυτές στις οποίες θα συγκριθούν εκείνοι που έβαλαν τη χώρα στη δίνη της ύφεσης και της λιτότητας, απέναντι σε αυτούς που έβγαλαν τη χώρα από το μνημόνιο και της έδωσαν ξανά προοπτική.

Ο ανασχηματισμός μετά το τέλος της τρίτης αξιολόγησης δεν θα είναι δηλαδή εκλογικός;
Σε μια ερώτηση, προδικάσατε και ανασχηματισμό και εκλογές. Για τις εκλογές, σας απάντησα σαφώς. Ο ανασχηματισμός, αποτελεί δικαίωμα του πρωθυπουργού, αυτός αποφασίζει το αν και πότε θα τον πραγματοποιήσει. Επομένως, συνιστώ να μην προτρέχετε. Το βασικό, είναι ότι η χώρα έχει και τη στρατηγική εξόδου από τη σκληρή περίοδο των μνημονίων, αλλά και το πολιτικό προσωπικό που θα την υλοποιήσει.

Είναι αριστερή πράξη κ. υπουργέ η ποινικοποίηση των κινητοποιήσεων κατά των πλειστηριασμών;
Αριστέρη πράξη είναι να διασφαλιστεί η προστασία της λαϊκής κατοικίας και να πληρώσουν οι μεγαλοοφειλέτες και οι στρατηγικοί κακοπληρωτές που φόρτωσαν τα βάρη της δικής τους ασυδοσίας στην πλάτη του ελληνικού λαού. Σε αυτό και μόνο σε αυτό αποσκοπεί η πολιτική της κυβέρνησης. Διότι κανείς δεν ποινικοποιεί τις κινητοποιήσεις κατά των πλειστηριασμών. Αυτο που πρότεινε η κυβέρνηση ήταν η εξομείωση του καθεστώτος του συμβολαιογηραφικού γραφείου στο οποίο διενεργείται πλειστηριασμός με το καθεστώς του ειρηνοδικείου μετά από σχετικό αίτημα των συμβολαιογράφων.

Συνέντευξη στο Ραδιόφωνο24/7 και στον κ. Κ. Αρβανίτη

PARADISE PAPERS
Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις βρίσκεις συγγενείς, στελέχη, συμβούλους της ΝΔ να εμπλέκονται στα Paradise Papers. Οι περιπτώσεις συνεχώς πολλαπλασιάζονται. Δε μιλάμε για κίτρινο τύπο αλλά για ένα έγκυρο διεθνές δίκτυο δημοσιογράφων. Είναι αναγκαίο ο κ. Μητσοτάκης να δώσει κάποιες απαντήσεις. Σε ό,τι αφορά το πόθεν έσχες αναμένουμε τα πορίσματα της επιτροπής πόθεν έσχες ακολουθώντας τη θεσμική οδό. Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση της φοροαποφυγής δεν είναι κάτι που αφορά ένα και μόνο κράτος. Είναι παγκόσμιο και πανευρωπαϊκό πρόβλημα. Ο τρόπος να χτυπηθεί αυτή η πρακτική απαιτεί τεράστια νομική προσπάθεια, δημιουργική σκέψη και πολιτικές ηγεσίες που να έχουν τη βούληση να καταπολεμήσουν το ζήτημα.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Οι αποφάσεις των δικαστηρίων είναι κάθε φορά διαφορετικές. Ενώ υπαρχουν και αποφάσεις που καταλήγουν να δυσκολεύουν τον έλεγχο. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι στο δημόσιο διάλογο, όλοι είναι δυνατόν να συζητούν επί δικαστικών αποφάσεων. Για αυτό άλλωστε και δημοσιεύονται. Δεν είναι η συζήτηση και η κριτική παρέμβαση στη δικαιοσύνη. Πάντως βλέπουμε πως και σε αυτό το ζήτημα, ο λόγος των στελεχών του Κινήματος Αλλαγής ταυτίζεται με των της ΝΔ.

ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ
Η Ελλάδα έχει κληθεί να διαχειριστεί ένα εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα και σηκώνει στις πλάτες της όλη την Ευρώπη. Η κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας ορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να κινηθούμε και μέσα σε αυτό κάνουμε ό,τι μπορούμε. Τις τελευταίες εβδομάδες μετακινήθηκε από τα νησιά ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων. Οι οικίσκοι που στάλθηκαν για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της στέγασης παρεμποδίστηκαν από το δήμαρχο. Είναι δεδομένο ότι η περιοχή αυτή βρίσκεται σε κρίση. Από τη μεριά μας κάνουμε ότι μπορούμε και θα βρούμε τον τρόπο να κάνουμε ακόμη περισσότερα.

ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟ
Η Ελλάδα θα υπερψηφίσει το σχέδιο του ΟΗΕ καθώς η κίνηση Τραμπ δεν συμβάλλει στην αποκατάσταση της ηρεμίας και στο διάλογο στην περιοχή, το αντίθετο θα έλεγα. Σε ζητήματα αρχών όποιο και αν είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας κίνησης δε νομίζω ότι υπάρχουν πολλές επιλογές. Στην εξωτερική πολιτική βεβαίως πρέπει να σταθμίζεις τις επιλογές όμως εν προκειμένω δεν είναι αυτό το κυρίαρχο. Αυτή η επιλογή Τραμπ ήταν μια επιλογή που πυροδότησε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

ΣΚΟΠΙΑΝΟ
Σέβομαι τις διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα. Το θέμα δεν είναι χθεσινό αλλά βρίσκεται σε διαπραγμάτευση 25 χρόνια. Είναι λογικό να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και φυσικά εντός και μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Είναι θεμιτό και εύλογο. Βούλησή μας μέσα από τον διάλογο, τόσο εντός της χώρας όσο και σε διμερές και διεθνές επίπεδο, να βρεθούν οι λύσεις. Έχω την εκτίμηση ότι θα καταφέρουμε στο τέλος να επιλύσουμε και αυτό το θέμα.

Συνέντευξη στον Ν. Χατζηνικολάου και στον REAL FM

ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

Παρόλους τους περιορισμούς, στα διάκενα της συμφωνίας η κυβέρνηση προσπαθεί να υποστηρίξει όσους πραγματικά έχουν ανάγκη. Οι κοινωνικές παροχές, τα αντισταθμιστικά, είναι τέτοιες πρωτοβουλίες με σαφές το κοινωνικό πρόσημο. Αλλά και άλλες πολιτικές όπως το γεγονός ότι το ΣΕΠΕ καταπολεμεί την αδήλωτη εργασία με αποφασιστικότητα και επιμονή, νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων, η πρόσβαση των ανασφάλιστων στις υπηρεσίες υγείας, η χρηματοδοτική στήριξη της δημόσιας παιδείας.

Εμείς θέλουμε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος που προσπαθούμε να χρηματοδοτούμε με όσο το δυνατόν μεγαλύτερους πόρους και αυτό βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής μας. Δεν πρόκειται για κάποιου είδους προεκλογικό σχεδιασμό όπως οι περισσότεροι έχουν συνηθίσει. O πρωθυπουργός χθες ήταν εξαιρετικά σαφής ως προς την ημερομηνία των εκλογών. Άλλωστε εμείς θέλουμε να αποκαταστήσουμε την οικονομική αλλά και να κατακτήσουμε την πολιτική σταθερότητα στη χώρα.

Η οποία έχει καταφέρει να έχει τη δυνατότητα να δανειστεί με επιτόκια που τελευταία είχε να δει από το 2005-2006. Οι αγορές προεξοφλούν την οριστική ολοκλήρωση του προγράμματος. Και εμάς πρωτίστως μας ενδιαφέρει να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις ώστε το 2018 να βγούμε από το πρόγραμμα και να έχουμε την πολιτική ελευθερία να υλοποιήσουμε πολιτικές που δεν μπορούσαμε από το 2015 έως το 2018.

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Κύριε υπουργέ, καλημέρα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Καλημέρα, κύριε Χατζηνικολάου.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Μόλις τώρα μου δίνουν από την αίθουσα σύνταξης μια είδηση που με οδηγεί στο ερώτημα αν, τελικά, προετοιμαζόμαστε για εκλογές. Διότι είναι η τρίτη ή η τέταρτη φιλολαϊκή, να το πω έτσι, απόφαση της κυβέρνησης που έχει ένα τέτοιο άρωμα. Μου λένε τώρα, ότι εγκρίθηκε και θα καταβληθεί μέχρι το τέλος του έτους έκτακτο ειδικό κοινωνικό μέρισμα από 500 ευρώ έως και 2.100 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή τους κατάσταση, που θα λάβουν οι κάτοικοι των νησιών ως αντιστάθμισμα της αναπροσαρμογής του Φ.Π.Α. μετά την κατάργηση του ειδικού καθεστώτος μειωμένων συντελεστών από το 2018. Τι γίνεται, κύριε Εκπρόσωπε; Πάμε για εκλογές;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι χθες ο Πρωθυπουργός ήταν εξαιρετικά σαφής ως προς την ημερομηνία των εκλογών. Κατανοώ ότι και ο δημοσιογραφικός κόσμος, αλλά και πολλοί από τους πολίτες, είναι συνηθισμένοι σε μια λογική που λέει ότι οι κοινωνικές παροχές και…

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Ότι οι κυβερνήσεις δίνουν δώρα όταν πηγαίνουν για εκλογές.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: …ότι τα αντισταθμιστικά, οι κοινωνικές παροχές, η προσπάθεια υποστήριξης των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων γίνονται αποκλειστικά και μόνο για να δημιουργηθεί κλίμα φιλοκυβερνητικό ενόψει εκλογών. Βεβαίως αυτή η κυβέρνηση έχει αποδείξει και πέρυσι με το κοινωνικό μέρισμα, αλλά και φέτος θα αποδειχθεί, ότι δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο, αλλά, αντιθέτως, για πρωτοβουλίες που έχουν σαφές κοινωνικό πρόσημο και δεν σχετίζονται με τον οποιονδήποτε πολιτικό σχεδιασμό. Αντιθέτως, εμείς έχουμε πει ότι ως κυβέρνηση θέλουμε διαρκώς να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, έτσι ώστε να στηρίζουμε αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη. Θα δείτε κι εσείς, λοιπόν, ότι όλη αυτή η δέσμη αντιμέτρων, δηλαδή το κοινωνικό μέρισμα, το οποίο δόθηκε στις οικογένειες που έχουν ανάγκη, το αντισταθμιστικό για τα νησιά, το ειδικό μέρισμα το οποίο δόθηκε στους ανέργους από 18 έως 24 ετών από το υπουργείο Εργασίας, καμία σχέση δεν έχουν με μια προεκλογική στρατηγική. Οι εκλογές, όπως το έχουμε πει δεκάδες φορές και από αυτή τη συχνότητα και μαζί έχουμε μιλήσει για αυτό το ζήτημα, θα γίνουν το 2019.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Πολλοί λένε, κύριε υπουργέ και για αυτό επιμένει αυτή η φήμη των εκλογών μέσα στο 2018, ότι θα προσπαθήσει η κυβέρνηση να αποφύγει την εφαρμογή των μειώσεων των συντάξεων και του αφορολογήτου, που έρχεται το 2019. Και ότι για αυτό θα τη συνέφερε μετά το τέλος του μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018, να πάει στις κάλπες.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει, το τι θα συνέφερε και το τι δεν θα συνέφερε την κυβέρνηση είναι μια μεγάλη συζήτηση. Αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να δημιουργήσουμε εκείνες τις προϋποθέσεις και να διαμορφώσουμε το έδαφος, τον Αύγουστο του 2018, να βγούμε από το πρόγραμμα και από εκεί και πέρα να έχουμε την δυνατότητα με μεγαλύτερους βαθμούς πολιτικής ελευθερίας να υλοποιήσουμε στοιχεία πολιτικής τα οποία δεν ήταν δυνατόν να υλοποιήσουμε από το 2015 μέχρι το 2018. Όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν κανένα πολιτικό νόημα. Ξέρετε ότι η βούληση εκπεφρασμένη δημοσίως από τον Πρωθυπουργό είναι να πάμε σε εκλογές το 2019, δηλαδή να ολοκληρώσουμε την θητεία αυτής της κυβέρνησης. Και ο λόγος είναι πάρα πολύ σαφής, διότι πέρα από την οικονομική σταθερότητα είναι εξαιρετικά σημαντικό να επανακτήσουμε, να αποκαταστήσουμε ή για πρώτη φορά να κατακτήσουμε, αναλόγως από ποια σκοπιά το βλέπει κανείς, και την πολιτική σταθερότητα σ’ αυτή τη χώρα, η οποία, από το 2007 μέχρι σήμερα, δεν είχε τη δυνατότητα να δει μια κυβέρνηση να ολοκληρώνει το έργο και τη θητεία της. Εμείς θέλουμε, λοιπόν, και την οικονομική σταθερότητα της χώρας να αποκαταστήσουμε, αλλά και την πολιτική σταθερότητα και την αξιοπιστία στο πολιτικό σύστημα να κερδίσουμε. Αυτή είναι η λογική με την οποία πορευόμαστε και καμία προεκλογική δουλεία δεν πρόκειται να την αλλάξει αυτή την τακτική και αυτή τη σκοπιά, που έχουμε για να αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Υπουργέ, πείτε μου, τώρα με το κλείσιμο και το τυπικό της τρίτης αξιολόγησης, ξεκινά η μεγάλη και σοβαρή και κρίσιμη συζήτηση για την επόμενη μέρα μετά τη λήξη του ισχύοντος προγράμματος, του ισχύοντος μνημονίου. Το ερώτημα είναι: πιστεύετε ότι μπορεί να αποφευχθούν τα μέτρα του 2019 και του 2020 αν τελικά το ΔΝΤ φύγει από το πρόγραμμα; Και ιδίως αν η χώρα καταφέρει το 2018 να πιάσει υψηλούς στόχους ανάπτυξης;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τα βασικά ζητήματα που έχουμε να συζητήσουμε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τις προϋποθέσεις και τους όρους  της οριστικής εξόδου από το πρόγραμμα είναι: πρώτον, να οριστικοποιήσουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε περαιτέρω τα μέτρα για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, τα οποία θα εφαρμοστούν με την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος. Και το δεύτερο είναι, να συζητήσουμε με τους εταίρους μας για το πλαίσιο εποπτείας της ελληνικής οικονομίας, φυσικά, εντός των ορίων που καθορίζει το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε ό,τι αφορά ειδικά τη συμμετοχή του ΔΝΤ, ξέρετε ότι το ΔΝΤ έχει δώσει ένα παράθυρο, μια προθεσμία, αν θέλετε, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, να αποφασίσουν για το τι μέλλει γενέσθαι με το ελληνικό χρέος μέχρι τον Φεβρουάριο του 2018. Ωστόσο, μένει να δούμε αν το ΔΝΤ θα επιμείνει σε αυτή την προθεσμία ή θα δώσει και περαιτέρω χρόνο με δεδομένη κιόλας την πολιτική, όχι ακριβώς αβεβαιότητα, αλλά την πολιτική ρευστότητα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Γερμανία, καθώς δεν έχει σχηματιστεί ακόμη η γερμανική κυβέρνηση και είμαστε στις διαπραγματεύσεις μεταξύ του CDU, CSU και του SPD.

