Κύριε Τζανακόπουλε, το τρίτο κύμα της πανδημίας συνεχίζει να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, παρά τους έξι μήνες αυστηρού λοκ ντάουν. Τι πιστεύετε ότι πήγε λάθος;
Η δραματική εξέλιξη της πανδημίας, οι 10.000 θάνατοι, το γεγονός ότι έχουμε το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων σε σχέση με όσους έχουν νοσήσει σε ολόκληρη την ΕΕ, η ανεξέλεγκτη διασπορά του ιού, η οριακή κατάσταση του ΕΣΥ είναι αποκλειστικά ευθύνη της κυβέρνησης και του αποτυχημένου σχεδιασμού της. Πρόκειται για το πιο παρατεταμένο και πιο αποτυχημένο λοκντάουν σε ολόκληρη την Ευρώπη, διότι η κυβέρνηση θεώρησε ότι οι απαγορεύσεις αρκούν για να ελεγχθεί η πανδημία. Δεν ενίσχυσε το ΕΣΥ, μετατρέποντας το σε σύστημα της μίας νόσου, εργαλειοποίησε την επιτροπή των επιστημόνων, δεν οργάνωσε ελέγχους στους μεγάλους χώρους εργασίας, δε βελτίωσε την κατάσταση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, έστειλε αντιφατικά μηνύματα στην κοινωνία και τελικά ο ίδιος ο κύριος Μητσοτάκης κατέληξε να χρεώνει την ευθύνη για τους θανάτους ατομικά σε όσους χάνουν τη ζωή τους με έναν κυνισμό που αποδεικνύει όχι μόνο ότι ο έλεγχος έχει χαθεί αλλά και ότι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν έχει καν τη στοιχειώδη ενσυναίσθηση και σεβασμό απέναντι στους πολίτες. Πρόκειται εδώ για μια στρατηγική αποτυχία της κυβέρνησης, όχι απλώς αποτυχία διαχείρισης, αλλά αποτυχία μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Είναι τελικά οι ίδιες οι ιδέες της Νέας Δημοκρατίας και του κου Μητσοτάκη που δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Από αυτή την αποτυχία που δεν αφορά μόνο την πανδημία αλλά και την οικονομία, δυστυχώς, υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι. Κερδισμένοι είναι οι ιδιώτες κλινικάρχες, οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα ολιγαρχικά συμφέροντα. Χαμένοι είναι οι πολίτες, η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.
Στέκομαι λίγο σε αυτό που είπατε για την σχέση της κυβέρνησης με την επιτροπή των επιστημόνων. Γιατί θεωρείτε τόσο σημαντική τη δημοσιοποίηση των πρακτικών των συνεδριάσεων; Τι έχει να προσφέρει στη δημόσια συζήτηση;
Διαφάνεια και απόδοση ευθυνών. Αυτό είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε γιατί επιμένουμε να δοθούν τα πρακτικά στη δημοσιότητα. Οι πολίτες έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τι εισηγήθηκε η επιτροπή των επιστημόνων, τι αποφάσισε η κυβέρνηση και γιατί. Από την πρώτη στιγμή βεβαίως, η κυβέρνηση έριχνε την ευθύνη για τις αποφάσεις της στην επιτροπή των επιστημόνων. Αποδείχθηκε όμως, έστω από το μικρό απόσπασμα που είδε το φως της δημοσιότητας, ότι τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Υπάρχει λοιπόν εύλογη υπόνοια ότι η κυβέρνηση άλλες φορές χειραγωγούσε και άλλες φορές αγνοούσε την