Η «κυβερνώσα Αριστερά», μαζί κι εσείς, κατέβηκε πάλι στον δρόμο, με αφορμή το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο. Θεωρείτε πως το δόγμα «Νόμος και Τάξη» θα είναι τελικά καταστρεπτικό για την κυβέρνηση ή θα καταφέρει τελικά να «μπετονάρει» την ακροδεξιά τάση της ΝΔ, που αλληθωρίζει προς την Ελληνική Λύση;
𝝨το δρόμο κατέβηκε το φοιτητικό κίνημα, η εκπαιδευτική κοινότητα, οι μαθητές, οι καθηγητές και οι πανεπιστημιακοί για να αντιδράσουν και να αντισταθούν στο νομοσχέδιο Κεραμέως – Μητσοτάκη, ένα νομοσχέδιο καταστροφικό και επικίνδυνο και για το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και για την ακαδημαϊκή ελευθερία. Η κυβέρνηση βεβαίως επιχείρησε να λοιδορήσει τις κινητοποιήσεις αυτές, να χρεώσει ανευθυνότητα στο εκπαιδευτικό κίνημα, να το κατηγορήσει ότι αδιαφορεί για τη δημόσια υγεία. Όμως το επιχείρημα αυτό αντιστρέφεται. Η πραγματική ευθύνη και η αδιαφορία για την δημόσια υγεία βαραίνει την κυβέρνηση, η οποία επιμένει εν μέσω πανδημίας, σε μια εξαιρετική για όλους μας συνθήκη να προωθεί νομοσχέδια που εγείρουν κοινωνικές αντιδράσεις, αντιπαραθέσεις, συγκρούσεις. Η κυβέρνηση δεν έπρεπε να επιμείνει. Έπρεπε να παγώσει το νομοσχέδιο, δεν υπήρχε κάποιο επείγον ή κάποια αδήριτη ανάγκη να το ψηφίσει. Μπορούσε να το επαναφέρει αν ήθελε, όπως έχει το δικαίωμα, μετά το πέρας της πανδημίας. Όμως, ήθελε, να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των κολλεγιαρχών και να προωθήσει την σκληρή δεξιά ατζέντα της καταστολής και του αυταρχισμού. Διότι αυτό της δίνει τη δυνατότητα να διατηρεί προσβάσεις στα υπερσυντηρητικά ακροατήρια που της έδωσαν και την εκλογική νίκη τον Ιούλιο του 2019. Είναι ακριβώς γι’αυτό που επενδύει στην όξυνση της κρατικής βίας. Η κοινωνική και οικονομική κρίση όμως έχει τέτοια σφοδρότητα που θα προκαλέσει μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές μετατοπίσεις. Το στοίχημα για μας είναι αυτές οι μετατοπίσεις να πάρουν αριστερό – προοδευτικό πρόσημο πράγμα που είναι απολύτως εφικτό.
Παρότι η κ. Ν. Κεραμέως εξισώνει το ελληνικό πανεπιστήμιο και χωρίς κριτήρια με τα ιδιωτικά κολλέγια η ΔΑΠ ΝΔΦΚ εξακολουθεί να είναι μπροστά στα ΑΕΙ. Που το αποδίδετε;
𝝖κούστε, νομίζω ότι αυτή η εικόνα είναι μάλλον ψευδής. Καταρχάς φοιτητικές εκλογές έχουν να γίνουν περισσότερα από δύο χρόνια αυτή τη στιγμή. Αλλά και με βάση τα τελευταία αποτελέσματα φαίνεται ότι η πλειοψηφία των φοιτητών και φοιτητριών στηρίζει παρατάξεις και σχήματα αριστερής κατεύθυνσης τα οποία απλώς καταγράφονται σε διαφορετικές εκδοχές της αριστεράς. Το μεγάλο πάντα πρόβλημα είναι η πολυδιάσπαση των δυνάμεων αυτό όμως δεν αναιρεί το ότι ο πολιτικός συσχετισμός μάλλον γέρνει προς τα αριστερά στο φοιτητικό κόσμο πράγμα που φαίνεται και από τις πολιτικές επιλογές των φοιτητών στις βουλευτικές εκλογές. Όσο για τη ΔΑΠ, η δύναμη που καταγράφει έχει να κάνει με τα πανίσχυρα δίκτυα εξουσίας, πελατειακών σχέσεων και εξαρτήσεων με αυτό που παλιότερα ονομάζαμε καθηγητικό κατεστημένο.