Τώρα, σε ό,τι αφορά την τελική συμμετοχή του ΔΝΤ, το ζήτημα ή την, εν πάση περιπτώσει, τελική του απόφαση σε σχέση με το τι θέλει να κάνει με το ελληνικό πρόγραμμα, εμάς αυτό που μας ενδιαφέρει πρωτίστως είναι το ΔΝΤ να πάρει μια ξεκάθαρη θέση. Φυσικά, εφόσον επιλέξει μια λογική που θα είναι λογική τεχνικού συμβούλου ή παρατηρητή, πράγμα το οποίο δεν ξέρω αν και κατά πόσο είναι εντός των σχεδιασμών του, αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να το συζητήσει κανείς με το ίδιο το ΔΝΤ, τότε νομίζω ότι η όλη λογική των μέτρων θα μπορούσε να επανέλθει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Εννοώ των μέτρων του 2019-2020, καθώς, όπως γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν είχαν ποτέ τη διάθεση ή εν πάση περιπτώσει τη βούληση να επιμείνουν σε ό,τι αφορά τα μέτρα αυτά, τα οποία ήρθαν αποκλειστικά και μόνο λόγω της επιμονής του ΔΝΤ.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Έρχομαι σε ένα ερώτημα που έρχεται από έναν ακροατή, ο οποίος κινείται ιδεολογικά και πολιτικά αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και μου λέει,  ρώτησε κάτι απλό τον κ. Τζανακόπουλο: «Όλα αυτά που πέτυχε η κυβέρνηση σε οικονομικούς δείκτες δεν είναι ουσιαστικά ένα sequel ενός προγράμματος, το οποίο θα μπορούσε να κάνει και να εφαρμόσει και ένας σώφρων νεοδημοκράτης; Ποια είναι η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ; Ότι μπορεί να διαχειριστεί τη λιτότητα καλύτερα»;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση, κύριε Χατζηνικολάου. Κατ΄ αρχάς, αυτό το οποίο θα πρέπει να συνεννοηθούμε με οποιονδήποτε καλοπροαίρετα ασκεί κριτική σε αυτή την κυβέρνηση, είναι ποιες επιλογές είχαμε μπροστά μας το καλοκαίρι του 2015. Όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι υπεγράφη μια συμφωνία το καλοκαίρι του 2015, υπό γνωστούς όρους και συνθήκες, τις οποίες δεν έχει κανένα νόημα να επαναφέρουμε στη συζήτηση τώρα. Είναι πολύ πιθανόν να τα συζητήσουμε αυτά με ιστορικούς όρους αρκετά αργότερα. Εν πάση περιπτώσει, υπογράφτηκε αυτή η συμφωνία. Ωστόσο, δεν θα συμφωνήσω ότι αυτά τα οποία κάνει σήμερα η ελληνική κυβέρνηση, στο πλαίσιο ενός, ούτως ή άλλως, δύσκολου προγράμματος –κανείς δεν το αμφισβητεί αυτό- θα μπορούσαν να υλοποιηθούν από έναν σώφρονα νεοδημοκράτη. Και θα σας πω συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που έχει πάρει η ελληνική κυβέρνηση, ειδικά, για παράδειγμα, στα εργασιακά. Το γεγονός ότι το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, για πρώτη φορά, καταπολεμά την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία με αποφασιστικότητα και με επιμονή, δεν είναι κάτι το οποίο εντάσσεται στο πλαίσιο και στο ιδεολογικό περίγραμμα οποιουδήποτε νεοδημοκράτη, είτε είναι αυτός σώφρων, είτε μη σώφρων. Ή επίσης μια σειρά από νομοθετικές πρωτοβουλίες, τις οποίες έχουμε πάρει, για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων. Μια σειρά από νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχουμε πάρει για την ένταξη 2,5 εκατομμυρίων ανασφάλιστων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Όλα αυτά, είναι πράγματα, τα οποία επί της ουσίας αναδεικνύουν τις διαχωριστικές μας γραμμές από ένα κόμμα της Κεντροδεξιάς. Εμείς θέλουμε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος, το οποίο προσπαθούμε να χρηματοδοτούμε με όσο το δυνατόν περισσότερους πόρους. Αυτό εντάσσεται στον πυρήνα της δικής μας ιδεολογικής και πολιτικής ταυτότητας.

Εμείς προσπαθούμε να ενισχύουμε διαρκώς τη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων, με δεδομένο, ξαναλέω, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε όσα θα θέλαμε, εξαιτίας των περιοριστικών όρων που υπάρχουν στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Θέλουμε να υποστηρίξουμε τη δημόσια παιδεία και γι΄αυτό το λόγο ο Προϋπολογισμός και ο περσινός, αλλά και ο φετινός, αυξάνει τις δαπάνες για τη δημόσια εκπαίδευση. Για πρώτη φορά πέρυσι, με 257 εκατομμύρια ευρώ, φέτος με 184 εκατομμύρια ευρώ, τη στιγμή που από το 2011 μέχρι το 2014 η μείωση του εκπαιδευτικού Προϋπολογισμού κινήθηκε στο 34%. Υπάρχουν, λοιπόν, στα διάκενα της συμφωνίας, μια σειρά από πολιτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες αναδεικνύουν ακριβώς τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς ή αν θέλετε Αριστεράς και Κεντροδεξιάς, ακόμα-ακόμα, γιατί μιλήσατε για κάποιον σώφρονα νεοδημοκράτη. Διότι, ξέρετε, ότι στη Νέα Δημοκρατία δεν υπάρχουν μόνο σώφρονες, υπάρχουν και αρκετοί, οι οποίοι φλερτάρουν το τελευταίο διάστημα με έναν ακροδεξιό νεοφιλελευθερισμό.

Εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι τα πραγματικά πολιτικά σχέδια που συγκρούονται, αυτή τη στιγμή, είναι ακριβώς το σχέδιο της κυβέρνησης και το σχέδιο της υπαρκτής Νέας Δημοκρατίας. Δηλαδή, της Νέας Δημοκρατίας του κυρίου Μητσοτάκη, η οποία καμία σχέση δεν έχει με αυτό το οποίο θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει μια σοβαρή φιλελεύθερη, αλλά κοινωνική Κεντροδεξιά.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Έρχομαι και σε ένα τελευταίο ερώτημα, για να κλείσουμε, κύριε υπουργέ. Το ερώτημα έρχεται από την αμφισβήτηση που διατύπωσε χθες στη Βουλή η Ν.Δ. για το εάν και κατά πόσο θα επιτύχει η χώρα μας, μετά τη λήξη του τρίτου μνημονίου, μια καθαρή έξοδο στις αγορές. Φαίνεται ότι η αντιπολίτευση το αμφισβητεί αυτό. Ποια είναι η δική σας τοποθέτηση;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η αντιπολίτευση της Ν.Δ., η οποία οφείλω να πω ότι…

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Θα χρειαστούμε, κατά τη γνώμη σας, μια γραμμή στήριξης, ανάλογη με αυτή του 2014, για παράδειγμα;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας απαντήσω πάρα πολύ αναλυτικά στο συγκεκριμένο. Κατ’ αρχάς, να πούμε ότι η Ν.Δ., κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον Προϋπολογισμό, εμφανίστηκε ολίγον αμήχανη, εμφανίστηκε ολίγον αποσυσπειρωμένη. Είδαμε ελάχιστα κεντρικά πολιτικά στελέχη να παρεμβαίνουν με ένταση στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό. Και αυτό, νομίζω ότι σχετίζεται και με την αντιπολιτευτική γραμμή, την οποία προηγουμένως περιγράψατε. Διότι, η Ν.Δ. αμφισβητούσε ότι θα ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση. Έλεγε ότι η χώρα καταστρέφεται, ότι θα πέσει στα βράχια. Και στη συνέχεια, αμφισβήτησε την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Όχι απλώς την αμφισβήτησε, αλλά προσπάθησε να την υπονομεύσει κιόλας με συγκεκριμένες τακτικές και πολιτικές επιλογές. Στη συνέχεια, προέβλεψε εκλογές για πέρυσι τον Φεβρουάριο, για πέρυσι τον Απρίλιο, για πέρυσι τον Ιούνιο, για φέτος τον Σεπτέμβριο. Εν πάση περιπτώσει, οι πολιτικές προβλέψεις που κάνει η Ν.Δ. δεν θα έλεγε κανείς ότι είναι και οι πλέον επιτυχημένες. Επομένως, το εάν αμφισβητεί ή δεν αμφισβητεί την δυνατότητα της χώρας αυτοδύναμα να ανακτήσει την πρόσβασή της στις αγορές τον Αύγουστο του 2018 δεν έχει και πάρα πολύ μεγάλη σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι να δούμε ποιοι είναι οι πραγματικοί όροι της συζήτησης. Και ποιοι είναι αυτοί; Η χώρα, αυτή τη στιγμή, έχει καταφέρει να έχει τη δυνατότητα να δανειστεί με επιτόκια που, τελευταία φορά, η χώρα μας είχε δει την περίοδο 2005-2006. Σας θυμίζω ότι κατά το τέλος της προηγούμενης εβδομάδας, το δεκαετές ομόλογο του ελληνικού Δημοσίου έφτασε μέχρι και το 3,67%, ενώ το πενταετές ομόλογο έφτασε μέχρι το 3,2%. Πράγμα το οποίο σημαίνει, ότι οι αγορές χρήματος προεξοφλούν σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό την οριστική ολοκλήρωση του προγράμματος.

