image Συνέντευξη στον ρ/σ «Στο Κόκκινο» και τον δημοσιογράφο Στάθη Σχινά image «Αριστερά και Δεξιά: Δύο ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια»

Συνέντευξη στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ» και τη δημοσιογράφο Β. Κεχαγιά

Κύριε υπουργέ, µετά την κύρωση της Συµφωνίας των Πρεσπών τι; Η αξιωµατική αντιπολίτευση πιστεύει πως ούτως ή άλλως η κυβέρνησή σας είναι κουρελού…

H κύρωση της Συµφωνίας των Πρεσπών, ένα ιστορικό δηλαδή γεγονός, που αλλάζει την εικόνα στα Βαλκάνια και σηµατοδοτεί µια νέα εποχή στις σχέσεις Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, δεν µπορεί να αντιπαραβάλλεται µε τα συνθήµατα και τις ανόητες ατάκες της αξιωµατικής αντιπολίτευσης για τη σύνθεση της κυβέρνησης. Πρόκειται για ασύµµετρα µεγέθη και µη συγκρίσιµες ποιότητες. Η αξιωµατική αντιπολίτευση µπορεί βεβαίως να λέει ό,τι θέλει.

Έχει όµως ήδη κατανοήσει ότι η ψήφος εµπιστοσύνης που πήρε η κυβέρνηση λίγες εβδοµάδες πριν δεν ήταν ένα συγκυριακό γεγονός. Αντίθετα, έβαλε τέλος σε οποιεσδήποτε αµφισβητήσεις αφορούσαν την κυβερνητική σταθερότητα µετά την αποχώρηση του Πάνου Καµµένου από το κυβερνητικό σχήµα. Και µας δίνει τη δυνατότητα να ολοκληρώσουµε τη συνταγµατική µας θητεία µε ένα σαφές πολιτικό σχέδιο. Ενα σχέδιο που περιλαµβάνει περαιτέρω µέτρα ενίσχυσης του εισοδήµατος των εργαζοµένων, πρωτοβουλίες ελάφρυνσης και διευκόλυνσης των υπερχρεωµένων συµπολιτών µας, την ολοκλήρωση του διαλόγου µε την Εκκλησία και φυσικά την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της διαδικασίας συνταγµατικής αναθεώρησης. Είναι µια πλούσια ατζέντα για την επόµενη περίοδο, µέχρι τον Οκτώβριο του 2019.

Πότε θα γίνει η ψηφοφορία για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ;

Η Συµφωνία των Πρεσπών ορίζει ότι η σχετική ψηφοφορία πρέπει να γίνει άµεσα. Χωρίς να µπορώ να προσδιορίσω την ηµεροµηνία, εκτιµώ ότι τις επόµενες εβδοµάδες θα έχει ολοκληρωθεί.

Την επόµενη εβδοµάδα αναµένεται το Υπουργικό Συµβούλιο να αποφασίσει την αύξηση του κατώτατου µισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου. Θα δούµε µια τολµηρή αύξηση;

Είχαµε προαναγγείλει ότι µετά τη Συµφωνία των Πρεσπών θα προχωρήσουµε σε µια σειρά από πρωτοβουλίες µε πρώτη την αύξηση του κατώτατου µισθού. Πολύ σύντοµα το Υπουργικό Συµβούλιο αναµένεται να εγκρίνει τη σχετική απόφαση της υπουργού Εργασίας.

Πρόκειται για µια εµβληµατική στιγµή για την κυβέρνηση, που σηµατοδοτεί τη νέα φάση στην οποία έχουµε περάσει µετά την έξοδο από τα µνηµόνια τον Αύγουστο του 2018. ∆ιότι ο κατώτατος µισθός στην Ελλάδα δεν έµεινε απλώς καθηλωµένος κατά τη διάρκεια των µνηµονίων, αλλά µειώθηκε σε µια νύχτα κατά 22% και 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών µε απόφαση της κυβέρνησης Παπαδήµου µε τη στήριξη Ν∆ και ΠΑΣΟΚ το 2012. Με την απόφαση αύξησης λοιπόν του µισθού, για το ύψος της οποίας θα πρέπει να κάνετε λίγο υποµονή, εκκινεί µια περίοδος αποκατάστασης των αδικιών που υπέστη ο κόσµος της εργασίας στη χώρα την περίοδο της κρίσης. ∆ίνουµε ένα σαφές κοινωνικό και πολιτικό στίγµα για τις προθέσεις και τη στρατηγική µας στόχευση, που είναι η διαρκής ενίσχυση όχι µόνο της διαπραγµατευτικής δύναµης αλλά και του εισοδήµατος των εργαζοµένων.