επιτροπή. Και όλα αυτά, παίζοντας ένα παιχνίδι πολιτικών σκοπιμοτήτων για το οποίο πρέπει να δώσει λογαριασμό. Αντί της διαφάνειας όμως, η κυβέρνηση επιμένει με εξοργιστικό τρόπο στη συγκάλυψη και την αποποίηση ευθυνών. Η τροπολογία για τα ακαταδίωκτο που ψήφισε την προηγούμενη εβδομάδα και η οποία αφορά και κυβερνητικούς παράγοντες, όχι μόνο ή κυρίως τους επιστήμονες, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η κυβέρνηση και ο κος Μητσοτάκης κάτι επιχειρούν να κρύψουν αλλά το κρυφτό δε θα διαρκέσει πολύ.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση αποφάσισε να χαλαρώσει κάποια από τα περιοριστικά μέτρα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Δεν ήταν ένα βήμα που θα έπρεπε να γίνει;
Μετά το αλαλούμ των αλληλοκατηγοριών μεταξύ Υπουργών, των αντιφατικών δηλώσεων, των προαναγγελιών που ξεχάστηκαν, μετά τα ανόητα κλισέ για «το τελευταίο μίλι» και τις «δύο κρίσιμες εβδομάδες», η κυβέρνηση στην πραγματικότητα ομολόγησε ότι η στρατηγική της έχει αποτύχει. Έκλεισε τα πάντα με 1000 κρούσματα και τα ανοίγει με 3500. Αν αυτό δεν είναι ομολογία αποτυχίας, τί είναι; Αφού απέτυχε να ελέγξει την πανδημία, να ενισχύσει το ΕΣΥ και να στηρίξει την ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε πανικό εξαιτίας των συνεπειών της αποτυχίας της. Ανοίγει τον τουρισμό αλλά διατηρεί το sms για την μετακίνηση των πολιτών ενώ ανοίγει τα εξωτερικά σύνορα αλλά εξακολουθεί να απαγορεύει τις μετακινήσεις εκτός νομού. Πρόκειται για κινήσεις χωρίς συνοχή, χωρίς λογική, κινήσεις πανικού που αυξάνουν την καχυποψία των πολιτών σε μια περίοδο που η εμπιστοσύνη στην οργανωμένη πολιτεία είναι η κρισιμότερη προϋπόθεση για να ελεγχθεί η πανδημία. Επομένως, η αξιολόγηση των μέτρων δεν μπορεί να γίνει αν δε δούμε τη στρατηγική εντός της οποίας εντάσσονται. Και εδώ δεν υπάρχει καμία στρατηγική, υπάρχει μόνο το κράτος του πανικού για την κατάρρευση. Και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και για την κοινωνία και για την οικονομία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει να ανοίξει -με κανόνες- και η εστίαση. Θεωρείτε ότι θα βοηθήσει στην αποκλιμάκωση της πανδημίας;
Ακούστε, είναι η ολική απαγόρευση και η μη ρύθμιση που ευνοεί παραβατικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, μαζί με την έλλειψη εμπιστοσύνης μιας κοινωνίας εγκλείστων που έχει φτάσει στα όρια της. Ο μοναδικός τρόπος να αποφευχθούν αυτά τα φαινόμενα αλλά και να αναπνεύσει η κοινωνία και οι εργαζόμενοι είναι το ελεγχόμενο άνοιγμα και όχι οι καθολικές απαγορεύσεις. Αυτές είναι δεδομένο ότι θα οδηγήσουν στη δημιουργία μαύρης αγοράς και ανεξέλεγκτων καταστάσεων που θέτουν όλους σε κίνδυνο. Η ρύθμιση λοιπόν είναι η μοναδική λύση έναντι της καθολικής απαγόρευσης και είναι ακριβώς αυτό που δεν αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση.