Σε ό,τι αφορά την πιστοληπτική γραμμή που μου είπατε, θα σας πω ότι στην απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017 προβλέπεται ότι και με ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης και με ενέργειες του ESM θα δημιουργηθεί ένα χρηματοδοτικό μαξιλάρι. Και σε αυτό το επίπεδο το υπουργείο Οικονομικών έχει κάνει αρκετά πράγματα και με την πρώτη έξοδο στις αγορές, αλλά θα συνεχίσει να δημιουργεί αυτό το χρηματοδοτικό μαξιλάρι και με τις εκταμιεύσεις των δόσεων από την επόμενη αξιολόγηση, αλλά και από πιθανές επόμενες εξόδους στις αγορές, έτσι ώστε να στηρίξει ακριβώς την αυτοδύναμη έξοδο της χώρας στις αγορές.

Ωστόσο, αν μου επιτρέπετε, ένα τελευταίο σχόλιο. Η πιστοληπτική γραμμή το 2014 δεν υπήρχε. Η λογική αυτή, την οποία αναφέρετε, υπήρχε μόνο στη φαντασία του κ. Σαμαρά και του κ. Βενιζέλου. Κανένας στην Ευρώπη δεν συζητούσε για πιστοληπτική γραμμή. Η όλη λογική εξηγήθηκε χθες, νομίζω, αναλυτικά από τον Πρωθυπουργό. Δηλαδή, το σχέδιο ή αν θέλετε η φαντασίωση του κ. Σαμαρά και του κ. Βενιζέλου, ήταν ότι δεν θα κλείσει η πέμπτη αξιολόγηση, αλλά αντιθέτως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ θα δώσουν μια πιστοληπτική γραμμή στην Ελλάδα, η οποία στην πραγματικότητα τι θα ήταν; Θα ήταν τα χρήματα που θα χρειαζόταν η Ελλάδα για να μπορεί να αποπληρώνει το χρέος της από το 2015 και μετά. Δηλαδή, μια καλυμμένη δανειακή σύμβαση, η οποία θα συνοδευόταν από τα προαπαιτούμενα της πέμπτης αξιολόγησης, την οποία ο κ. Σαμαράς και ο κ. Βενιζέλος δεν είχαν τη δυνατότητα να κλείσουν για λόγους κοινωνικούς και πολιτικούς. Αυτό, φυσικά, δεν το συζήτησε καν κανένας Ευρωπαίος και κανένας εκ μέρους του ΔΝΤ και είναι γι’ αυτό το λόγο που μπορεί κανείς να πει ότι η όλη αυτή σύλληψη δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά μια πολιτική φαντασίωση και μια επιθυμία διάσωσης των εαυτών τους.

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ: Ευχαριστώ θερμά τον υπουργό Επικρατείας και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, τον κύριο Τζανακόπουλο. Καλημέρα κύριε Υπουργέ.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ευχαριστώ, κύριε Χατζηνικολάου. Να είστε καλά.

Ομιλία στη Βουλή των Ελλήνων

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, είναι προφανές ότι παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις της Αντιπολίτευσης, διαφόρων εκπροσώπων της πολιτικής ελίτ που έχουν αποσυρθεί και πλέον παρεμβαίνουν δια τηλεοράσεως, της παλιάς κρατικοδίαιτης επιχειρηματικής ελίτ, διαφόρων δημοσιογράφων, γραφιάδων, εκδοτών, διανοούμενων και φιλοσόφων της εξουσίας και κάθε λογής άλλων εκπροσώπων του παλιού πολιτικού συστήματος, που έφερε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, είμαστε ακόμα εδώ. Κάθε σχέδιο υπονόμευσης, παρένθεσης, κατάρρευσης έχει πέσει στο κενό.

Κάθε επιθυμία παλινόρθωσης και εκδικητικής επιστροφής, που θα ισοδυναμούσε με δικαίωση των επιλογών που μας οδήγησαν στην τραγωδία της χρεοκοπίας το 2010, αποδείχθηκε φρούδα.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το σχέδιο της «αριστερής παρένθεσης» που βασίστηκε στην τακτική της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας το πρώτο εξάμηνο του 2015; Τα λογής παραπολιτικά σενάρια πριν τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015; Τις προβλέψεις για πρόωρες εκλογές πριν κλείσει καν η πρώτη αξιολόγηση; Τις άλλες προβλέψεις και την επιχείρηση υπονόμευσης κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης που στήθηκε πάνω στις παράλογες απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Το «Τόσα και άλλα τόσα μέτρα»; Τα παρακάλια στη γερμανική Κυβέρνηση να στυλώσει τα πόδια και να μην ολοκληρώσει τη συμφωνία το καλοκαίρι του 2017; Και παρόλα αυτά, σήμερα είμαστε ακόμα εδώ για να προτείνουμε και να ψηφίσουμε άλλον έναν προϋπολογισμό, τον τελευταίο μνημονιακό προϋπολογισμό και να βαδίσουμε με σταθερότητα στην έξοδο από την κρίση και την επιτροπεία.

Τον Αύγουστο του 2018, όσο κι αν κάποιοι δεν το θέλουν, ολοκληρώνεται το τρίτο πρόγραμμα και, μάλιστα, με επιτυχία. Και η αντιπολιτευτική ρητορική σήμερα απέναντι στην Κυβέρνηση και απέναντι σε αυτήν την προφανή πολιτική της επιτυχία, συμπυκνώνεται πια σε δύο, μάλλον εντελώς αντιφατικά μεταξύ τους, επιχειρήματα.

Το πρώτο επιχείρημα που είχε ακουστεί κατά κόρον και στην περσινή συζήτηση, αλλά και σήμερα ακόμα το ψελλίζουν -με ελάχιστη, βεβαίως, πειστικότητα πια- διάφοροι συμμετέχοντες στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου του 2012 – 2015, είναι ότι δήθεν η χώρα ήταν έτοιμη να βγει εκτός μνημονίων με τη λήξη του 2014 και ότι ήταν η επιλογή της μετωπικής αντιπαράθεσης με τους δανειστές που οδήγησε στο τρίτο πρόγραμμα. Αναρωτιέμαι ειλικρινά αν όντως όσοι το επαναλαμβάνουν, το πιστεύουν. Αν συμβαίνει αυτό, τότε είναι αφελείς. Αν απλώς το θεωρούν βολικό, είναι απλώς κυνικοί.

Για να δούμε αν αντέχει αυτό το πολιτικό επιχείρημα και αυτό το πολιτικό αφήγημα στη βάσανο της κριτικής.

Ποιοι ήταν οι στόχοι του δεύτερου προγράμματος σε γενικές γραμμές; Επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2014 ύψους 1,5%, που θα έπρεπε να εκτιναχθεί το 2015 στο 3% και το 2016 στο 4,5%, για να παραμείνει εκεί περίπου μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίες, δηλαδή περίπου μέχρι το 2025, για να φτάσουμε σε ένα μέσο όρο 4% πρωτογενούς πλεονάσματος μέχρι το 2031.

Και τι έδειξε το αποτέλεσμα του 2014, κυρίες και κύριοι Βουλευτές;

Πρώτον, πρωτογενές πλεόνασμα 0,2%. Δημοσιονομικό κενό, δηλαδή, περίπου για το 2015, 2,8% -αυτό σημαίνει μέτρα ύψους 6 δισεκατομμυρίων μόνο για το 2015- και αναιμική ανάπτυξη στο 0,8%, που βασίστηκε στη δημοσιονομική αποτυχία, διότι πάντα με βάση το πρόγραμμα στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στην τόνωση της κατανάλωσης.

Δεύτερον, ανεργία στο 27%, καμία βελτίωση στα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, όπως ο δείκτης της οικονομικής εμπιστοσύνης, η βιομηχανική παραγωγή, οι άμεσες ξένες επενδύσεις, οι εξαγωγές κοκ.

Και τρίτον, μία πέμπτη αξιολόγηση ανοιχτή, ορθάνοιχτη, η οποία προέβλεπε σειρά μέτρων, που αρκετά από αυτά ανασχέθηκαν στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, του εξαμήνου που εσείς επιμένετε να ονομάζετε «καταστροφικό». Για παράδειγμα, θυμίζω τα εξής: Ρήτρα μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές συντάξεις. Υλοποίηση του σχεδίου για τη μικρή ΔΕΗ. Πλήρης κατάργηση της προστασίας για την πρώτη κατοικία. Απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, μαζικές απολύσεις, lock out και άλλα πολλά, ων ουκ έστιν αριθμός. Επίσης, κανένα σαφές σχέδιο και καμία απολύτως δέσμευση για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους πέρα από τη γενικόλογη υπόσχεση του Νοεμβρίου του 2012. Μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα, κανένα μαξιλάρι ρευστότητας για την υποστήριξη πιθανής εξόδου στις αγορές και φυσικά αποτυχημένη έξοδος στις αγορές το καλοκαίρι του 2014.

Πού στηριζόταν, λοιπόν, η ρητορική περί «success story» και η πρόβλεψη ότι το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με επιτυχία; Στην επιθυμία της τότε πολιτικής ηγεσίας, ώστε η τρόικα να κάνει τα στραβά μάτια και να χαρίσει την ολοκλήρωση του δεύτερου προγράμματος στον κ. Σαμαρά και στον κ. Βενιζέλο, για να αποφύγουν, υποτίθεται, τον κίνδυνο του ΣΥΡΙΖΑ. Να κλείσουν, δηλαδή, άρον  – άρον την πέμπτη αξιολόγηση, χωρίς να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό και να τους χαρίσουν και μια πιστοληπτική γραμμή που υπήρχε μόνο στη φαντασία τους και πουθενά αλλού, καθώς κανένας από τους θεσμούς, κανένας στο διεθνές στερέωμα δεν συζητούσε για μια τέτοια πιθανότητα.

Και είναι ακριβώς αυτή η ανεκπλήρωτη φαντασίωση που επιτρέπει σήμερα στον κ. Σαμαρά να ισχυρίζεται ότι τον έριξαν οι σύμμαχοί του. Λοιπόν, όχι, δεν τον έριξαν οι σύμμαχοί του.

Τον έριξε η καταστροφική συμφωνία την οποία είχε υπογράψει και με σθένος και με φανατισμό την υλοποιούσε. Και σήμερα η Νέα Δημοκρατία θέλει να μας επιστρέψει σε αυτές τις λογικές του δεύτερου προγράμματος. Και τον έριξε, επίσης -ευτυχώς- ο ελληνικός λαός.

Σήμερα πού βρισκόμαστε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές; Σε μία εντελώς διαφορετική κατάσταση. Ολοκληρώνουμε με επιτυχία ένα δύσκολο, βεβαίως, πρόγραμμα προσαρμογής, ένα πρόγραμμα που εμπεριέχει πολλά στοιχεία πολιτικής, με τα οποία δεν θα συμφωνούσαμε ποτέ, αλλά επιβλήθηκαν υπό γνωστούς όρους και συνθήκες το καλοκαίρι του 2015. Ωστόσο, το πρόγραμμα αυτό σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με το δεύτερο πρόγραμμα, αλλά και όσα μας περίμεναν με βάση το δεύτερο πρόγραμμα.

Η δημοσιονομική προσαρμογή, που σήμερα έχει επιτευχθεί και ολοκληρωθεί, είναι σαφώς ηπιότερη της προηγούμενης. Στην πραγματικότητα, είναι «η μέρα με τη νύχτα». Τι σχέση έχουν οι στόχοι του 0,5% πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2016, του 1,75% για το 2017 και του 3,5% για το 2018, με προοπτική να επιμείνουν μέχρι το 2022, σε σχέση με τα θεόρατα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία προέβλεπε η προηγούμενη συμφωνία και, όπως σας έλεγα προηγουμένως, ήταν κατά μέσο όρο 4% μέχρι το 2031; Αυτά είχαν συμφωνήσει όσοι σήμερα «κουνούν το δάχτυλο» για το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5%.

Επίσης, σε μία σειρά τομέων πολιτικής, οι ακραίες δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης έχουν ανασχεθεί, όπως σας είπα προηγουμένως, για το lock out, για τις μαζικές απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα, για το ασφαλιστικό με την κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές -σημειωτέον, ο κ. Μητσοτάκης σε ανύποπτο χρόνο σε αυτήν εδώ την Αίθουσα την έχει υπερασπιστεί, να το θυμίσουμε και αυτό- με τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα, τις οποίες ο κ. Μητσοτάκης προφανώς έχει υπηρετήσει στο παρελθόν με πάρα πολύ μεγάλο φανατισμό -σας θυμίζω ότι προβλέπονταν ακόμα δεκαπέντε χιλιάδες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων με βάση το δεύτερο πρόγραμμα- και την πλήρη κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.

