Βουλή

Η πολιτική του κου Μητσοτάκη δεν είναι ουδέτερη αλλά ένα κράμα νεοφιλελευθερισμού, αυταρχισμού & εκδικητικότητας που θα μας βρει απέναντι

Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση επί των Προγραμματικών Δηλώσεων της Κυβέρνησης:

ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

Ο κος Μητσοτάκης επέλεξε να παρουσιάσει τις προγραμματικές του στοχεύσεις ως αυτονόητες αλήθειες επιλογή που αναδεικνύει έναν υφέρποντα ολοκληρωτισμό και μια σαφή αλαζονεία. Τόσο όμως από αυτά που είπε όσο και από αυτά που δεν είπε προκύπτει η σαφής δεξιότατη πολιτική του κατεύθυνση:

OIKONOMIA
Επανέλαβε τη δεξιά κοινοτοπία ότι η μείωση φόρων στις επιχειρήσεις (4% από το 2020 και όχι από το 2019 όπως θέλησε να το παρουσιάσει) αρκεί από μόνη της για την ενίσχυση της ανάκαμψης πράγμα που από την Θάτσερ και τον Ρήγκαν μέχρι τον Μάκρι και τον Τραμπ δεν έχει αποδειχθεί ποτέ και πουθενά. Το μόνο που μπορεί να κάνει από μόνη της η λογική του trickle-down economics που η κυβέρνηση της ΝΔ ενστερνίζεται είναι να αυξήσει τις ανισότητες στην ελληνική κοινωνία και να οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε δυσεπίλυτα πολιτικά προβλήματα.

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ
Δεν μας είπε ο κος Μητοστάκης πού θα βρει τον χώρο για να υλοποιήσει αυτήν την πολιτική των φορολογικών ελαφρύνσεων κατά κύριο λόγο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι ήταν απολύτως κρυπτικός σε ζητήματα όπως πχ το αφορολόγητο. Μόνο μία σχετική φράση ακούστηκε κατά την ομιλία του αυτή περί διεύρυνσης της φορολογικής βάσης. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίον το ΔΝΤ περιγράφει την ανάγκη για μείωση του αφορολόγητου. Επομένως σε αυτό το σημείο χρειάζονται διευκρινίσεις τόσο από τον νέο ΥΠΟΙΚ όσο και από τον ΠΘ.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Για αυτόν το λόγο ήταν απολύτως κρυπτικός και ως προς τις δεσμεύσεις του για το κοινωνικό κράτος και την πρόνοια. Δεν είπε ούτε λέξη για το ασφαλιστικό σύστημα, ούτε λέξη για τα κοινωνικά επιδόματα, ούτε λέξη για τη χρηματοδότηση της υγείας. Οι μόνες του δεσμεύσεις αφορούσαν τη μείωση των εισακτέων στην 3βάθμια εκπαίδευση και καμία δέσμευση για το ζήτημα των αναπληρωτών καθηγητών, το μεγάλο πρόβλημα που η προηγούμενη κυβέρνηση επιχείρησε να εκκινήσει τη λύση του μέσα από την διαδικασία πρόσληψης 10.500 μόνιμων καθηγητών. Όλα αυτά είναι σιωπές που θα πρέπει να διεκρινιστούν.

ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Κάτι άλλο που μας κάνει πραγματικά ανήσυχους είναι το γεγονός ότι ο κος Μητσοτάκης δεν είπε λέξη για το τι σκοπεύει να κάνει με την αγορά εργασίας. Σκοπεύει να καταργήσει ή να διατηρήσει την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων δηλαδή την αρχή της επεκτασιμότητας και την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης; Γιατί θυμίζω ότι κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο είχε ασκήσει δριμύτατη κριτική και τις είχε καταψηφίσει. Δεν είπε λέξη για τον κατώτατο μισθό, ούτε λέξη για τις 3ετίες. Το μόνο που πρόλαβε να κάνει είναι να καταργήσει την αυτοτέλεια του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας που λειτουργούσε επιχειρησιακά ώστε να διατηρείται η νομιμότητα στην αγορά εργασίας. Επομένως το ερώτημα είναι ο κος Μητσοτάκης σκοπεύει στην «εκκαθάριση των δυσκαμψιών της αγοράς εργασίας» δηλαδή των εργατικών δικαιωμάτων και κεκτημένων; Θα διατηρήσει ή θα καταργήσει τα βήματα που έγιναν την προηγούμενη περίοδο για την επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας;

Θα μπορούσα να επισημάνω και άλλες σιωπές ή ρητές δεσμεύσεις του κου Μητσοτάκη οι οποίες καθόλου πολιτικά ουδέτερες δεν ήταν όπως το σχέδιο για τις ΔΕΗ. Ή σημεία που αναδεικνύουν αναδρομικά την αντιπολιτευτική υποκρισία της ΝΔ σε σειρά ζητημάτων όπως η Δικαιοσύνη, η Διαφάνεια, οι Πρέσπες κλπ. Εδώ θα είμαστε για να δούμε ποιες είναι οι βασικές στοχεύσεις και η βασική προγραμματική λογική αυτής της κυβέρνησης. Θέλοντας πάντως να συνοψίσω θα πω το εξής:



Η πολιτική του κου Μητσοτάκη δεν είναι καθόλου ουδέτερη. Είναι ένα κράμα νεοφιλελευθερισμού, αυταρχισμού και εκδικητικότητας. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα μας βρει απολύτως απέναντι.