Το κόμμα σας παρουσίασε πρόσφατα τη δική του πρόταση για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Τι μηνύματα έχετε λάβει από τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, στους οποίους και εστίαζε η πρόταση;
Το πρώτο μήνυμα που στέλνουν οι φορείς της ελληνικής οικονομίας και οι εκπρόσωποι των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων είναι το μήνυμα της εγκατάλειψης από την κυβέρνηση. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, 200.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κινδυνεύουν με κλείσιμο. Μιλάμε για το ¼ των επιχειρήσεων της χώρας. Αυτή η δραματική κατάσταση καταγράφεται εξάλλου και στους μακροοικονομικούς δείκτες, με την Ελλάδα να σημειώνει μια από τις χειρότερες οικονομικές επιδόσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γι’ αυτό μίλησα προηγουμένως για στρατηγική αποτυχία της κυβέρνησης και στον τομέα της οικονομίας εκτός από την πανδημία. Διότι η ΝΔ, όπως ομολογεί και το σχέδιο Πισσαρίδη αλλά και η πρόταση της για το ταμείο ανάκαμψης, αξιοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία εκκαθάρισης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ώστε να δημιουργηθούν νέοι όροι συσσώρευσης προς όφελος των μεγάλων και πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Απέναντι σε αυτό το σχέδιο, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική συμμαχία προτείνει μια δέσμη μέτρων που αυξάνουν την πραγματική δαπάνη και στηρίζουν τη ρευστότητα αλλά και μια στρατηγική διαγραφής του ιδιωτικού χρέους το οποίο αποτελεί θηλειά στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας και των νοικοκυριών. Και το μήνυμα για αυτή την πρόταση ήταν κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικό διότι απαντά στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες.
Με αφορμή και την πρόταση, μετατρέπεται ο ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα των «νοικοκυραίων»;
Καταρχάς, εγώ δεν θα χρησιμοποιούσα ποτέ αυτόν τον προσδιορισμό. Όταν κοιτάω την κοινωνία βλέπω κοινωνικές τάξεις, κοινωνικές ανάγκες, κοινωνικά συμφέροντα και ιδεολογίες. Ούτε νοικοκυραίους, ούτε ανοικοκύρευτους. Ο προσδιορισμός αυτός είναι ένα εφεύρημα της δεξιάς και είναι απολύτως παραπλανητικός. Αυτό που προσπαθεί να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι να δημιουργήσει μια μεγάλη κοινωνική συμμαχία μισθωτών εργαζομένων, αυτοαπασχολούμενων και μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών που στηρίζεται σε συγκεκριμένους κοινούς στόχους: Στήριξη των μισθών και ενίσχυση της διαπραγματευτικής και της αγοραστικής δύναμης τους, διαγραφή του ιδιωτικού χρέους, προσανατολισμό των πόρων στη μικρή και μεσαία επιχείρηση με στόχο την καταπολέμηση των ανισοτήτων και μια ισόρροπη ανάκαμψη, οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους που ικανοποιεί τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Και αυτό είναι το μοναδικό σχέδιο που αυτή τη στιγμή μπορεί να προσφέρει διέξοδο σε μια κοινωνία που βιώνει τις τραγικές συνέπειες της πολιτικής Μητσοτάκη.
Επομένως, να φανταστούμε ότι θα βρεθεί και στη πρώτη γραμμή των αντιδράσεων για το νέο εργασιακό νομοσχέδιο;
Ακριβώς και νομίζω ότι είναι αυτονόητο. Το νομοσχέδιο αυτό ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου στη μισθωτή εργασία. Απλήρωτες υπερωρίες, εργοδοτική αυθαιρεσία, ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, απαγόρευση του συνδικαλισμού, κατάργηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης, της μοναδικής δηλαδή προστασίας των μισθωτής εργασίας απέναντι στην εργοδοσία. Είναι η κορωνίδα του σχεδίου της Νέας Δημοκρατίας, ο οδοστρωτήρας για τον οποίο έκανε λόγο ο κύριος Μητσοτάκης λίγα χρόνια πριν. Και σήμερα τον βλέπουμε μπροστά μας να πλησιάζει απειλητικά. Είναι λοιπόν αναγκαία και επιτακτική η κινητοποίηση όλων απέναντι σε αυτό το νομοσχέδιο. Εργαζομένων, ανέργων, νέων, μικρομεσαίων. Διότι ελάχιστοι θα κερδίζουν και εκατομμύρια θα χάσουν αν περάσει. Δε χαρακτήρισε τυχαία ο Αλέξης Τσίπρας αυτή τη μάχη «μητέρα των μαχών».