Την ίδια στιγμή που όλες αυτές οι δεσμεύσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων έχουν ανασχεθεί και πολλές άλλες, έχουν κερδηθεί και μία σειρά από θετικά μέτρα μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση.

Επί τροχάδην αναφέρω τα εξής: Την υγειονομική κάλυψη δυόμιση εκατομμυρίων ανασφάλιστων ανθρώπων. Το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, που καλύπτει πλέον εξακόσιους χιλιάδες συμπολίτες μας και στον φετινό προϋπολογισμό θα χρηματοδοτηθεί με παραπάνω από 700 εκατομμύρια ευρώ. Την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων τον Σεπτέμβριο του 2018. Τις εξαιρέσεις από τον κανόνα 1:4 για συμβασιούχους στην καθαριότητα, αλλά και για τους πυροσβέστες πενταετούς θητείας. Την αύξηση του προϋπολογισμού κατά 260 εκατομμύρια ευρώ για τα οικογενειακά επιδόματα, όπου ο συνολικός προϋπολογισμός θα αγγίξει πλέον τα 910 εκατομμύρια.

Και δεν ξεχνάμε καθόλου ότι διάφορα «παπαγαλάκια» της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης μιλούσαν για μείωση, υποτίθεται, του κοινωνικού προϋπολογισμού, ακόμα και πριν από λίγες ημέρες.

Επίσης, θα ήθελα να αναφέρω και πρωτοβουλίες οι οποίες δεν έχουν να κάνουν ευθέως με τη συμφωνία, αλλά αφορούν τις προτεραιότητες της πολιτικής και τον προσανατολισμό της κρατικής χρηματοδότησης. Δεν θέλω να σταθώ αναλυτικά. Τα είπαν με αρκετή σαφήνεια οι προηγούμενοι ομιλητές. Θα αναφέρω μόνο κάποιες από αυτές:

Στον τομέα της Υγείας έχουμε ενισχύσει τα νοσοκομεία της χώρας με χιλιάδες γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό. Υπάρχουν πολιτικές στο πεδίο της διεύρυνσης δικαιωμάτων και ελευθεριών με το Σύμφωνο Συμβίωσης και την ταυτότητα φύλου. Δίνεται το κοινωνικό μέρισμα του 2016 και 2017, υπάρχει ενεργητική πολιτική και χρηματοδοτική στήριξη της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, ώστε να παραμείνει ο βασικός πυλώνας παραγωγής ενέργειας στη χώρα, αναπροσανατολισμός του προηγούμενου, αλλά και σχεδιασμός του σημερινού ΕΣΠΑ σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, όπου, σημειωτέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χθες ανέφερε ότι για άλλη μία φορά είμαστε πρωταθλητές στην απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ, πράγμα το οποίο φαίνεται να μην αναγνωρίζεται καν από διάφορους οι οποίοι κάνουν κριτική στον κ. Χαρίτση για δήθεν υπο-απορρόφηση στο ζήτημα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Επίσης, υπάρχει αύξηση των κονδυλίων για την έρευνα, που αγγίζουν πλέον το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, αλλά και αύξηση των πιστώσεων του προϋπολογισμού για την Παιδεία κατά 184 εκατομμύρια ευρώ φέτος, 257 εκατομμύρια ευρώ πέρυσι, ενώ την περίοδο 2011-2014 η σωρευτική μείωση των πιστώσεων για την Παιδεία ήταν περίπου 34%.

Επιπλέον, στον τομέα των εργασιακών σχέσεων και της καταπολέμησης της ανεργίας για πρώτη φορά υλοποιείται μία πολιτική ενίσχυσης της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων, με την εντατική και σοβαρή λειτουργία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, που καταπολεμά πλέον με σχέδιο την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία. Σας θυμίζω ότι το 2015 αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία είχαν φτάσει περίπου στο 17%. Έχουμε καταφέρει μέσα σε περίπου δυόμιση χρόνια να ρίξουμε την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία κατά τέσσερις μονάδες, στο 13%.

Επίσης, με τις συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις του Υπουργείου Εργασίας το καλοκαίρι, δόθηκε δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τον εργαζόμενο σε περίπτωση μη καταβολής των δεδουλευμένων του, αλλά επίσης και δικαίωμα διεκδίκησης αυτών ακριβώς των δεδουλευμένων με την έκδοση διαταγής πληρωμής.

Θα μπορούσα να διευρύνω τον κατάλογο κατά πολύ και να πω πολλά περισσότερα. Ο χρόνος, δυστυχώς, δεν το επιτρέπει. Η ουσία, όμως, έχει γίνει ήδη σαφής. Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε γίνει, αν δεν είχε συντελεστεί η μεγάλη πολιτική του 2015. Ποια είναι, αλήθεια, σήμερα η συνολική εικόνα της ελληνικής οικονομίας και τι σχέση έχει η σημερινή εικόνα της ελληνικής οικονομίας με την κολοσσιαία αποτυχία του 2010-2014;

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Ανεργία που τείνει για πρώτη φορά κάτω από το 20%, μετά από δέκα περίπου χρόνια. Ρυθμοί ανάπτυξης που για το 2017 θα κλείσουν κοντά στο 2% και πρόβλεψη για το 2018 στο 2,5%. Κυρίως, όμως, τα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, από τον δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης μέχρι τις εξαγωγές, μέχρι τις επενδύσεις, μέχρι τη βιομηχανική παραγωγή, ανακάμπτουν σταθερά, ενώ για πρώτη φορά το διαθέσιμο εισόδημα, αλλά και ο μέσος μισθός, δείχνουν να ανατρέπουν την για χρόνια καθοδική πορεία τους και να επιστρέφουν σε  θετικό έδαφος. Αυτό σημαίνει μια αναστροφή ολόκληρης της υφεσιακής και αντεργατικής πορείας, η οποία σημειωνόταν από το 2010 μέχρι το 2015.

Ο βασικός, όμως, δείκτης που μας επιτρέπει να είμαστε βέβαιοι για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, δεν είναι άλλος από τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Κι αυτό, ξέρετε, δεν είναι ένα τεχνικό ζήτημα, διότι το επιτόκιο του ομολόγου δεν είναι τίποτα άλλο παρά η μαθηματική έκφραση του κινδύνου για μια οικονομία. Τι λέει αυτός ο δείκτης, αυτή η μαθηματική έκφραση του κινδύνου; Λέει ότι το δεκαετές ομόλογο έχει σπάσει το όριο του 4%, ενώ το πενταετές ομόλογο έφτασε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας κοντά στο 3%.

Αυτό σημαίνει ότι η αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές και η ανάκτηση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας της χώρας, δεν είναι απλώς μια φαντασίωση ή μια επιθυμία, όπως ήταν το 2014, αλλά ένας απόλυτα εφικτός, επιτεύξιμος στόχος. Και είναι επιτεύξιμος διότι σήμερα τίποτα δεν μοιάζει με την οριακή κατάσταση του 2014. Αυτή είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που επιτυγχάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους του προγράμματος και εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουμε ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή.

Ταυτόχρονα, δημιουργούμε, όπως είπε χθες και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, ο κ. Χουλιαράκης, ένα χρηματοδοτικό μαξιλάρι για να υποστηρίξουμε την έξοδό μας στις αγορές, ενώ έχουμε και μια θετική και συγκεκριμένη συμφωνία για το χρέος, σύμφωνα με την οποία οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν, από το 2018 και έπειτα, το 15% του ΑΕΠ. Αυτό, a propos, καταρρίπτει πλήρως και το επιχείρημα, που μάλλον από άγνοια επαναλαμβάνουν κάποιοι από τη Νέα Δημοκρατία, ότι το υπερ-πλεόνασμα σημαίνει ότι δεν χρειάζεται ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Διότι η ρύθμιση του ελληνικού χρέους πλέον δεν αφορά τον λόγο χρέος προς ΑΕΠ, αλλά τη συνολική χρηματοδοτική δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή, να μην υπερβαίνουν οι πληρωμές ή οι αναχρηματοδοτήσεις του χρέους το 15% του ΑΕΠ.

Επομένως, θα παρακαλέσω τους συναδέλφους από τη Νέα Δημοκρατία να σταματήσουν να επαναλαμβάνουν αυτό το επιχείρημα, διότι είναι απόλυτο μαθηματικό absurdum αυτό το οποίο κάνουν.

Επίσης, επιτυγχάνεται οριστικός τερματισμός των συνεπειών του PSΙ. Χθες ο κ. Βενιζέλος μας είπε ότι, δήθεν, συνεχίζουμε την πολιτική του  PSI. Αν δεν το κατάλαβε ο κ. Βενιζέλος, η πολιτική του PSI τερματίστηκε πριν από δεκαπέντε μέρες, όταν ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων, η οποία μετέτρεψε τα μη τυπικά ομόλογα του PSI, τα οποία ήταν αδύνατο να είναι διαπραγματεύσιμα στις αγορές χρήματος, σε τυπικά ομόλογα. Κι αυτός είναι ο τεχνικός λόγος, πίσω από τον πολιτικό λόγο της ανάκτησης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, που βλέπουμε σήμερα τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση.

Βεβαίως, αυτή η συμφωνία για το χρέος, αλλά και όλα όσα κάνουμε σε ό,τι αφορά την αναδιαμόρφωση του εδάφους για να έχουμε τη δυνατότητα να ανακτήσουμε απολύτως την εμπιστοσύνη των αγορών μέχρι τον Αύγουστο του 2018, πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν περαιτέρω. Ωστόσο, το νερό έχει μπει στο αυλάκι.

Επομένως, η έξοδος από το πρόγραμμα είναι μπροστά μας και είναι ορατή. Κι αυτό μας φέρνει στο  δεύτερο επιχείρημα -όψιμο- της Αντιπολίτευσης. Τι ισχυρίζονται; Ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει έξοδος το 2018, καθώς τα μνημόνια θα μείνουν μαζί μας μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή εν πάση περιπτώσει, μέχρι να πληρωθεί το 75% των δανείων που έχουμε λάβει από τον επίσημο τομέα.

Αυτό, βέβαια, δεν ίσχυε για την Αντιπολίτευση για κάποιο λόγο το 2014, ισχύει σήμερα. Εν πάση περιπτώσει, ας το αφήσουμε αυτό το κομμάτι του επιχειρήματος και να περάσουμε στην ουσία.

Τι είναι το μνημόνιο; Δεν είναι τίποτα άλλο από έναν μηχανισμό πειθαναγκασμού, μια τεχνολογία επιβολής πολιτικών που λειτουργεί με έναν συγκεκριμένο και πολύ απλό τρόπο: Μέτρα έναντι χρημάτων για την αποπληρωμή του χρέους, διότι διαφορετικά, επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές, η οικονομία θα οδηγηθεί σε χρεοκοπία. Αυτό είναι τo μνημόνιο. Αυτή είναι η τεχνολογία πειθαναγκασμού. Για ποιο λόγο επιβλήθηκε αυτή η τεχνολογία; Γιατί απλούστατα η χώρα δεν είχε τη δυνατότητα να δανείζεται από τις αγορές από το 2010 και μετά.

Επομένως, για όποιον θέλει και για όποιον μπορεί να καταλάβει, είναι αυτονόητο ότι οι βαθμοί πολιτικής ελευθερίας αυξάνονται αμέσως μόλις απεγκλωβιστεί κανείς απ’ αυτόν τον συγκεκριμένο μηχανισμό. Διότι πλέον οι πολιτικές που επιβάλλονται, δεν έχουν τον ίδιο βαθμό αναγκαστικότητας, καθώς ο κίνδυνος χρεοκοπίας έχει παρέλθει και δεν υπάρχει άμεσος τρόπος εξαναγκασμού. Δεν υπάρχει ο εξαναγκασμός της εκταμίευσης της δόσης.

Προφανώς αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει εποπτεία και ότι δεν υπάρχει παρακολούθηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια Κυβέρνηση μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Κατ’ αρχήν οι αγορές εκ των πραγμάτων επιβάλλουν συγκεκριμένες πειθαρχίες στις οικονομίες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Όμως, και οι μηχανισμοί εποπτείας της ευρωζώνης συνεχίζουν να λειτουργούν. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μιλάμε για το ίδιο καθεστώς επιχείρησης και για το ίδιο καθεστώς επιτροπείας.