Τοποθέτηση στη Βουλή κατά τη συζήτηση που προηγήθηκε της υπερψήφισης του σ/ν για την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης

Πρόκειται για το σ/ν «Σύσταση, συγκρότηση & αρμοδιότητες της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης και άλλες διατάξεις». Είχαν προηγηθεί εισηγήσεις στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης & Δικαιοσύνης στις 2 Απριλίου και την 29 Μαρτίου.

Απομαγνητοφώνηση Πρωτολογίας

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, κύριε Πρόεδρε, ακούστηκαν πολλά. Θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει, κατά τη γνώμη μου, μια αναλυτική, σε βάθος και με ανταλλαγή επιχειρημάτων συζήτηση για το νομοσχέδιο αυτό που αφορά την ανασυγκρότηση, αν θέλετε, της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης. Αντ’ αυτού, νομίζω ότι από την Αξιωματική Αντιπολίτευση επελέγη για άλλη μια φορά μία όξυνση, μία ένταση, από την οποία μάλιστα απουσιάζει και το οποιοδήποτε πολιτικό έρμα.

Για παράδειγμα, ακούσαμε μέχρι και ότι η σημερινή Κυβέρνηση κυβερνά δήθεν με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Να ενημερώσω την Αξιωματική Αντιπολίτευση ότι από την 31η Δεκεμβρίου του 2015 και μέχρι το καλοκαίρι του 2018 δεν είχε εκδοθεί ούτε μία πράξη νομοθετικού περιεχομένου, ενώ το καλοκαίρι του 2018 οι δύο Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου που εκδόθηκαν, αν δεν κάνω λάθος, αφορούσαν αποκλειστικά και μόνο θετικά μέτρα. Δηλαδή, υπήρξαν μέτρα τα οποία είχαν να κάνουν, πρώτον, με την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, πράγμα για το οποίο υπάρχουν οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Αυτή είναι η λογική τους, δηλαδή να εκδίδονται ακριβώς για να γίνονται πάρα πολύ γρήγορα διαδικασίες εξαιτίας ανωτέρας βίας. Κατά δεύτερον, η άλλη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου έδωσε παράταση στη διατήρηση του Φ.Π.Α. στα νησιά που πλήττονται από την προσφυγική κρίση.

Δεν βγάλαμε και καμιά πράξη νομοθετικού περιεχομένου για να μεταβιβάσουμε, για παράδειγμα, μέσα σε μία νύχτα τη δημόσια περιουσία στο ΤΑΙΠΕΔ, όπως είχατε κάνει εσείς. Δεν βγάλαμε πράξεις νομοθετικού περιεχομένου για να εφαρμόζουμε τις διατάξεις που μας επέβαλαν οι δανειστές, όπως κάνατε επί τέσσερα συναπτά έτη κατά τη διάρκεια του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου. Δεν περνούσαμε νόμους με ένα άρθρο και πεντακόσιες παραγράφους, όπως κάνατε εσείς διότι φοβόσασταν μήπως οι Βουλευτές σας δεν υπερψηφίσουν κάποια υποπερίπτωση του μνημονίου, το οποίο είχατε αναλάβει να εφαρμόσετε.

Επομένως, νομίζω ότι αυτά τα πράγματα καλό είναι να μπαίνουν κάθε φορά στην ορθή τους διάσταση, να ξέρουμε σε ποια σημεία μπορούμε να κάνουμε κριτική –εμείς τη δεχόμαστε την κριτική, τη θέλουμε την κριτική- και σε ποια σημεία είναι  προτιμότερη μερικές φορές και η σιωπή, για να μην εκτιθέμεθα.

Τώρα φυσικά στη ανερμάτιστη αυτή κριτική, η οποία έγινε προς την Κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να λείπει και ποιος άλλος; Ο κ. Πετσίτης. Δεν είναι ότι δεν το περίμενα, διότι βγάζει μάτι ο λόγος για τον οποίο από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης αναπαράγονται, ίσως και να ενορχηστρώνονται τα fake news που παρουσιάζονται καθημερινά σε δελτία ειδήσεων, σε φιλικές προς την Αξιωματική Αντιπολίτευση ιστοσελίδες, σε ιστοσελίδες οι οποίες έχουν και αυτές, αν θέλετε, πρωταγωνιστικό πια ρόλο στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο το οποίο προσπαθεί να δημιουργήσει το παλιό πολιτικό καθεστώς, για να γυρίσει πίσω τη χώρα στα μνημόνια, στα ελλείμματα, στο τσάκισμα των μισθών.

Φτάσατε μέχρι και στο σημείο πριν από λίγο να πείτε ότι ήταν η ελληνική Κυβέρνηση -μιας και είπα για μισθούς- που οδήγησε την κατάσταση στην αγορά εργασίας στους μισθούς των 350 ευρώ. Ξεχνάτε ότι πριν από έναν μήνα περίπου αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός κατά 11%, 650 ευρώ, καταργήθηκε ο υποκατώτατος μισθός τον οποίο εσείς είχατε θεσπίσει με την ψήφο σας και με τη συμμετοχή σας στην Κυβέρνηση Παπαδήμου και από τον οποίο υποκατώτατο μισθό προέκυπταν ακριβώς και οι μισθοί των 300 και των 350 ευρώ για τη μερική απασχόληση. Αυτά τα συντρίμμια της αγοράς εργασίας, τα οποία δημιουργήσατε, προσπαθούμε να συμμαζέψουμε με τεράστιο κόπο, με σκληρή δουλειά, δουλειά την οποία εσείς ποτέ δεν είχατε κάνει διότι άλλοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους λειτουργούσατε και με διαφορετικές προτεραιότητες λειτουργούσατε ως κυβέρνηση.