Στο αμιγώς πολιτικό κομμάτι, πιστεύετε ότι το σενάριο των πρόωρων εκλογών είναι όντως πιθανό;
Κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει αλλά και κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα επαληθευτεί. Το έχω ξαναπεί: τα αινίγματα των αρχαίων Αιγυπτίων ήταν πρώτα από όλα αινίγματα για τους ίδιους τους αρχαίους Αιγυπτίους. Όμως είναι δεδομένο ότι στη σκέψη του κου Μητσοτάκη υπάρχει το σενάριο να προλάβει τις αρνητικές εξελίξεις από τις συνέπειες της πολιτικής του. Η κυβέρνηση είναι νομίζω δεδομένο ότι έχει μπει σε έναν κύκλο αναντίστρεπτης φθοράς και γι’ αυτό το λόγο δίνουν και παίρνουν τα σενάρια εκλογών. Αν τα πράγματα πήγαιναν καλά κανείς δε θα συζητούσε για εκλογές. Επομένως, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι απολύτως έτοιμος για κάθε ενδεχόμενο. Ειδικά το ενδεχόμενο των εκλογών είναι και μια ευκαιρία για τη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής πλειοψηφίας και μιας δημοκρατικής αριστερής προοδευτικής διακυβέρνησης.
Μπορεί όμως να προκύψει μία προοδευτική κυβέρνηση στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση; Αν ναι, με ποιες δυνάμεις θα μπορούσατε να συνεργαστείτε;
Ο στόχος μας στις επόμενες εκλογές είναι ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία να αναδειχθεί πρώτο κόμμα. Αυτή είναι η κύρια προϋπόθεση για την προοδευτική κυβέρνηση. Εξάλλου, μόνο μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία μπορεί να αποτρέψει το ενδεχόμενο συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Διότι τότε θα κληθούν όλοι να επιλέξουν σε ποια πλευρά του ποταμού βρίσκονται. Στην πλευρά μιας επικίνδυνης και επιθετικής δεξιάς ή στην πλευρά της προοδευτικής και δημοκρατικής διακυβέρνησης για την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών;
Μπορείτε να ανατρέψετε την δυσμενή για το κόμμα σας δημοσκοπική καταγραφή των τελευταίων μηνών και να διεκδικήσετε τη νίκη στις ερχόμενες εκλογές;
Τα μηνύματα των δημοσκοπήσεων θα έλεγα ότι είναι πιο πολύπλοκα. Δε φαίνεται αυτή τη στιγμή μια απόλυτη κυριαρχία της ΝΔ αλλά αντίθετα καταγράφεται μείωση της διαφοράς με μεγάλη πτώση της ΝΔ και μια σταδιακή αύξηση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια περίοδο μετατοπίσεων, έντονων κοινωνικών διεργασιών, σε μια περίοδο που εγκυμονεί αλλαγή του συσχετισμού δύναμης υπέρ της Αριστεράς. Ο πολιτικός χρόνος έχει πυκνώσει, η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση διογκώνεται και τα αδιέξοδα συσσωρεύονται. Επομένως, ο στόχος τώρα είναι να μετατραπεί αυτή η δυσαρέσκεια σε αίτημα για την αριστερή και προοδευτική διακυβέρνηση. Και προϋπόθεση για αυτό, είναι να συνεχίσουμε τη μαχητική αντιπολίτευση αλλά και την παρουσίαση ενός ρεαλιστικά ριζοσπαστικού προγράμματος που απαντά στις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας: ανάγκες για την εργασία, την αναδιανομή εισοδημάτων, τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους, τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, την αποκατάσταση δημοκρατικών ελευθεριών και ατομικών δικαιωμάτων.