Σε αυτήν την περίοδο που εγκαινιάζεται μετά το καλοκαίρι του 2018 -και εδώ τελειώνω- οι διαφορές της πολιτικής και οι κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές, που ήδη είναι σαφείς, θα αρχίζουν να εμφανίζονται με ακόμη μεγαλύτερη ενάργεια. Είναι τότε που τα δύο πολιτικά σχέδια που συγκρούονται σήμερα, θα αντιπαρατεθούν με ακόμη πιο καθαρό και σαφή τρόπο.

Από τη μία πλευρά είναι το σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας και των δορυφόρων της, που θέλουν να επιστρέψουμε σε μια οικονομία πλήρους δημοσιονομικής και εργοδοτικής αυθαιρεσίας και ασυδοσίας. Είναι ένα πολιτικό πρόγραμμα «σοκ και δέους» που συνοψίζεται σε συγκεκριμένο τετράπτυχο: Απολύσεις, ξεπούλημα, καταστροφή του κοινωνικού κράτους και μείωση των μισθών για να δημιουργηθούν δήθεν κίνητρα επενδύσεων. Αυτή είναι η καθαρή λογική του «θατσερισμού», που σήμερα διέπει ολόκληρο το ιδεολογικό και πολιτικό περίγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.

Από την άλλη υπάρχει το δικό μας σχέδιο που θέλει να βάλει στο επίκεντρο την εργασία και την αναδιανομή για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους. Μιλάμε, δηλαδή, για δύο κόσμους, που δεν έχουν -και ευτυχώς!- τίποτα κοινό.

Σας ευχαριστώ.

Συνέντευξη στο CNN Greece και στον δημοσιογράφο Α. Ζαχαριάδη

Συνέντευξη εφ΄όλης της ύλης για το τέλος του ελληνικού προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 και τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, για το κοινωνικό μέρισμα και την προστασία της α΄κατοικίας, για την Τουρκία και την ευρωπαϊκή της προοπτική, για τη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας και το Προσφυγικό, για τα δύο διακριτά πολιτικά σχέδια μεταξύ κυβέρνησης και ΝΔ και για τις διεργασίες στο χώρο της κεντροαριστεράς:

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, ευχαριστούμε για τη φιλοξενία στο γραφείο σας και χρόνια πολλά. Θα ήθελα να ξεκινήσω με ένα αρκετά σοβαρό ζήτημα, που απασχολεί αρκετό κόσμο και θα έλεγα ότι προκαλεί και απορίες η στάση της κυβέρνησης. Για ποιον λόγο δεν νομοθετεί η κυβέρνηση για την προστασία της πρώτης κατοικίας; Οι πλειστηριασμοί, οι οποίοι γίνονται ή δεν γίνονται, προκαλούν μια αναταραχή, υπάρχει μια αμφισημία σε σχέση με την προστασία ή όχι της πρώτης κατοικίας. Γιατί δεν παίρνει μια πρωτοβουλία η κυβέρνηση να νομοθετήσει και να κλείσει το ζήτημα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Καλώς ήρθατε και χρόνια πολλά. Τώρα, στα ζητήματα που θέσατε. Υπάρχει μία ανακρίβεια, την οποία πρέπει να την επισημάνουμε. Η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι νομοθετημένη. Πρέπει να αντιληφθούμε ακριβώς ποιο είναι το πλαίσιο αυτής της προστασίας. Σύμφωνα με τον νόμο Κατσέλη- Σταθάκη, έτσι δηλαδή όπως τροποποιήθηκε από την παρούσα κυβέρνηση και τον τότε υπουργό Οικονομίας κ. Σταθάκη, έχουμε το εξής: Για χρέη μέχρι 200.000 ευρώ και για αξία ακινήτου μέχρι τις 280.000 ευρώ, όποιο υπερχρεωμένο νοικοκυριό έχει ενταχθεί στον νόμο και στις προστατευτικές αυτού ρυθμίσεις δεν κινδυνεύει με πλειστηριασμό της πρώτης του κατοικίας. Αυτό, λοιπόν, σημαίνει ότι υπάρχει μια σαφής νομική ρύθμιση και όχι άτυπη συμφωνία, η οποία προστατεύει τις πρώτες κατοικίες που υπάγονται ακριβώς σε αυτό το προστατευτικό πλαίσιο. Από εκεί και πέρα, η διαδικασία των πλειστηριασμών έχει να κάνει με αξίες ακινήτων που είναι πολύ υψηλότερες, αλλά και για οφειλές που είναι πολύ υψηλότερες με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία. Δηλαδή, αν παρακολουθήσετε την πορεία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, θα δείτε ότι μιλάμε για οφειλές που υπερβαίνουν πολλές φορές και το ένα και τα δυο εκατομμύρια και μιλάμε για οφειλέτες οι οποίοι έχουν πολλαπλά ακίνητα στην κυριότητά τους. Άρα, λοιπόν, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε εδώ είναι το εξής: Ότι το τραπεζικό σύστημα της χώρας είναι αναγκαίο να προχωρήσει στη διαδικασία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, στον βαθμό που αυτοί δεν αφορούν τη λαϊκή κατοικία, στον βαθμό που δεν αφορούν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά των, θα έλεγε κανείς, πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων. Αλλά, αντιθέτως, αφορά τους μεγαλοοφειλέτες των τραπεζών, που συνήθως συμπίπτουν με τους μεγαλοοφειλέτες του δημοσίου, έτσι ώστε να μπορέσουν να εξυγιάνουν όσο το δυνατόν συντομότερα τα χαρτοφυλάκιά τους. Αυτή είναι η λογική, η οποία υπάρχει. Και νομίζω ότι έχει γίνει μία απίστευτα ανακριβής συζήτηση όλο το προηγούμενο διάστημα, η οποία εστιάζει σε λάθος στοιχεία, εστιάζει σε ψευδείς πληροφορίες που διακινούνται από συγκεκριμένα έντυπα, αλλά και από συγκεκριμένα ηλεκτρονικά  και τηλεοπτικά μέσα, η οποία, αυτή ακριβώς συγκεκριμένη συζήτηση, δεν βοηθά στο να κατανοήσουμε ακριβώς ποια είναι η φύση του προβλήματος. Από εκεί και πέρα, είναι λογικό οι λαϊκές οικογένειες, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά  να ανησυχούν, να θεωρούν ότι είναι πιθανό να κινδυνεύουν. Διότι, ξέρετε, και ο κόσμος έχει πολλές φορές χάσει, για να το πούμε έτσι, την εμπιστοσύνη του απέναντι στο πολιτικό σύστημα ή απέναντι στις δεσμεύσεις. Αυτό το οποίο εμείς πρέπει να τονίσουμε με τον πιο καθαρό τρόπο είναι ότι καμία λαϊκή κατοικία δεν κινδυνεύει. Αυτοί οι οποίοι κινδυνεύουν και πρέπει να κινδυνεύουν είναι όλοι όσοι χρεοκόπησαν τις επιχειρήσεις τους, έβγαλαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό και στη συνέχεια δημιούργησαν ένα τεράστιο οικονομικό πρόβλημα στις τράπεζες, το οποίο επηρεάζει το σύνολο της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Γι΄αυτόν ακριβώς τον λόγο, λοιπόν, εμείς δεν πρόκειται να προστατέψουμε τους μεγαλοοφειλέτες των τραπεζών και τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Δεν πρόκειται να προστατέψουμε τις βίλες, δεν πρόκειται να προστατέψουμε τα τεράστια ακίνητα των ανθρώπων αυτών που, πολλές φορές, βρίσκονται να χρωστάνε και εκατομμύρια ακόμα στις τράπεζες. Θα προστατέψουμε, όμως, με κάθε δυνατό τρόπο, τη λαϊκή κατοικία. Και αυτό νομίζω ότι προκύπτει, για να το επαναλάβω, από τα ίδια τα στοιχεία που έχουμε αυτήν τη στιγμή στα χέρια μας σε ό,τι αφορά τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Η δέσμευση είναι σαφής. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε μια φάση όπου παρακολουθεί στενά όλη τη διαδικασία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Και δεν πρόκειται προφανώς να επιτρέψει να υπάρξουν περιπτώσεις όπου υπερχρεωμένα νοικοκυριά των κατώτερων τάξεων θα δουν το σπίτι τους να βγαίνει σε πλειστηριασμό. Και αυτό είναι μία σαφής και συγκεκριμένη δέσμευση από τη δικιά μας πλευρά.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, σήμερα είναι η πρώτη μέρα καταβολής του κοινωνικού μερίσματος σε εκατομμύρια συμπολίτες μας. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, καταρχάς, κάποια πρώτα στοιχεία, εάν έχουμε στη διάθεσή μας και κατά δεύτερον θα ήθελα να σας ρωτήσω σε τι διαφέρει το κοινωνικό μέρισμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από το κοινωνικό μέρισμα της κυβέρνησης της Ν.Δ., για το οποίο είχατε μία σαφή αντίθεση και ξεκάθαρη θέση όταν ήσασταν στην αντιπολίτευση.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό που πρέπει να πούμε είναι το εξής: Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά καταφέρνουμε να αποδώσουμε το υπερπλεόνασμα, δηλαδή τα χρήματα που υπερέβησαν τους δημοσιονομικούς στόχους που είχαν τεθεί, να αποδώσουμε, να επιστρέψουμε, λοιπόν, αυτό το ποσό στην κοινωνία και στους ανθρώπους που έχουν πραγματικά ανάγκη. Στο σύνολό τους, περίπου 1.300.000 αιτήσεις εγκρίθηκαν, 727 εκ. επέστρεψαν στους πολίτες και το μέσο, περίπου, ποσό που καταβλήθηκε από το κοινωνικό μέρισμα ήταν περίπου 525 ευρώ. Βεβαίως, υπήρξαν νοικοκυριά που πήραν αρκετά περισσότερα, ανάλογα με το πόσα παιδιά είχαν, με το πόσο μεγάλη είναι η οικογένεια, υπήρξαν, όμως, και νοικοκυριά που πήραν λιγότερα χρήματα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπήρξαν αδικίες…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως υπήρξαν αδικίες. Αυτό όμως που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι στο σύνολο 1.300.000 αιτήσεις εγκρίθηκαν, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι από το κοινωνικό μέρισμα βοηθήθηκαν περίπου 3,5 εκ. άνθρωποι στη χώρα μας, δηλαδή το 30% του πληθυσμού. Προφανώς, σε μία τέτοια πρωτόγνωρη διαδικασία θα υπάρξουν και  αστοχίες, θα υπάρξουν και αβλεψίες, ωστόσο αυτό που πρέπει να κρατάμε είναι το γεγονός ότι 3,5 εκ. άνθρωποι ενισχύθηκαν από αυτήν την πρωτοβουλία της κυβέρνησης.