Όμως, για να επανέλθω στο προηγούμενο, ξέρετε γιατί ξαναφέρατε ένα θέμα ανύπαρκτο για την ελληνική Κυβέρνηση στην ημερήσια διάταξη σήμερα, στην ατζέντα των πολιτικών σας τοποθετήσεων; Διότι θέλετε να δημιουργήσετε έναν πολιτικό αντιπερισπασμό σε σχέση με μια πολιτική εξέλιξη της προηγούμενης εβδομάδας. Να σας θυμίσω, λοιπόν, ότι ασκήθηκαν κάποιες ποινικές διώξεις, πήρε το μάτι μου.

Παραγγελίες διώξεων. Φαίνεται τα ξέρετε αρκετά καλά, σας αφορούν εξάλλου. Είναι ποινικές διώξεις –ξέρετε- για τα 200 εκατομμύρια δανεικά και αγύριστα που πήρατε ως Νέα Δημοκρατία. Και μάλιστα γι’ αυτά τα 200 εκατομμύρια δανεικά και αγύριστα, βγήκε η κυρία Ζαχαράκη σήμερα και απάντησε ότι η Νέα Δημοκρατία διαχειρίζεται, λέει, τα οικονομικά της με σύνεση και έτσι ακριβώς σκοπεύει να διαχειριστεί και τα δημόσια οικονομικά. Όπως δηλαδή  διαχειρίστηκε τα δικά της οικονομικά η Νέα Δημοκρατία, με λίγα λόγια έβγαλε την κουτάλα, πήρε 200 εκατομμύρια τα οποία τα κράτησε και δεν τα έχει αποπληρώσει -και ούτε πρόκειται, από ό,τι φαίνεται, ούτε υπάρχει καμία διάθεση στο εγγύς μέλλον να τα αποπληρώσει-, με τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, μας λέτε σήμερα με περισσό θράσος, ότι με αυτόν τον τρόπο θα διαχειριστείτε και τα δημόσια οικονομικά. Όχι ότι δεν το κάνατε στο παρελθόν. Πόσα και πόσα δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τον τρόπο με τον οποίο το παλιό πολιτικό σύστημα διαχειρίστηκε τους ελληνικούς προϋπολογισμούς, τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων! 

Πριν από λίγο καιρό ήρθε μάλιστα με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης στο φως και μια ιστορία όπου κατά την περίοδο του 2006-2010 -δεν ξέρω εάν το θυμάστε- 240 εκατομμύρια δεν δώσατε, δεν βγάλατε τις υπουργικές αποφάσεις για να πληρωθούν από τις φαρμακευτικές εταιρείες. Και αναρωτιέμαι: τόσο μικρό ποσό είναι τα 240 εκατομμύρια, που δεν το πήρε το μάτι των Υπουργών της τότε Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ότι αυτά τα χρήματα πρέπει με κάποιον τρόπο να επιστραφούν στο δημόσιο, να δοθούν στο δημόσιο; Επομένως,  στην κριτική σας θα πρέπει -σας ξαναλέω- να διατηρείτε μία χαμηλότερη ένταση, με δεδομένο το βεβαρημένο παρελθόν που έχετε ως Νέα Δημοκρατία, αλλά και ως συνολικό πολιτικό σύστημα και πολιτικό καθεστώς.

Τώρα, έρχομαι στο νομοσχέδιο και στα βασικά επιχειρήματα που ακούστηκαν εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας για την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης, ότι δήθεν δεν έχουμε κάνει τίποτα για την κωδικοποίηση, ότι υπήρξαν, όπως μας ειπώθηκε από την εισηγήτρια της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, οκτώ κωδικοποιήσεις οι οποίες δεν προχώρησαν κατά τη διάρκεια της δικής μας Κυβέρνησης, ότι δεν υπήρξε καμία διάθεση να προχωρήσουμε εν πάση περιπτώσει σε αυτές τις πρωτοβουλίες και ότι με δική μας ευθύνη αδράνησε η νομοθετική διαδικασία.

Να σας ενημερώσω, λοιπόν, για τους οκτώ κώδικες που δεν προχώρησαν:

Πρώτον, «Νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή». Ολοκληρώθηκε το 2010. Λόγω σημαντικών νομοθετικών παρεμβάσεων και επειδή δεν καταβλήθηκαν αποζημιώσεις το 2010, ο κώδικας αυτός δεν προχώρησε.

Δεύτερον, σχέδιο «Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου». Ολοκληρώθηκε το 2008. Μάλλον ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε το 2008. Το σχέδιο του κυρωτικού νόμου είχε σταλεί στους Υπουργούς από τον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης, αλλά δεν προωθήθηκε ποτέ στη Βουλή.

Τρίτον, «Κώδικας δικονομικών διατάξεων για το Ελεγκτικό Συνέδριο». Παράδοση το 2010, δεν προωθήθηκε ποτέ στη Βουλή.

Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τότε. Χρειάζεται νέα επεξεργασία των νομοθετημάτων αυτών. Θα έπρεπε αυτά να τα γνωρίζετε.