Με το νέο νομοσχέδιο υπολογίζεται πως θα κλείσουν δεκάδες σχολές κι αναμένεται να μείνουν εκτός απέξω περίπου 24-25.000 παιδιά και μαζί θα καταρρεύσουν φοιτητουπόλεις. Τι προτείνετε;
𝝤πως σας έλεγα προηγουμένως το άγχος της κυρίας Κεραμέως είναι να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα των κολλεγιαρχών. Γι’ αυτό μειώνει τους εισακτέους και αλλάζει τους όρους διεξαγωγής των πανελλαδικών εξετάσεων μέσα σε μια χρονιά πρωτοφανούς κρίσης και τη στιγμή που τα παιδιά της φετινής τρίτης λυκείου έχουν χάσει όλη τη φετινή και τη μισή περσινή χρονιά. Πρόκειται εδώ για βάναυση, ακραία επιλογή ώστε να δημιουργηθεί πελατεία για τα ιδιωτικά κολλέγια. Η σκληρότητα της κυρίας Κεραμέως, η επιθετικότητα των παρεμβάσεων της, η εκδικητικότητα της απέναντι στους μαθητές και τις μαθήτριες που κάνουν μια τεράστια προσπάθεια σε μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά είναι πραγματικά αχαρακτήριστες. Ο μοναδικός της γνώμονας είναι το χρήμα που θα εισρεύσει στα ιδιωτικά κολλέγια, ούτε οι μαθητές, ούτε οι οικογένειες, ούτε οι φοιτητουπόλεις. Μόνο η πληρωμή τοις μετρητοίς.
Αν η υγεία είναι το μείζον πρόβλημα, η οικονομία, όπως όλοι παραδέχονται, είναι σε πολύ κακή κατάσταση και των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Τι μηνύματα παίρνετε από την αγορά;
𝝜 κυβέρνηση δεν αξιοποίησε τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας από την αρχή της κρίσης και εξακολουθεί να υλοποιεί ένα σχέδιο πραγματικά καταστροφικό. Τα μηνύματα από τους εργαζόμενους και την αγορά είναι μηνύματα απόγνωσης και απελπισίας. Η Ελλάδα έχει την μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη, οι μισθωτοί έχουν τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση εισοδήματος, ο κόσμος της εστίασης έχει πλέον καταστραφεί, το λιανεμπόριο έχει καταρρεύσει. Η κυβέρνηση αντί να προχωρήσει σε γενναία μέτρα ενίσχυσης και στήριξης της οικονομίας αξιοποίησε την κρίση ως ευκαιρία για να ελαστικοποιήσει τις εργασιακές σχέσεις, να μειώσει τους μισθούς και να προωθήσει μια πολιτική εκκαθάρισης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ώστε να δημιουργήσει ευνοϊκότερους όρους επέκτασης των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Και όλα αυτά μέσα στην συνθήκη της πανδημικής κρίσης. Τα μέτρα που πήρε δεν ήταν απλώς ανεπαρκή αλλά ήταν και σε λάθος κατεύθυνση καθώς επιλέχτηκαν κυρίως οι αναβολές φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων και η επιστρεπτέα ενίσχυση. Έτσι έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο κορωνοχρέος το οποίο αποτελεί πραγματική θηλειά στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας. Και το χειρότερο είναι ότι το διογκωμένο ιδιωτικό χρέος σε συνδυασμό με την τεράστια ύφεση που έχει την υπογραφή Μητσοτάκη κάνει πια ορατό τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης του δημόσιου χρέους, ίσως χειρότερης από την κρίση του 2010.Είναι ακριβώς γι’αυτό που απαιτείται άμεση πολιτική στροφή. Για να γλυτώσουμε τα χειρότερα.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει κόσμος, που φοβάται και θεωρεί ότι τα μέτρα είναι επιβεβλημένα λόγω της πανδημίας. Τι διαφορετικό θα έκανε τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΜ;
𝝟αταρχάς να συνεννοηθούμε. Ποια μέτρα είναι αναγκαία; Η κυβέρνηση προχθές ανακοίνωσε ένα νέο τρίτο λοκντάουν στην Αθήνα πριν καν τελειώσει το δεύτερο. Και αυτό επειδή έχει χάσει πλήρως τον έλεγχο. Έκανε ακριβώς τα ίδια πράγματα και περίμενε διαφορετικά αποτελέσματα: Άνοιξε τα σχολεία μετά τα Χριστούγεννα με τον ίδιο αριθμό ανά τάξη, χωρίς υποχρεωτικά τεστ, χωρίς αυστηρή ιχνηλάτηση κρουσμάτων και ο κορωνοϊός θέρισε. Άφησε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην τύχη τους και τους μεγάλους εργασιακούς χώρους χωρίς κανέναν έλεγχο. Δηλαδή απέτυχε να ελέγξει την κατάσταση και στις τρεις εστίες υπερμετάδοσης. Τα νέα μέτρα είναι ομολογία της αποτυχίας της. Την ίδια στιγμή το ΕΣΥ είναι στα όρια του και ο κύριος Μητσοτάκης μας είπε χθες ότι δεν μπορεί να γεννήσει εντατικολόγους. Μπορεί όμως να γλεντάει στην Ικαρία με 50 άτομα χλευάζοντας και προσβάλλοντας την νοημοσύνη και την προσπάθεια όλων των πολιτών που είμαστε κλειδαμπαρωμένοι στα σπίτια μας. Τι λέει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία: Πραγματική στήριξη του ΕΣΥ, αυξήσεις μισθών και νέες προσλήψεις, επίταξη των ιδιωτικών ΜΕΘ, μαζική δωρεάν συνταγογράφηση τεστ, αυστηρή ιχνηλάτηση, λιγότεροι μαθητές στις τάξεις, αυστηροί έλεγχοι στις βιομηχανικές ζώνες και τους μεγάλους εργασιακούς χώρους, ενίσχυση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, στήριξη της οικονομίας με διαγραφή ιδιωτικού χρέους και πραγματικά μέτρα επιδότησης εργαζομένων και επιχειρήσεων. Μόνο έτσι μπορούμε να βάλουμε ένα τέλος στην τραγωδία.