Αυτό τώρα, το οποίο με ρωτάτε, ποια είναι η διαφορά του κοινωνικού μερίσματος της σημερινής κυβέρνησης σε σχέση με το κοινωνικό μέρισμα της κυβέρνησης Σαμαρά. Πάρα πολλές οι διαφορές, από πού να ξεκινήσει κανείς και πού να τελειώσει. Κατ’ αρχάς, το κοινωνικό μέρισμα της κυβέρνησης Σαμαρά δεν προέκυψε από οποιοδήποτε υπερπλεόνασμα. Αντιθέτως, ήταν μια σαφής προεκλογική κίνηση, διότι να σας θυμίσω ότι το 2014 έκλεισε εκτός στόχων του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Δηλαδή, το 2014 η κυβέρνηση τότε του κ. Σαμαρά έπρεπε να επιτύχει έναν στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 1,5% και τελικά πέτυχε 0,2%. Δηλαδή, δεν ήταν μια κίνηση που στην πραγματικότητα αντιστοιχούσε στις πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας τότε. Αλλά, αντιθέτως, ήταν μια κίνηση για να δημιουργηθεί προεκλογικό, εν πάση περιπτώσει, πολιτικό κλίμα εκ μέρους του κ. Σαμαρά. Το δεύτερο ζήτημα ήταν ότι το κοινωνικό μέρισμα του κ. Σαμαρά προέκυψε μέσα από δανεισμό του ελληνικού δημοσίου, έβγαλε έντοκο γραμμάτιο ο κ. Σαμαράς για να μπορέσει να δώσει  το κοινωνικό μέρισμα, δεν προέκυπτε δηλαδή από τις πραγματικές δυνατότητες. Το τρίτο πράγμα που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι δεν αφορούσε πολίτες, οριζόντια, που είχαν πραγματικά ανάγκη. Αλλά, αντιθέτως, αφορούσε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες αποτελούσαν τον κορμό, αν θέλετε, ή τον πυρήνα της πολιτικής πελατείας ή αυτό που ο κ. Σαμαράς θεωρούσε πολιτική του πελατεία. Δηλαδή, δεν επρόκειτο για μια πραγματική κίνηση στήριξης της κοινωνίας, επρόκειτο για μια προεκλογική καθαρά κίνηση που μάλιστα, όπως σας είπα και προηγουμένως, δεν προέκυπτε από την υπεραπόδοση των κοινωνικών μέτρων, αλλά αντιθέτως οδήγησε σε μια σειρά από προβλήματα που είχαν να κάνουν και με το γεγονός ότι η Ελλάδα το 2014 δεν έπιασε τους στόχους του προγράμματος. Και αυτό, όπως καταλαβαίνετε, το βρήκαμε εμείς μπροστά μας στη διαπραγμάτευση του 2015.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάμε, κ. υπουργέ, στο ζήτημα των μνημονίων. Αυτήν την περίοδο συζητιέται και ο προϋπολογισμός. Η κυβέρνηση λέει ότι είναι ο τελευταίος μνημονιακός προϋπολογισμός, τον Αύγουστο τελειώνει το πρόγραμμα και η κυβέρνηση επιδιώκει μια καθαρή έξοδο από τα μνημόνια. Θα έχουμε μια καθαρή έξοδο από τα μνημόνια ή θα είναι ένα πρόγραμμα δεσμεύσεων, ένα μνημόνιο που απλά δεν θα το λέμε μνημόνιο;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Πολλά θα μπορούσε να πει κανείς εδώ. Εγώ θέλω να ξεκινήσω από το εξής: Χθες, η πορεία των ελληνικών ομολόγων ήταν τέτοια που αντιστοιχούσε στα επίπεδα δανεισμού που είχε η Ελλάδα το 2007. Αν και δεν είναι σωστό να κουράζουμε με νούμερα, να σας πω ότι το ομόλογο της δεκαετίας έφτασε περίπου στο 4,11%, μιλάμε για επίπεδο 2007, ενώ η πενταετία έκλεισε στο 3,27%. Αν θυμάμαι καλά, η Κομισιόν είχε κάνει την εξής πρόβλεψη: ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να βγει τον Αύγουστο του 2018 στις αγορές και αυτοδύναμα να μπορεί να αναχρηματοδοτεί το χρέος της, είναι αναγκαίο ένα επιτόκιο δανεισμού της πενταετίας  να είναι κοντά στο 3,75%. Χθες ήμασταν 0,5% περίπου κάτω από εκείνη την πρόβλεψη, η οποία μάλιστα όταν είχε γίνει, είχε θεωρηθεί και υπεραισιόδοξη. Άρα, λοιπόν, βλέπουμε ότι η ελληνική οικονομία σε αυτήν τη φάση έχει γυρίσει σελίδα. Βρίσκεται σε μια κατάσταση όχι απλά σταθεροποίησης, αλλά δυναμικής ανάκαμψης και αυτό αποτυπώνεται και στα επιτόκια δανεισμού, που είναι και το κρίσιμο μέγεθος – αν θέλετε- για το αν θα καταφέρουμε ή δεν θα καταφέρουμε να βγούμε με αυτοδύναμο τρόπο από τη διαδικασία της μνημονιακής επιτροπείας. Και όλα δείχνουν αυτήν τη στιγμή ότι επιβεβαιώνεται η πολιτική μας στρατηγική, αλλά και η πολιτική μας πρόβλεψη, ότι τον Αύγουστο του 2018 θα είμαστε πλέον εκτός μνημονίων, στη βάση ακριβώς όλων όσων είχαμε δεσμευτεί απέναντι στον ελληνικό λαό πριν τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015. Τώρα, ο τρόπος της εξόδου και το χρονοδιάγραμμα: Μετά και την τυπική ολοκλήρωση της γ΄ αξιολόγησης, που υπολογίζουμε ότι θα γίνει κατά πάσα πιθανότητα στο Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου, θα εκκινήσει μια διαδικασία διαλόγου, συζήτησης, διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς, για το πλαίσιο ρύθμισης του ελληνικού χρέους. Μέχρι τον Αύγουστο του 2018 νομίζω ότι είναι αναγκαίο να  έχουμε καταλήξει σε μια συζήτηση σε σχέση με αυτό και νομίζω ότι όλοι συμφωνούν. Και χθες ο πρόεδρος του Eurogroup έκανε μια δήλωση, όπου είπε ότι βεβαίως με την ολοκλήρωση του προγράμματος θα έχουμε και την εφαρμογή πια των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που είναι απαραίτητα, ώστε η χώρα να επιστρέψει αυτοδύναμα στις αγορές, αλλά και για το πλαίσιο παρακολούθησης. Δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή η δυνατότητα να προεξοφλήσει κανείς τους συγκεκριμένους όρους παρακολούθησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτό το οποίο είναι δεδομένο είναι ότι κατά τον ίδιο τρόπο  που όλες οι χώρες της Ευρωζώνης και πολύ περισσότερο οι χώρες που έχουν εξέλθει από προγράμματα προσαρμογής έχουν μια αυξημένη πολιτική και οικονομική εποπτεία εκ μέρους των ευρωπαϊκών θεσμών, έτσι και η Ελλάδα θα βρίσκεται υπό τους κανόνες ακριβώς εποπτείας που υπάρχουν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Τώρα, ακριβώς τις λεπτομέρειες της παρακολούθησης αυτής και της εποπτείας αυτής δεν μπορούμε να τους προσδιορίσουμε, γιατί όπως καταλαβαίνετε θα είναι και το αντικείμενο της συζήτησης από τον Φεβρουάριο μέχρι το καλοκαίρι του 2018. Αυτό ωστόσο που πρέπει να πούμε είναι το εξής και είναι κρίσιμο, για να κλείσω κιόλας την απάντηση: Δεν υπάρχει μηχανισμός μνημονιακός εφόσον η χώρα είναι αυτοδύναμα στις αγορές. Διότι τι είναι το μνημόνιο στην πραγματικότητα; Είναι μια σειρά από δεσμεύσεις που αναλαμβάνει μια κυβέρνηση και οι οποίες πρέπει να υλοποιούνται για να έχει τη δυνατότητα η κυβέρνηση αυτή να παίρνει χρήματα από τον επίσημο τομέα, από τον ESM δηλαδή και να εξυπηρετεί το χρέος της. Επομένως, εδώ βλέπετε ότι υπάρχει ένας μηχανισμός εξαναγκασμού, θα το έλεγε κανείς. Δηλαδή, κάνε τις μεταρρυθμίσεις για να πάρεις χρήματα και να μην χρεοκοπήσεις. Όταν υπάρχει έξοδος μιας χώρας στις αγορές, βεβαίως υπάρχει η πειθάρχηση στη βάση των κρίσεων της αγοράς σε σχέση με την πορεία μιας οικονομίας, ωστόσο αυτός ο στενός μηχανισμός πειθαναγκασμού δεν υφίσταται πλέον. Άρα, λοιπόν, 4ο μνημόνιο δεν υπάρχει. Το 4ο μνημόνιο, στο μοναδικό μυαλό στο οποίο υπάρχει, είναι στο μυαλό του κ. Μητσοτάκη. Και γιατί το λέω αυτό; Γιατί ο κ. Μητσοτάκης με πάρα πολύ μεγάλη σαφήνεια έχει πει ότι «εγώ δίνω μεταρρυθμίσεις για να πάρω χρέος». Επομένως τι μας λέει ο κ. Μητσοτάκης; Ότι θέλει να εξαρτήσει τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους από μεταρρυθμίσεις τις οποίες θα δωρίσει στους δανειστές. Οι οποίες μεταρρυθμίσεις ξέρουμε πάρα πολύ καλά ποιες είναι για τον κ. Μητσοτάκη. Είναι οι απολύσεις στον δημόσιο τομέα, είναι η λεηλασία του κοινωνικού κράτους και μια σειρά από άλλες φιλελεύθερες, εν πάση περιπτώσει, ή υπερφιλελεύθερες ιδεοληψίες, οι οποίες τον κατατρέχουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, από τότε που υπάρχει ως πολιτικό ον.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, πριν πάμε σε αυτά, πριν γίνουν όλα αυτά, υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία και είναι το θέμα των τραπεζών. Είναι τα stress tests των τραπεζών, πρέπει να περάσουν οι τράπεζες τα stress tests, σε διαφορετική περίπτωση αυτό που περιγράφετε δεν μπορεί να γίνει. Και το δεύτερο ζήτημα, που θέλω να σας θέσω, είναι σε σχέση με το χρέος και τις μεταρρυθμίσεις. Εσείς λέτε ότι θα συζητήσουμε για το χρέος και θα γίνει μια ρύθμιση του χρέους ενόψει της εξόδου της χώρας από το μνημόνιο. Αυτό δεν προϋποθέτει νέες μεταρρυθμίσεις;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, θα σας πω. Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν το 2015. Το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης ήταν πολύ μικρότερο από αυτό που είχε προβλεφθεί αρχικά στο πλαίσιο της συμφωνίας που είχε γίνει το καλοκαίρι του 2015. Θυμάστε, νομίζω, ότι ολοκληρώθηκε περίπου τον Δεκέμβριο του 2015 η όλη διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης. Και αυτήν τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες έχουν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά κεφαλαιακής επάρκειας στην Ευρώπη. Βεβαίως, υπάρχει το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων», των NPLs, το οποίο ακριβώς μέσα από συζήτηση και διαπραγμάτευση με τους δανειστές μας, αλλά και με την ΕΚΤ, προσπαθούμε να το αντιμετωπίσουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Και από ό,τι φαίνεται και από τις δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων, οι οποίοι ακριβώς έχουν την αρμοδιότητα παρακολούθησης όχι μόνο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αλλά του συνόλου του τραπεζικού συστήματος στην Ευρώπη, η πορεία είναι θετική. Δηλαδή, έχουμε τη δυνατότητα σιγά-σιγά να εξυγιαίνουμε τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, μέσα από μια σειρά από μέτρα και πρωτοβουλίες που έχουν παρθεί και που είναι σε συμφωνία προφανώς με τους θεσμούς. Επομένως, κατά τη γνώμη μου, δεν τίθεται καμία αμφισβήτηση ως προς το οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να περάσουν  τα stress tests με επιτυχία. Και αυτό ακριβώς νομίζω ότι προεξοφλείται περίπου, αν δει κανείς τον τρόπο με τον οποίο κινείται η ελληνική οικονομία και τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνεται ο κίνδυνος, όπως σας έλεγα προηγουμένως, στα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Δηλαδή, η πτωτική τάση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων σημαίνει ότι το country risk έχει αρχίσει να μειώνεται πάρα πολύ και αυτό οι αγορές το κατανοούν και γι΄ αυτόν τον λόγο σπεύδουν να επενδύσουν σε ελληνικά ομόλογα. Αυτό είναι η μια όψη του ζητήματος. Τώρα, σε ό,τι αφορά το χρέος, πρέπει να γίνει κατανοητό κάτι πάρα πολύ συγκεκριμένο. Η ρύθμιση του ελληνικού χρέους, τα μεσοπρόθεσμα δηλαδή μέτρα για το ελληνικό χρέος είχαν ως προϋπόθεση για την κατάληξή τους και την εφαρμογή τους την υλοποίηση του γ΄ προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Δηλαδή, το χρέος έρχεται ως δέσμευση των ευρωπαίων εταίρων απέναντι στην Ελλάδα, ακριβώς στη βάση της υλοποίησης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής 2015-2018. Δεν μπορούν να προστεθούν νέες μεταρρυθμίσεις, ως αντάλλαγμα για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Πράγμα το οποίο, κατά τη γνώμη μου, πάρα πολύ κακώς και με εντελώς λανθασμένη οπτική για τα πράγματα, έθεσε στη συζήτηση ο κ. Μητσοτάκης. Άρα, λοιπόν, για να είμαστε συνεννοημένοι ποια είναι η συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους μας: ότι η Ελλάδα υλοποιεί το γ΄ πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, παίρνει τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, δηλαδή βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και αν χρειαστεί μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και βγαίνει  αυτοδύναμα στις αγορές τον Αύγουστο του 2018. Αυτό συμφωνήσαμε το καλοκαίρι του 2015 και όλοι το γνωρίζουν αυτό. Αν παρακολουθήσετε και τις δηλώσεις των ευρωπαίων αξιωματούχων, αυτό εξηγούν  και αυτό επαναλαμβάνουν διαρκώς. Δηλαδή, συμφωνία για το χρέος μέχρι το καλοκαίρι του 2018, εφαρμογή των μέτρων αμέσως μετά την ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος, δηλαδή μετά τον Αύγουστο του 2018. Πάρα πολύ σαφή πράγματα, τα οποία όμως στο πεδίο της δημόσιας συζήτησης στην Ελλάδα γίνονται ένα κουβάρι, με στόχο, κατά τη γνώμη μου, την παραπληροφόρηση, με στόχο μια προσπάθεια, η οποία γίνεται ή μια επιχείρηση η οποία διαρκώς στήνεται και ενορχηστρώνεται για να επιτεθούν κάποιοι μεγαλόσχημοι επιχειρηματίες και εκδότες στην ελληνική κυβέρνηση. Απλά είναι τα πράγματα, απλή είναι η συζήτηση, με πολύ σαφή τρόπο μπορεί να γίνει. Και πάνω σε αυτό το πεδίο της συζήτησης μπορούν να αναδειχθούν και τα διαφορετικά πολιτικά σχέδια. Δεν χρειάζεται να ανακαλύπτουμε διαρκώς υποτιθέμενα ψεύδη εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, δεν χρειάζεται να ανακαλύπτουμε διαρκώς υποτιθέμενες, επιθετικές δηλώσεις από τους ευρωπαίους αξιωματούχους. Κανείς δεν λέει ότι το παρόν πλαίσιο είναι το ευκολότερο πλαίσιο που θα είχε να αντιμετωπίσει κανείς. Κανείς δεν το λέει αυτό. Όμως, να ξεκαθαρίσουμε ποιο είναι αυτό το πλαίσιο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το τελευταίο διάστημα επικρατεί αρκετά  έντονη πόλωση στο πολιτικό σκηνικό και ορισμένοι ισχυρίζονται ότι είναι μια τεχνητή πόλωση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για να προετοιμάζει το έδαφος για τις εκλογές. Είναι στα σχέδια της κυβέρνησης, ειδικά αν τον Αύγουστο πάνε καλά τα πράγματα, σύμφωνα με το πλάνο σας;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ακούω για εκλογές από την 21η Σεπτεμβρίου του 2015. Δηλαδή, από την επομένη των προηγούμενων εκλογών άρχισε η συζήτηση για τις επόμενες. Δεν νομίζω ότι αυτό αποτελεί, εν πάση περιπτώσει, και ένδειξη σοβαρότητας από την μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γιατί από εκεί αναπαράγονται διαρκώς τα σενάρια τα προεκλογικά ή τα εκλογικά. Εκλογές ζητούσαν κατά την α΄ αξιολόγηση, εκλογές ζητούσαν κατά τη β΄ αξιολόγηση, διότι η χώρα θα πήγαινε δήθεν στα βράχια, θα καταστρεφόταν κλπ. Εκλογές ζητάνε τώρα. Κανείς δεν καταλαβαίνει ακριβώς τον λόγο, καθώς η χώρα έχει περάσει από μια φάση σταθεροποίησης σε μια φάση ανοδικής πορείας, δηλαδή    δυναμικής ανάκαμψης. Και αυτό νομίζω ότι πρέπει να ολοκληρωθεί και με την πολιτική σταθεροποίηση. Τι σημαίνει πολιτική σταθεροποίηση; Ότι  επιτέλους μια κυβέρνηση μετά από τουλάχιστον δέκα χρόνια ολοκληρώνει την τετραετία. Αυτός είναι ο βασικός σχεδιασμός και αυτός είναι και ο στόχος της σημερινής κυβέρνησης. Από εκεί και πέρα, όσον αφορά την πόλωση, δεν ξέρω πώς ακριβώς το εννοείτε. Αυτό το οποίο, όμως, είναι σαφές, είναι ότι υπάρχουν δύο διακριτά σχέδια. Δηλαδή, από τη μια μεριά το πολιτικό σχέδιο της σημερινής κυβέρνησης, το οποίο τι λέει χοντρικά; Ότι δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη χωρίς στήριξη των εργαζόμενων τάξεων, χωρίς ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων, χωρίς μηχανισμούς αναδιανομής του εισοδήματος, δηλαδή δυνατότητα να εξορθολογιστούν οι επιβαρύνσεις και τα φορολογικά βάρη, έτσι ώστε να επιβαρυνθούν περισσότερο αυτοί που έχουν και λιγότερο αυτοί που δεν έχουν. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει δυναμική και βιώσιμη ανάκαμψη χωρίς ένα συγκεκριμένο σχέδιο υποστήριξης συγκεκριμένων τομέων της ελληνικής οικονομίας που μπορούν να είναι διεθνώς ανταγωνιστικοί. Από την άλλη μεριά, υπάρχει το σχέδιο της Ν.Δ., το οποίο χοντρικά τι λέει; Λέει ότι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει η ελληνική οικονομία να ανακάμψει είναι να εκκαθαριστούν όλες οι δυσκαμψίες της αγοράς εργασίας. Δηλαδή, με λίγα λόγια, να καταργηθούν εργατικά δικαιώματα, να μην υπάρξει επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων -θυμάστε ότι και ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήριζε και ιδεοληπτική εμμονή της αριστεράς την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων-, να μην υπάρξει στήριξη του μισθού. Αντιθέτως, να δοθούν όλα τα κίνητρα που στο μυαλό των φιλελεύθερων είναι απαραίτητα για έναν επιχειρηματία να επενδύσει, δηλαδή να μην υπάρχουν θεσμικά εμπόδια που θα περιορίζουν, ας το πούμε έτσι, το συμφέρον μιας επιχείρησης και τη δυνατότητά της να αυξάνει διαρκώς το κέρδος της. Όλο αυτό το σχήμα, το οποίο είναι κυρίαρχο, εν πάση περιπτώσει, στους κύκλους της αξιωματικής  αντιπολίτευσης, είναι το κλασικό σχήμα που έφερε στην πολιτική ζωή της Ευρώπης η Θάτσερ την περίοδο του ’80. Και έχει αποδειχθεί πολλαπλώς αποτυχημένο. Όχι μόνο κοινωνικά, γιατί έχει δημιουργήσει κοινωνικές εντάσεις, έχει δημιουργήσει κοινωνικές συγκρούσεις κλπ., αλλά έχει αποδειχθεί και οικονομικά αναποτελεσματικό. Διότι, προσέξτε, είναι ακριβώς αυτό το σχήμα, το οποίο με την επικράτησή του άρχισε να διευρύνει τις  ανισότητες στο εσωτερικό των κρατών, όχι μόνο της Ε.Ε., αλλά και των ΗΠΑ και άλλων χωρών. Και στην πραγματικότητα τι έκανε; Προετοίμασε και οδήγησε στην κρίση του 2009. Άρα, λοιπόν, όλο αυτό το σχήμα, κατά τη γνώμη μου, είναι κοινωνικά και οικονομικά αναποτελεσματικό και καταστροφικό και ιστορικά παρωχημένο. Και δεν θεωρώ ότι είναι δυνατόν να επικρατήσει, τουλάχιστον σε αυτήν τη φάση που βρίσκεται το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα έλεγε, πάντως, κάποιος ότι εάν είναι αυτά τα δύο διακριτά σχέδια, στην Ελλάδα υπάρχει και ένας χώρος περίπου στη μέση, λέγεται Δημοκρατική Συμπαράταξη – κάνει κάποιες διεργασίες ανασυγκρότησης του χώρου της αυτήν τη στιγμή, οι οποίες ολοκληρώθηκαν. Γιατί να μην είναι ένας πιθανός σύμμαχος για την Αριστερά, αυτός ο χώρος, ειδικά αν δεχτούμε ότι τον Αύγουστο του 2018 τελειώνουν τα Μνημόνια, άρα δεν υπάρχει λόγος συγκυβέρνησης πλέον με έναν χώρο όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, με τους οποίους έγινε η συγκυβέρνηση…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βάζετε πάρα πολλά ζητήματα πάνω στο τραπέζι. Ας ξεκινήσω με μία αποστροφή σας. Μακάρι να βρισκόταν στη μέση αυτός ο πολιτικός χώρος. Δυστυχώς, δεν βρίσκεται στη μέση. Νομίζω ότι από τις πολιτικές διεργασίες, από την πολιτική ρητορική, από τις διατυπωμένες δημόσια θέσεις του πολιτικού κέντρου, εν πάση περιπτώσει, έτσι όπως διαμορφώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες –δεν έχουν αλλάξει και πολλά σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση– είναι σαφές ότι δεν υπάρχει διάθεση ούτε αυτοκριτικής για τα λάθη της δεκαετίας του 2000 και του 1990 και δεν υπάρχει πολύ περισσότερο διάθεση αυτοκριτικής για την πρώτη καταστροφική πενταετία 2010 – 2014. Δεν αναγνωρίστηκαν τα λάθη, δεν αναγνωρίστηκαν πολιτικές επιλογές, οι οποίες οδήγησαν στην ταύτιση τού τότε ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ. Διότι, είναι άλλο πράγμα η στρατηγική σύμπλευση –βεβαίως προβληματική μεταξύ Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς, η οποία χαρακτήρισε τα πολιτικά σκηνικά της Ευρώπης, καθόλα τα είκοσι χρόνια που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης– και είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα η πολιτική ταύτιση, την οποία βιώσαμε στην Ελλάδα, μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., ειδικά την περίοδο 2012 – 2015. Τίποτα από αυτά δεν έχει συζητηθεί με σοβαρότητα σε όλη αυτήν τη διαδικασία που οδήγησε στην αναδιαμόρφωση του συγκεκριμένου χώρου και νομίζω ότι αυτό είναι ένα πολύ προβληματικό στοιχείο και για το πολιτικό μέλλον της παράταξης αυτής. Το, επίσης, πολύ μεγάλο πρόβλημα που υπάρχει και είναι απευθείας συνδεδεμένο με όσα σας είπα προηγούμενα, είναι το γεγονός ότι το πολιτικό Κέντρο στην Ελλάδα δεν παρακολουθεί τις αντίστοιχες συζητήσεις που γίνονται σε επίπεδο Ευρώπης. Δηλαδή, αν δείτε, πάρα πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την προηγούμενη πολιτική τους πορεία, να ριζοσπαστικοποιούν τη θέση τους, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Για παράδειγμα, η μετατόπιση των Βρετανών εργατικών, σε σχέση με την προηγούμενη φάση και με την προηγούμενη ηγεσία, είναι τεράστια και εξαιρετικά ριζοσπαστική και φαίνεται ότι είναι και πολιτικά επιτυχημένη, καθώς ο Τζέρεμι Κόρμπιν πήρε ένα κόμμα, το οποίο βρισκόταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και το έχει μετατρέψει σε επίδοξο νικητή των επόμενων εκλογών στη Μεγάλη Βρετανία, όποτε αυτές κι αν γίνουν. Από την άλλη μεριά, έχουμε στην Ισπανία μία συνεννόηση μεταξύ του σοσιαλιστικού κόμματος και της ισπανικής αριστεράς, στην Πορτογαλία έχουμε ένα αρκετά επιτυχημένο μοντέλο διακυβέρνησης με το σοσιαλιστικό κόμμα εκεί να βρίσκεται σε συνεργασία και να έχει την κριτική στήριξη δυνάμεων της αριστεράς. Άρα, λοιπόν, υπάρχει μία ολόκληρη διεργασία στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στον νότο της Ευρώπης, για τη σταδιακή μετατόπιση των κομμάτων της πάλαι ποτέ κεντροαριστεράς σε πιο αριστερές, σε πιο ριζοσπαστικές θέσεις. Αυτήν τη διαδικασία δεν την παρακολουθεί το ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, επιλέγει όχι ακριβώς να βρίσκεται στο κέντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης ή στη μέση, όπως είπατε εσείς, αλλά διαρκώς να διολισθαίνει όλο και περισσότερο στις θέσεις που παρουσιάζει ο κ. Μητσοτάκης.