Σας πειράζουν αυτά. Σας πειράζουν, γιατί πήγατε να φορτώσετε -αλλά όχι ότι δεν το κάνετε, το κάνετε διαρκώς-, επιχειρείτε να φορτώσετε τις δικές σας ανεπάρκειες, τις δικές σας ευθύνες, τη δική σας απόλυτη αδυναμία, στη σημερινή Κυβέρνηση. Και όταν σας αποδεικνύουμε ότι εσείς έχετε την ευθύνη για την κατάσταση στην οποία έχει περιπέσει η ελληνική οικονομία, η ελληνική κοινωνία, το ελληνικό κράτος, αρχίζετε να αντιδράτε.

Θα συνεχίσω τον κατάλογο.

Τέταρτον, «Κώδικας Νομοθετημάτων για το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο». Ολοκληρώθηκε το 2011. Δεν προωθήθηκε ποτέ.

Πέμπτον, «Σχέδιο Κώδικα Εργατικής Νομοθεσίας». Δεν ολοκληρώθηκε η κωδικοποίηση ποτέ.

Έκτον, «Κώδικας κανονιστικών πράξεων για υγιεινή και ασφάλεια στους εργασιακούς χώρους». Δεν ολοκληρώθηκε η κωδικοποίηση ποτέ.

Έβδομον, «Κώδικας για το Εθνικό Σύστημα Υγείας». Δεν ολοκληρώθηκε η κωδικοποίηση ποτέ, γιατί; Διότι η  κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τότε, αλλά και της Νέας Δημοκρατίας αργότερα, δεν κατέβαλαν τις αποζημιώσεις στους δημοσίους υπαλλήλους, πράγμα το οποίο πήγαν να χρεώσουν πάλι σε μας. Δηλαδή, πράγματα για τα οποία σας ξαναλέω ότι θα έπρεπε να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί όταν ασκούμε κριτική, διότι εκτιθέμεθα.

Όγδοο, «Κώδικας νομοθεσίας για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση». Ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2013. Δεν υποβλήθηκε ποτέ στο Υπουργείο. Τότε δεν ήταν Συριζαίος στο Υπουργείο, τότε ήταν Νεοδημοκράτης στο Υπουργείο Παιδείας.

Τι άλλο μας είπατε; Μας είπατε ότι δεν χρειάζεται ο νόμος, ότι προσπαθούμε να εμποδίσουμε το έργο, λέει, της επόμενης κυβέρνησης με την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης. Δηλαδή, πέραν του γεγονότος ότι έχετε προεξοφλήσει το εκλογικό αποτέλεσμα και πάλι θα σας έρθει λίγο βαρύ, αλλά εντάξει, θα έχετε καιρό να το επεξεργαστείτε στα τέσσερα επόμενα χρόνια που θα εξακολουθήσετε να βρίσκεστε στα έδρανα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης -το ελπίζω, δεν ξέρω, ίσως να υπάρξει και άλλο κόμμα το οποίο θα σας αντικαταστήσει, δεν φαίνεται κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή-, μας είπατε ότι δήθεν έχει ευθύνη η Κυβέρνηση για το γεγονός ότι δεν λειτουργούσε η Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης και επίσης ότι προσπαθούμε, λέει, να εμποδίσουμε το έργο της επόμενης κυβέρνησης. 

Να σας πω, λοιπόν, τώρα από πού έχει έρθει αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία και ποιοι είναι υπεύθυνοι για αυτήν τη «συνωμοσία» απέναντι στη Νέα Δημοκρατία, η οποία υποτίθεται ότι θα είναι και η επόμενη κυβέρνηση της χώρας: Είναι ένας Αντεπίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και καθηγητής της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, ένας καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, μία Σύμβουλος της Επικρατείας, δύο Πάρεδροι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ένας Πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, δύο Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων, ένας Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ένας καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ένας Αναπληρωτής καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και δύο δικηγόροι. Αυτή είναι η ομάδα η οποία «απεργάζεται» αυτό το συνωμοτικό σχέδιο για να εμποδίσει τη λειτουργία της επόμενης κυβέρνησης, δηλαδή η Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης, η οποία τι έκανε; Ήρθε και κατέθεσε μία πρόταση στην ελληνική Κυβέρνηση, ότι για να μπορέσει να διευκολυνθεί το έργο της πρέπει να προχωρήσουμε στον εξορθολογισμό και στον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που αφορά τη λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης. Και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, με βάση τις επεξεργασίες και τις προτάσεις της ίδιας αυτής Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης προχωρήσαμε στην κατάθεση του σημερινού σχεδίου νόμου.

Εσείς από αυτό ανακαλύψατε μια τεράστια συνομωσία που απεργάστηκε η σημερινή Κυβέρνηση για να ασχοληθεί, υποτίθεται, με τις μελλοντικές σας επιθυμίες. Καμία διάθεση τέτοια δεν είχαμε και ήλπιζα ότι θα το είχατε κατανοήσει μέχρι τώρα. 

Διότι εδώ υπάρχουν δύο τινά: Ή δεν έχετε καταλάβει καθόλου τι λέει αυτό το νομοσχέδιο και περί τίνος πρόκειται, είτε το έχετε καταλάβει, αλλά επιλέγετε την όξυνση, επιλέγετε την ένταση, για να δημιουργήσετε απλώς και μόνο εντυπώσεις, όπως κάνετε εδώ και τέσσερα χρόνια περίπου. Δηλαδή αντί να κάνουμε έναν δύσκολο τεχνικό και σοβαρό διάλογο, μια συζήτηση συγκροτημένη και ήπια, εσείς επιλέξατε πάλι τις καταγγελίες, τις φωνές και την αντιπαράθεση σε ένα πεδίο το οποίο δεν προσφέρεται για αντιπαράθεση. Μιλάμε για την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης, για ένα τεχνικό-νομικό θέμα, αλλά και για ένα θέμα το οποίο νομίζω ότι αφορά και ένα ζήτημα δημοκρατίας.