Τα κλιµάκια των θεσµών έφυγαν και άφησαν πίσω κάποιες ενστάσεις. Κυρίως για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Τι σχεδιάζει η κυβέρνηση;

Η σχέση της κυβέρνησης µε τους θεσµούς έχει µπει σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Πλέον δεν έχουµε αξιολογήσεις των θεσµών, ούτε διαπραγµατεύσεις, αλλά αντίθετά συζητήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονοµίας που γίνονται κατά τη διάρκεια των αποστολών των θεσµών εν όψει των εκθέσεων που οφείλουν να παρουσιάζουν κάθε τρίµηνο στο Eurogroup. Στο πλαίσιο αυτών των συζητήσεων, η κυβέρνηση παρουσιάζει στοιχεία για τη δηµοσιονοµική κατάσταση αλλά ενηµερώνει και για τις προθέσεις της για µια σειρά από κοµβικά ζητήµατα πολιτικής. Προφανώς υπάρχουν διαφορετικές οπτικές και διαφορετικές εκτιµήσεις για επιµέρους πεδία πολιτικής που είναι καλοδεχούµενες. Ωστόσο, στο θέµα της προστασίας της πρώτης κατοικίας η πρόθεσή µας είναι σαφής και είµαι βέβαιος ότι µέσα από τη συζήτηση µε τους θεσµούς και πάντοτε λαµβάνοντας υπόψη και τις δικές τους προτάσεις θα καταλήξουµε σε µια λύση που θα διασφαλίζει την πρώτη κατοικία των λαϊκών στρωµάτων, ενώ ταυτόχρονα θα εγγυάται τη σταθερότητα και την εξυγίανση του τραπεζικού συστήµατος της χώρας.

Κύριε Τζανακόπουλε, ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει τις ψηφοφορίες στη Βουλή, όµως είναι αµφίβολο εάν µπορεί να νικήσει στις κάλπες. Αυτό καθορίζει και τον χρόνο των εκλογών;

Πάντοτε το αποτέλεσµα µιας εκλογικής µάχης είναι αµφίβολο. Αν το γνωρίζαµε εκ των προτέρων, αυτό θα ήταν µάλλον πρόβληµα για τη δηµοκρατία. Εχω όµως την πεποίθηση, µε δεδοµένα τα επιτεύγµατα της κυβέρνησης, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει και τις επόµενες εκλογές. Η Ελλάδα είναι πλέον µια άλλη χώρα. Η ανάπτυξη έχει επιστρέψει, η εµπιστοσύνη και η σταθερότητα έχουν αποκατασταθεί, η ανεργία µειώνεται µε ταχείς ρυθµούς, το διαθέσιµο εισόδηµα των νοικοκυριών αυξάνεται, οι µισθοί το ίδιο, ένα νέο κοινωνικό κράτος έχει αρχίσει να οικοδοµείται, ιστορικές εκκρεµότητες επιλύονται. Βεβαίως οι πολίτες ακόµη αντιµετωπίζουν προβλήµατα, αλλά µπαίνουν τα θεµέλια µιας άλλης πορείας. Η απάντησή µου στο ερώτηµα για τις εκλογές είναι ότι δεν έχουµε κανέναν λόγο να επισπεύσουµε. Οσο αποµακρυνόµαστε από τη µνηµονιακή συνθήκη τα πράγµατα µόνο καλύτερα µπορούν να γίνουν. Οκτώβρης του 2019 λοιπόν.

Γιατί ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ σάς επιτίθεται; Το διαζύγιο δεν ήταν προϊόν συναίνεσης;

Η αποχώρηση του Πάνου Καµµένου από την κυβέρνηση ήταν προϊόν µιας θεµελιώδους πολιτικής διαφωνίας που αφορούσε τη Συµφωνία των Πρεσπών. Εµείς από τη συνεργασία µας κρατάµε το µεγάλο επίτευγµα της εξόδου της χώρας από το µνηµόνιο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει µόνος του ως τις εκλογές ή θα αναζητήσει νέους κυβερνητικούς συµµάχους; Το αφήγηµά σας στον δρόµο προς τις κάλπες θα είναι η συγκρότηση µιας νέας προοδευτικής συµµαχίας; Υπάρχει ανταπόκριση; Θα απευθυνθείτε στη ∆ΗΜΑΡ ή στο Ποτάµι; Θα επιδιώξετε διάλογο µε το ΚΙΝΑΛ;

Η Συµφωνία των Πρεσπών αποτέλεσε καταλύτη πολιτικών εξελίξεων και αναδιαρθρώσεων στο πολιτικό σκηνικό κάποιες από τις οποίες ήταν σε θετική κατεύθυνση. ∆ηµιούργησε όρους για ένα πλατύ αντιεθνικιστικό µέτωπο, καθώς πρόσωπα και πολιτικές δυνάµεις από τον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς όχι µόνο κατανόησαν τη σηµασία της Συµφωνίας, αλλά την υποστήριξαν σθεναρά απέναντι στις δυνάµεις του ανορθολογισµού και της πολιτικής υποκρισίας. Αυτή η εξέλιξη δηµιουργεί όρους για έναν ευρύτερο διάλογο που δεν θα περιορίζεται στη Συµφωνία. Θα περιλαµβάνει ζητήµατα που αφορούν την οικονοµία, την ανάγκη για στήριξη του κοινωνικού κράτους, την ενίσχυση των εισοδηµάτων των εργαζοµένων, την επαναρύθµιση της αγοράς εργασίας. Εκεί, αν και τα πράγµατα δεν είναι τόσο καθαρά όσο µε τη Συµφωνία των Πρεσπών και οι διαφορετικές ιδεολογικές καταγωγές και πολιτικές διαδροµές παίζουν καθοριστικό ρόλο, ευελπιστώ ότι θα µπορέσουµε να βρούµε κοινούς τόπους, µε δεδοµένη και την ακραία νεοφιλελεύθερη στροφή της Ν∆ υπό την ηγεσία του κ. Μητσοτάκη.