Με αυτήν την έννοια, λοιπόν, δεν θεωρώ ότι, σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον, υπάρχει δυνατότητα να συζητήσουμε για πιθανές συνεργασίες. Μετά τις εκλογές του 2019 και αναλόγως με το πώς έχει διαμορφωθεί το σκηνικό, νομίζω ότι θα έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε για όλα αυτά. Μέχρι τότε, η κυβέρνηση αυτή συνεχίζει με βασικό στόχο να βγάλει τη χώρα από τη μνημονιακή επιτροπεία, πράγμα το οποίο θα το καταφέρει, και να αποκαταστήσει μία κανονικότητα για τις ζωές των πολιτών, πάντοτε με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη και τη μείωση των ανισοτήτων, που εξερράγησαν κατά την περίοδο του μνημονίου.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, θα ήθελα να σας ρωτήσω σε σχέση με την επίσκεψη του κ. Ερντογάν πριν από μία εβδομάδα στην Ελλάδα. Ορισμένοι λένε ότι δεν ήταν επιτυχημένη, ορισμένοι κάνουν κριτική σε σχέση με την προετοιμασία αυτής της επίσκεψης. Είναι σαφές ότι η ευρωπαϊκή προοπτική, αυτό που λέγαμε ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας είναι τουλάχιστον σε δύσκολο δρόμο. Ούτε οι Ευρωπαίοι φαίνεται να ενδιαφέρονται ούτε, όμως, κι η Τουρκία φαίνεται να κάνει αυτά που πρέπει να κάνει για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Για ποιον λόγο η ελληνική κυβέρνηση ποντάρει τόσα πολλά στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και για ποιον λόγο αναλαμβάνει να επιτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας; Μήπως θα έπρεπε να αναθεωρήσει την πολιτική της η ελληνική κυβέρνηση;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν το πιστεύω καθόλου ότι θα έπρεπε να αναθεωρήσει αυτήν τη στρατηγική επιλογή. Να σας πω για την προετοιμασία της κυβέρνησης. Πολλοί είπαν ότι η επίσκεψη ήταν απροετοίμαστη, επειδή υπήρξε μία ειλικρινής ανταλλαγή απόψεων, οι οποίες σε πάρα πολλά σημεία είναι και διαφορετικές. Αλλά, αυτό το γνωρίζαμε. Ξέρετε, οι σημαντικές επισκέψεις και οι σημαντικές συναντήσεις μεταξύ ηγετών των χωρών δεν γίνονται όταν όλα τα ζητήματα είναι λυμένα για να ανταλλάζουν οι πολιτικές ηγεσίες φιλοφρονήσεις μεταξύ τους -τι καλός που είσαι, τι καλός που είσαι εσύ, τι καλά που τα πάμε. Οι σημαντικές συναντήσεις γίνονται όταν υπάρχουν πραγματικά προβλήματα, τα οποία πρέπει να επιλυθούν, έτσι ώστε να προχωρήσουμε με διαφορετικούς, καινούργιους, καλύτερους όρους την επόμενη μέρα. Και νομίζω ότι αυτός ήταν και ο κεντρικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο απευθύναμε και την πρόσκληση στον κ. Ερντογάν, γνωρίζοντας ότι οι σχέσεις και της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, αλλά και οι διμερείς μας σχέσεις δεν διήγαν και τις καλύτερες μέρες τους πριν από την επίσκεψη του Ερντογάν. Και αυτό, ξέρετε, είναι βαθιά προβληματικό, ειδικά όταν βρισκόμαστε σε μία ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή, η οποία ορίζεται, εν πάση περιπτώσει, από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Βόρεια Αφρική, που ξέρετε ότι βρίσκεται σε μία κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη. Αλλά και στον βορρά, από την κατάσταση που επικρατεί στα Βαλκάνια, που δεν είναι και η καλύτερη δυνατή. Επομένως, με δεδομένο ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της αποσταθεροποιημένης περιοχής και αποτελεί τον μοναδικό πυλώνα σταθερότητας, οφείλουμε να παίρνουμε πρωτοβουλίες καταλλαγής, οφείλουμε να παίρνουμε πρωτοβουλίες συνεννόησης, οφείλουμε να παίρνουμε πρωτοβουλίες οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τον μεγαλύτερο γείτονά μας, την Τουρκία, διότι αυτήν τη στιγμή μία συγκρουσιακή σχέση Ελλάδας και Τουρκίας, ακριβώς με δεδομένη την ευρύτερη αποσταθεροποίηση, θα ήταν μη διαχειρίσιμη, κατά τη γνώμη μου. Και είναι ακριβώς γι΄ αυτόν τον λόγο που επιμένουμε στη στρατηγική της υποστήριξης της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Η Τουρκία θα είναι βαθιά και πολλαπλά ωφελημένη αν ακολουθήσει ακριβώς τον ευρωπαϊκό δρόμο. Μία πορεία απομάκρυνσης από την ευρωπαϊκή κατεύθυνση θα είναι εξαιρετικά προβληματική και για την Ελλάδα. Είναι, λοιπόν, προς όφελος και της Ελλάδας και της Τουρκίας να ξανανοίξει ο διάλογος για την ευρωπαϊκή πορεία, ο οποίος, ωστόσο, βρίσκεται σε μία δύσκολη κατάσταση. Άρα, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση αυτό το οποίο πρέπει να κάνει είναι να παίρνει διαρκώς πρωτοβουλίες, οι οποίες θα δίνουν τη δυνατότητα στην Τουρκία να επιλέξει ξανά την επιστροφή σε αυτόν τον δρόμο της ευρωπαϊκής ένταξης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, βρισκόμαστε σχεδόν δύο χρόνια μετά την υπογραφή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας και το προσφυγικό είναι ξανά μπροστά μας. Χθες και σήμερα συζητιέται σε επίπεδο ηγεσίας της Ε.Ε. Γιατί ξαναφτάσαμε σε αυτό το σημείο;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι πολυπαραγοντική, μάλλον, η κατάσταση και δεν ξέρω εάν μπορούμε να την εξαντλήσουμε στο πλαίσιο μίας και μόνης ερώτησης. Το βέβαιο είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο τέθηκε το ζήτημα από τη μεριά του κ. Τουσκ δεν ήταν ο ενδεδειγμένος και νομίζω ότι δημιούργησε μία κατάσταση έντασης, η οποία δεν βοηθάει αυτήν τη στιγμή ούτε το ευρωπαϊκό σχέδιο ούτε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά πολύ περισσότερο δεν βοηθάει τους πρόσφυγες. Νομίζω ότι ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε η Ε.Ε. το συγκεκριμένο ζήτημα δεν ήταν ο καταλληλότερος, με την έννοια ότι δεν γίνεται οι υποχρεώσεις των κρατών, αλλά και τα δικαιώματα των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, να είναι α λα καρτ. Με διαφορετικό τρόπο να αντιμετωπίζουμε τα κράτη που δεν τηρούν, για παράδειγμα, τις δημοσιονομικές τους υποχρεώσεις και με διαφορετικό τρόπο να αντιμετωπίζουμε τα κράτη που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους σε ό, τι αφορά την τήρηση των διεθνών Συνθηκών, όπως είναι η Συνθήκη της Γενεύης.