Και για να περάσω τώρα στο νομοσχέδιο αυτό καθαυτό, εμείς δεν το βλέπουμε αυτό το νομοσχέδιο αποκομμένο από τη συνολική στρατηγική της Κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της πολυνομίας και της κακονομίας, αλλά στο πλαίσιο ενός επιδιωκόμενου εξορθολογισμού συνολικά της ελληνικής έννομης τάξης. Είναι μια στρατηγική για την οποία εκτιμούσα ότι θα υπήρχαν οι πολιτικές προϋποθέσεις για να αποσπάσει τη συναίνεση των κομμάτων. Φαίνεται ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Αλλά νομίζω ότι θα έπρεπε να είναι έτσι, διότι όποιος έχει μια μικρή έστω επαφή με τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, αλλά και τη νομοπαρασκευαστική διαδικασία, θα έπρεπε να συμφωνεί ότι το ελληνικό κράτος πάσχει, και δεν πάσχει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά πάσχει από τη στιγμή της ίδρυσής του. Και υπάρχουν δυνατότητες βελτίωσης. 

Όμως, για να συζητήσουμε σοβαρά γι’ αυτές τις δυνατότητες βελτίωσης πρέπει να επισημάνουμε ακριβώς τις αιτίες της πολυνομίας και της κακονομίας, οι οποίες είναι πολλές και διαφορετικές και δεν σχετίζονται πάντοτε με τις βουλήσεις των κυβερνήσεων. 

Πρώτον, η νομοκεντρική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, η οποία οδηγεί σε μια υπερπαραγωγή νομοθετημάτων, τα οποία συνήθως σχετίζονται με την άρνηση της διοίκησης να ασκήσει τις διακριτικές της ευχέρειες, με την άρνηση της διοίκησης να υλοποιήσει τις συγκεκριμένες αρμοδιότητές της, παρεκτός αν υπάρχει σαφέστατη διάταξη νόμου που θα ορίζει ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να λειτουργήσει. Γι’ αυτό υπάρχει και η «βροχή» των τροπολογιών, όχι αυτήν την περίοδο, αλλά σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του ελληνικού κράτους. 

Άρα εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ζήτημα απλώς και μόνο πολιτικής βούλησης. Έχουμε να κάνουμε με ένα ζήτημα που σχετίζεται με την ίδια τη δομή του ελληνικού κράτους, με τις ίδιες τις νοοτροπίες οι οποίες έχουν επικρατήσει στο εσωτερικό της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Αυτό βεβαίως είναι μια ιστορικού χαρακτήρα παθογένεια, η οποία δεν αντιμετωπίζεται από τη μία ημέρα στην άλλη ούτε έρχεται η Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης να αντιμετωπίσει αυτήν την παθογένεια. Αυτή η παθογένεια αντιμετωπίζεται μόνο με ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.

Μια δεύτερη αιτία όμως -και εδώ αρχίζει η πολιτική πια συζήτηση- έχει να κάνει με τη σκόπιμη διατήρηση -και σε αυτό θέλουμε εμείς να παρέμβουμε- ενός καθεστώτος νομικής ασάφειας. Διότι στην πραγματικότητα πρόκειται εδώ για μια τεχνολογία εξουσίας που το παλιό πολιτικό σύστημα και οι κορυφές της διοίκησης θέλησαν να διατηρήσουν, διότι αυτό αποτελούσε και την προϋπόθεση για την αναπαραγωγή της κρατικής γραφειοκρατίας αλλά και της πολιτικής διαφθοράς. Και εδώ μπορούμε με τη νομοθεσία την οποία προτείνουμε σήμερα και με την ανασυγκρότηση της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης να παρέμβουμε και να παρέμβουμε αποτελεσματικά. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε με την εθνική στρατηγική την οποία έχουμε εκπονήσει και η οποία, κατά τη γνώμη μας, εξυπηρετεί ένα πρόταγμα διαφάνειας, ένα πρόταγμα δημοκρατικό, ένα πρόταγμα εκσυγχρονισμού πια της ελληνικής νομοθεσίας και της διοίκησης. Νομίζω ότι εντός αυτού του πλαισίου πρέπει να δούμε και το σημερινό νομοσχέδιο.

Επιτρέψτε μου να αναλύσω κάποια συγκεκριμένα σημεία πάνω στα οποία υπήρξε συζήτηση εύλογη σε σχέση ειδικά με το ζήτημα της αναμόρφωσης του δικαίου. Υπήρξαν κάποιες επιφυλάξεις ή κάποιες επισημάνσεις ότι ίσως η έννοια της αναμόρφωσης του δικαίου, που αποτελεί ένα εργαλείο καλής νομοθέτησης, ενδεχομένως θα μπορούσε να οδηγήσει σε, αν θέλετε, παραγκωνισμό του Κοινοβουλίου και σε καταργήσεις νόμων ή διατάξεων, χωρίς να ακολουθείται η κοινοβουλευτική διαδικασία. 