Εκτός από την πανδημία έχουμε κρίση και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος σε συνέντευξή του σε μεγάλη κυριακάτικη εφημερίδα ανέφερε πως τρεις φορές αποφεύχθηκε θερμό επεισόδιο με την Τουρκία, μέσα στο 2020. Πως βλέπετε εσείς τα ελληνοτουρκικά, δεδομένου ότι υπάρχουν διαφορές προσεγγίσεις εντός της ΝΔ κι έντονη διαφωνία μεταξύ Μητσοτάκη – Σαμαρά;
𝝤 κύριος Μητσοτάκης είναι εγκλωβισμένος από τις ισορροπίες ή καλύτερα ανισορροπίες που επικρατούν στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Κάνει εξωτερική πολιτική με τα μάτια στον κύριο Σαμαρά και όχι με τα μάτια στο συμφέρον της χώρας και της ευρύτερης περιοχής. Είναι ένας αδύναμος, αμήχανος Πρωθυπουργός, έρμαιο των εσωκομματικών συγκρούσεων στη ΝΔ και ενώπιον των αδιεξόδων που ο ίδιος δημιούργησε στον εαυτό του. Επιχειρεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως δήθεν κεντρώο πολιτικό αλλά στήριξε την εκλογική του νίκη επενδύοντας σε ότι πιο συντηρητικό και σκληρά δεξιό έχει να επιδείξει η ελληνική κοινωνία. Μιλώ φυσικά για τη στάση του στη Συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι σήμερα δεν μπορεί να παρουσιάσει μια συνεκτική στρατηγική, φοβάται να μιλήσει καθαρά, πηγαίνει με τη λογική του βλέποντας και κάνοντας και τελικά μόνο βλέπει και δεν κάνει τίποτα. Ούτε την τουρκική επιθετικότητα κατάφερε να περιορίσει ακολουθώντας στην αρχή την πολιτική του κατευνασμού που απέτυχε, ούτε τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μπορεί να υπερασπιστεί ούτε να προωθήσει τον αναγκαίο διάλογο με την Τουρκία για την επίλυση των πραγματικών ζητημάτων. Απλώς αμήχανα παρακολουθεί τις εξελίξεις και γίνεται πλέον επικίνδυνος.
Η κριτική, που γίνεται είναι πως και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΜ, υπάρχουν διαφορετικές φωνές και πως κυβερνά μία νομενκλατούρα, που δεν έχει μεγάλη επαφή με τα πραγματικά προβλήματα. Μπορεί τελικά να μειώσει την απόσταση με τη Νέα Δημοκρατία ο ΣΥΡΙΖΑ και να βγει νικητής στο νήμα, σε περίπτωση πρόωρων εκλογών;
𝝟αταρχάς από ποιον γίνεται αυτή η κριτική; Διαφορετικές φωνές, αποχρώσεις, πολιτική συζήτηση βεβαίως και υπάρχει. Όπως υπάρχει και κοινή στρατηγική στόχευση. Σας θυμίζω ότι το Σχέδιο Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία εγκρίθηκε λίγες μέρες πριν μετά από μια εξαιρετική συζήτηση ομόφωνα από το Πολιτικό Συμβούλιο. Χωρίς μάλιστα συμβιβασμούς αλλά με πραγματική διάθεση σύνθεσης. Την ίδια στιγμή το κόμμα μας προχωρά σε διαδικτυακές διαδικασίες συζήτησης και διαβούλευσης σε όλη την Ελλάδα στον ίδιο ρυθμό με εξωστρεφείς παρεμβάσεις παρουσίασης των πολιτικών μας προτάσεων. Η Αριστερά βρίσκεται σε θέση μάχης ώστε να μετατρέψει την διάχυτη κοινωνική δυσαρέσκεια σε αίτημα για την πολιτική αλλαγή σε προοδευτική κατεύθυνση. Και το γεγονός ότι η κυβέρνηση μετά την στρατηγική της αποτυχία στην διαχείριση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης έχει μπει σε έναν αναντίστρεπτο κύκλο φθοράς μας δείχνει ότι ακριβώς αυτή η μάχη και μπορεί και πρέπει να είναι νικηφόρα.
(Φωτογραφία Νικόλας Κοκοβλής)