Ξέρετε ότι όλο το ζήτημα του προσφυγικού προέκυψε, με τον τρόπο που προέκυψε, επειδή οι χώρες του Βίζεγκραντ αποφάσισαν, πριν από δύο χρόνια περίπου, να κλείσουν τα σύνορά τους και να δημιουργήσουν ένα τεράστιο πρόβλημα στην ασφαλή διέλευση των προσφύγων προς τις χώρες προορισμού τους. Το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί στη βάση της αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και όχι με α λα καρτ συμφωνίες. Δεν υπάρχει διαφορετικός κανόνας για την Ελλάδα και διαφορετικός κανόνας για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Πρέπει, λοιπόν, η κοινή δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας να εφαρμοστεί. Πρόκειται, προφανώς, για μία δύσκολη συμφωνία. Ωστόσο, αποτελεί τον κοινό τόπο ή, αν θέλετε, το σημείο συμβιβασμού, το οποίο βρέθηκε και καμία υπαναχώρηση ως προς την υποχρεωτικότητα της μετεγκατάστασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Ελλάδα, αλλά, από ό,τι βλέπετε, και από τις υπόλοιπες χώρες. Επομένως, ο τρόπος για να προχωρήσουμε στο προσφυγικό είναι να καταλάβουν και οι χώρες, οι οποίες θέτουν ζήτημα υποχρεωτικότητας της ποσόστωσης για τις μετεγκαταστάσεις, ότι πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους απέναντι στο κοινό μας σπίτι, δηλαδή την Ε.Ε. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσουμε να πορευτούμε αποτελεσματικά και να διαχειριστούμε ένα τεράστιο πρόβλημα, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, θα σημαδέψει την πολιτική σκηνή της Ευρώπης τα επόμενα χρόνια. Διότι, δεν είναι ένα ζήτημα, το οποίο θα είναι παροδικό. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή γίνεται διαρκώς και πιο αποσταθεροποιημένη και αυτό, όπως καταλαβαίνετε, δημιουργεί και νέες ροές. Το ίδιο ισχύει και για τις χώρες της Βόρειας Αφρικής. Επομένως, η Ευρώπη πρέπει να κοιτάξει στο μέλλον και να κατανοήσει ότι ο μοναδικός τρόπος διαχείρισης του συγκεκριμένου προβλήματος είναι μέσα από κανόνες αλληλεγγύης, οι οποίοι θα τηρούνται από όλους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχει θέμα με τη Συνθήκη του Σένγκεν; Σας έχει τεθεί από κάποια κυβέρνηση; Γιατί, η Γερμανία ήδη…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κανένα τέτοιο θέμα δεν έχει τεθεί. Όλα αυτά τα ζητήματα έχουν λυθεί εδώ και δύο χρόνια. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα σε σχέση με τη συμμετοχή της Ελλάδας στη Συνθήκη του Σένγκεν.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εσείς, ως κυβέρνηση, είστε ευχαριστημένοι από την κατάσταση που επικρατεί στα νησιά; Σας ρωτώ, γιατί ορισμένες, για παράδειγμα, μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν πολύ σαφή θέση και άποψη και περιγράφουν…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οφείλω να αναγνωρίσω ότι η κατάσταση που επικρατεί, αυτήν τη στιγμή, στα νησιά στα οποία λειτουργούν hot spots είναι πραγματικά δύσκολη. Γνωρίζετε, λοιπόν, ότι το τελευταίο διάστημα έχουμε κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό. 5.700 άνθρωποι, οι οποίοι ανήκουν είτε σε ευπαθείς ομάδες είτε είναι ασυνόδευτα παιδιά, έχουν μεταφερθεί στην ενδοχώρα, έτσι ώστε να βελτιωθούν και οι δικές τους συνθήκες διαβίωσης, αλλά να βελτιωθούν και οι συνθήκες διαβίωσης που υπάρχουν στα hot spots των νησιών. Το βασικό μας μέλημα, αυτήν τη στιγμή, είναι ακριβώς αυτό. Δηλαδή, να παρέχουμε όσο το δυνατόν καλύτερες συνθήκες σε αυτούς τους ανθρώπους και αυτός είναι ένας καθημερινός αγώνας. Πρέπει να είστε βέβαιος ότι αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μέριμνες της ελληνικής κυβέρνησης αυτό το ζήτημα. Δηλαδή, το να βελτιώσουμε, στο μέτρο του δυνατού, τη ζωή αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι έχουν υποστεί πάρα πολλά, έχουν ξεριζωθεί από τους τόπους τους και οφείλουμε να τους αντιμετωπίζουμε με τον απαραίτητο σεβασμό.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε υπουργέ, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ σας ευχαριστώ.

Πηγή: http://www.cnn.gr/news/politiki/story/109838/d-tzanakopoylos-ton-aygoysto-toy-2018-teleionoyn-ta-mnimonia

Συνέντευξη στο ρ/σ «Πρώτο Πρόγραμμα» και στον δημοσιογράφο Αλφόνσο Βιτάλη

Για το προσφυγικό, την οικονομία και τη μείωση του επιτοκίου των ομολόγων, την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης και το χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση του προγράμματος και τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, τις θέσεις της ΝΔ για την κοινωνική ασφάλιση, αλλά και τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις για τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Ελλάδα.

  • 1
  • 2