Αυτή η ανησυχία δεν έχει βάση. Να σας πω το εξής: Το νομοσχέδιο δεν δίνει κατ’ αρχάς έναν δικό του ορισμό περί αναμόρφωσης του δικαίου. Παραπέμπει στα άρθρα 11 και 12 του ν. 4048/2012. Δίνεται στην ΚΕΚ μια ευχέρεια αναμόρφωσης ως παρεπόμενη αρμοδιότητα στα πλαίσια της κωδικοποίησης. Δηλαδή δεν δίνεται μια αυτοτελής βαρύτητα στην αναμόρφωση ως μέσο καλής νομοθέτησης, αλλά μόνο στον βαθμό που η ΚΕΚ αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα αντινομίας ή αντιφατικότητας διατάξεων τις οποίες κωδικοποιεί.

(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υπουργού)

Κύριε Πρόεδρε, θα χρειαστώ λίγο παραπάνω χρόνο.

Η Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης δεν έχει αποφασιστική αρμοδιότητα ούτε παράγει νέους κανόνες δικαίου, αλλά κωδικοποιεί, τηρώντας όμως τους κανόνες καλής νομοθέτησης. Και εδώ υπάρχουν τρεις μορφές κωδικοποίησης, τις οποίες θα προσπαθήσω πάρα πολύ σύντομα να αναλύσω. 

Η πρώτη περίπτωση αφορά κώδικες που περιλαμβάνουν διατάξεις τυπικών νόμων και οι οποίοι, εφόσον καταργούνται διατάξεις, θα πρέπει φυσικά να περάσουν από το Κοινοβούλιο, οπότε δεν τίθεται κανένα ζήτημα σε σχέση με την αναμόρφωση. 

Η δεύτερη περίπτωση αφορά κώδικες που περιλαμβάνουν κανονιστικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις. Ούτε εκεί τίθεται θέμα, διότι ούτως ή άλλως αυτά θα πρέπει να δημοσιευθούν ως προεδρικά διατάγματα μετά από πρόταση του Υπουργού, ο οποίος Υπουργός ούτως ή άλλως έχει την εξουσία να τροποποιεί υπουργικές αποφάσεις ή να προτείνει την τροποποίηση προεδρικών διαταγμάτων. Επομένως, ούτε και εδώ έχουμε σύγκρουση. 

Η τρίτη μορφή κωδικοποίησης περιλαμβάνει ενιαίες διατάξεις τυπικών νόμων και κανονιστικών διαταγμάτων και αποφάσεων που εκδίδονται με προεδρικό διάταγμα. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο θα μπορούσε κανείς να πει ότι η αναμόρφωση, δηλαδή η κατάργηση διάταξης νόμου η οποία θα γίνεται με προεδρικό διάταγμα, ενδεχομένως θα δημιουργούσε ένα είδος αμφιβολίας ως προς την τήρηση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Δηλαδή όταν ένα προεδρικό διάταγμα καταργεί διάταξη τυπικού νόμου στο πλαίσιο της αναμόρφωσης, εκεί πιθανότατα να μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι υπάρχει μία αντινομία. Δεν υπάρχει, όμως, διότι σε κάθε περίπτωση υπάρχει ειδική εξουσιοδότηση από τη Βουλή, που δίνει την εξουσία στην Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης να προχωρήσει σε τέτοιου τύπου ήπιες παρεμβάσεις. Αυτό ακριβώς, για παράδειγμα, έγινε στο Προεδρικό Διάταγμα 28/2015, το οποίο εκδόθηκε δυνάμει ακριβώς της ρητής εξουσιοδότησης νόμου με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα απάλειψης των σχετικών διατάξεων που έχουν καταργηθεί. 

Άρα έχουμε, λοιπόν, μία εξουσιοδότηση της Βουλής προς την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης για να καταργήσει διατάξεις με προεδρικό διάταγμα, η οποία όμως εξουσία αυτή της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης προέρχεται ήδη από το Κοινοβούλιο. 

Άρα, νομίζω ότι έχουμε τη δυνατότητα ακόμα και αυτήν την ώρα να κάνουμε μία σοβαρή συζήτηση στον δεύτερο κύκλο και να κατανοήσουμε ότι εδώ δεν πρόκειται για πολιτικούς πειραματισμούς αντίστοιχους με αυτούς που έγιναν το 2012, για παράδειγμα, όπου δημιουργήθηκε μια Επιτροπή Αναμόρφωσης του Δικαίου, την οποία την κατάργησε μετά από έναν χρόνο η Κυβέρνηση τότε ΠΑΣΟΚ-Νέας Δημοκρατίας και αυτή ήταν ακριβώς η κίνηση η οποία οδήγησε και στην αδρανοποίηση στη συνέχεια της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης, η οποία ανασυστήθηκε μετά την κατάργηση της Επιτροπής Αναμόρφωσης του Δικαίου. 

Νομίζω ότι και σε αυτό το σημείο η κριτική είναι απολύτως και άδικη και αμετροεπής, με την έννοια ότι οι θεσμικοί πειραματισμοί, οι πολιτικοί πειραματισμοί, τα πολιτικά κόλπα και τα πολιτικά παιχνίδια δεν γίνονται από τη σημερινή Κυβέρνηση, αλλά έγιναν από την προηγούμενη κυβέρνηση με αυτού του τύπου τις άστοχες και ανεπαρκείς παρεμβάσεις.

Περνάω στο δεύτερο θέμα, στη διεύρυνση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που προτείνεται στο Κεφάλαιο Β΄.

Νομίζω ότι ο λόγος για τον οποίο προτείνεται αυτή η διεύρυνση έχει να κάνει με έναν συγκεκριμένο τρόπο θέασης των δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα δεν μπορούν να υπερίπτανται της πραγματικής κοινωνίας. Τα δικαιώματα δεν μπορούν να υπερίπτανται των κοινωνικών εκείνων ομάδων, οι οποίες υφίστανται τις διακρίσεις. Άρα λοιπόν, αυτό το οποίο επιχειρείται με αυτήν τη ρύθμιση είναι επιτέλους οι κοινωνικές εκείνες ομάδες οι οποίες βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό, οι οποίες βιώνουν τις δικαιωματικές διακρίσεις και βρίσκονται καθημερινά στο πεδίο της διεκδίκησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών να έχουν το δικαίωμα να εκφραστούν εντός της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

 Θα μπορούσα να μιλήσω πάρα πολύ ώρα για μία σειρά από αιτιάσεις. Θέλω, όμως, να πω μόνο το εξής: Είπα κάποια πράγματα για τις αρχές των Παρισίων. Νομίζω ότι η ενημέρωση που έχει η ENNHRI είναι μονομερής. Αυτό θα διορθωθεί εντός των επόμενων λίγων ωρών, αφού επιλέγεται από τη μεριά του πρώην Προέδρου της Εθνικής Επιτροπής να διεθνοποιήσει το ζήτημα. Βεβαίως, να διεθνοποιηθεί το ζήτημα, για να ενημερωθούν και οι αρμόδιοι ευρωπαϊκοί φορείς για τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε και τον τρόπο με τον οποίο, εν πάση περιπτώσει, διαχειρίστηκε την Προεδρεία της Εθνικής Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η συγκεκριμένη ηγεσία.

 Εγώ θέλω να σας πω το εξής σε σχέση με την ανεξαρτησία: Επιμένω ότι ακολουθούμε κατά γράμμα τις αρχές των Παρισίων. Και διαβούλευση υπήρξε. Και ενημέρωση υπήρξε. Το θέμα ήταν ότι η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αποφάσισε διά του Προέδρου της να απέχει από αυτού του τύπου τη διαβούλευση και απαίτησε η διεύρυνση της Επιτροπής -και αυτό βεβαίως φαίνεται και στην επιστολή την οποία μου απέστειλε στις 6 Δεκεμβρίου- να συμπληρώνει η ίδια η Επιτροπή τα μέλη της, ενώ κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ούτε από τις αρχές των Παρισίων και πολύ περισσότερο, δεν προβλέπεται και από τον ιδρυτικό νόμο της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. 

Όταν, λοιπόν, έκανα την ερώτηση αν η Κυβέρνηση αυτή οποιαδήποτε στιγμή παρενέβη στο έργο της Επιτροπής, η απάντηση ήταν αμέσως αρνητική. Στη συνέχεια, ακολούθησε και ένα σχόλιο: Η Κυβέρνηση –δήθεν- αδιαφόρησε απολύτως για τη λειτουργία της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του ανθρώπου αυτά τα χρόνια.

 Βεβαίως, όταν ο κύριος Μπαλτάκος απειλούσε ότι θα καταργήσει την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και όταν η Νέα Δημοκρατία, στην προηγούμενη φάση της διακυβέρνησης, την περίοδο 2012 – 2015, την στοίβαξε μαζί με την Επιτροπή Βιοηθικής, δεν είχε την ίδια ευαισθησία να την υπερασπιστεί. Τώρα της προέκυψε της Νέας Δημοκρατίας η ευαισθησία. 

 

Απομαγνητοφώνηση Δευτερολογίας

Κοιτάξτε, εδώ έχουμε τώρα την επιμονή σε μια ακροδεξιά, σε μια ακραία ρητορική, σε μια ρητορική η οποία ταιριάζει απολύτως στη νέα μεταλλαγμένη ακροδεξιά Νέα Δημοκρατία. Είναι ακριβώς αυτός ο τύπος του πολιτικού διαλόγου τον οποίο επιδιώκει η Νέα Δημοκρατία. Διότι απλούστατα, αν επιχειρήσουμε να κάνουμε μία συζήτηση προγραμματικού χαρακτήρα, αυτό το οποίο θα γίνει θα είναι το εξής: Όταν η Νέα Δημοκρατία παρουσιάσει τις προγραμματικές της απόψεις για το μέλλον της κοινωνίας, για το μέλλον του κράτους, η άμεση αντίδραση του οποιουδήποτε θα είναι είτε να ανατριχιάσει είτε να το βάλει στα πόδια. 

Επομένως, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, επιλέγεται η πολιτική πρακτική του κιτρινισμού, της παραπολιτικοποίησης, των ψεμάτων και μιας διαρκούς απαξίωσης της πολιτικής ποιότητας του διαλόγου. Ακόμα και όταν ερχόμαστε σε ζητήματα πολιτικής αντιπαράθεσης, η κριτική που ασκείται είναι το λιγότερο και επιεικώς αδέξια, με την έννοια ότι εδώ ακούσαμε την εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας σε μία ανάλυση η οποία έμπλεξε μέσα σε τρία λεπτά τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τη διαπραγμάτευση, τα capital controls, τις καταθέσεις, το ομόλογο, το ΑΕΠ, όλα μαζί. 

Η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να είναι λίγο πιο προσεκτική, κύριε Πρόεδρε και κυρίες και κύριοι Βουλευτές, όταν κάνει αναφορές στο ΑΕΠ. 

Την περίοδο από το 2012 έως το 2014 είχαμε 14% μείωση. Προσθέστε και 11% τα δύο προηγούμενα χρόνια. Πήρατε το 25%. 

Η χώρα τον Αύγουστο του 2018 βγήκε από το μνημόνιο. Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί. Αυτήν τη στιγμή, το ελληνικό ομόλογο διαπραγματεύεται στις δευτερογενείς αγορές με χαμηλά δεκαπενταετίας, ενώ το πενταετές ομόλογο βρίσκεται στη χαμηλότερη απόδοσή του από τότε που υπάρχει η ελληνική καμπύλη, δηλαδή από το 1997. Αυτά είναι, λοιπόν, τα δικά μας αποτελέσματα, αυτά είναι τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής, το γεγονός ότι η κοινωνία ανασυγκροτείται, το κοινωνικό κράτος ανασυγκροτείται, οι εργαζόμενοι ενισχύονται ως προς τη διαπραγματευτική τους δύναμη και ως προς το εισόδημά τους. Και επιμένουμε στην πολιτική, επιτέλους αυτή η κοινωνία να κρατηθεί όρθια και να πατήσει στα πόδια της. Νομίζω ότι όταν αντιπαρατιθέμεθα σε αυτό το επίπεδο, το μοναδικό το οποίο απομένει στη Νέα Δημοκρατία είναι η σιωπή.

Έρχομαι τώρα στη συζήτηση η οποία έγινε περί των τροπολογιών και του τρόπου νομοθέτησης αυτής της Κυβέρνησης. Κοιτάξτε, εγώ έκανα μία ανάλυση στην πρωτολογία μου, όπου εξηγούσα ότι αρκετές τροπολογίες, οι οποίες παρουσιάζονται σαν νομοσχέδια, σχετίζονται και με τον νομοκεντρικό τρόπο λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα, χρειάζεται μία μακροπρόθεσμη στρατηγική διοικητικής μεταρρύθμισης, μία στρατηγική δηλαδή η οποία δεν μπορεί να παράξει αποτελέσματα από τη μία μέρα στην άλλη. 

Όμως, είναι άλλο αυτό, δηλαδή να έρχονται τροπολογίες οι οποίες επιλύουν επιμέρους θέματα της καθημερινής διοικητικής λειτουργίας και της καθημερινής διοικητικής διαδικασίας και είναι εντελώς διαφορετικό να έρχονται τριακόσιες δεκατρείς τροπολογίες μέσα σε ένα βράδυ και να ψηφίζονται από τούτο εδώ το Κοινοβούλιο επί διακυβέρνησης του κ. Σαμαρά. Άρα, λοιπόν, η πολιτική παράταξη των τριακοσίων δεκατριών τροπολογιών σε μία νύχτα δεν έχει το δικαίωμα να κάνει μαθήματα καλής νομοθέτησης στην Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Συνεχίζω με ό,τι αφορά την ΕΕΔΑ.

Έγινε μια συζήτηση σε σχέση με την ανεξαρτησία της Επιτροπής και με το αν και κατά πόσο η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία επηρεάζει ή θίγει, αν θέλετε, την ανεξαρτησία της Επιτροπής.

Η απάντηση ήταν απολύτως σαφής: Οι αρχές των Παρισίων τηρήθηκαν με την έννοια την οποία εξήγησα και προηγουμένως. 

Τι προβλέπουν οι αρχές των Παρισίων; Προβλέπουν κάτι πάρα πολύ συγκεκριμένο, ότι δηλαδή η αλλαγή της σύνθεσης της Επιτροπής θα πρέπει να γίνεται με νομοθετική ρύθμιση. Για ποιον λόγο; Δεν πρέπει να ανήκει η αρμοδιότητα της αλλαγής της σύνθεσης της Επιτροπής στην εκτελεστική εξουσία, αλλά στη νομοθετική εξουσία. Ακριβώς αυτή η διαδικασία ακολουθήθηκε. Επομένως, πουθενά δεν υπάρχει παράκαμψη των αρχών των Παρισίων.

Σε ό,τι αφορά τώρα το ζήτημα της προηγούμενης διαβούλευσης, το οποίο θίγεται και στην επιστολή της ENNHRI, να πω το εξής: Η Επιτροπή είχε ενημερωθεί και είχε υπάρξει συζήτηση με εκπροσώπους της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου της, για τις προθέσεις της Κυβέρνησης για τη διεύρυνση της Επιτροπής.

Από εκεί και πέρα, η ίδια η Επιτροπή αποφάσισε διά του Προέδρου της τη μετωπική, αν θέλετε, αντιπαράθεση, αποφάσισε να αρνηθεί τον οποιονδήποτε διάλογο και θεώρησε, πράγμα το οποίο δεν προκύπτει από το ιδρυτικό κείμενό της -εννοώ το ιδρυτικό νομικό κείμενό της, τον ιδρυτικό της νόμο- ότι μόνο η ίδια έχει την αρμοδιότητα να διευρύνει τον εαυτό της.

Εδώ έχουμε μια εντελώς λανθασμένη αντίληψη για το πώς έχουν τα πράγματα και σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις των αρχών των Παρισίων, αλλά και σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις του ελληνικού νόμου.

Επομένως, ούτε το ζήτημα της διαβούλευσης δεν ευσταθεί και, όπως είπα και στην εισαγωγική μου τοποθέτηση, στην πρωτολογία μου, αυτό  θα το διευκρινίσουμε με τον πιο σαφή τρόπο και διεθνώς, αφού επιλέχθηκε η συζήτηση να διεθνοποιηθεί.

Βεβαίως, ακούστηκαν πάρα πολλές κριτικές. Εγώ σας επαναλαμβάνω ότι ο λόγος για τον οποίο διευρύνουμε την Εθνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με τις συγκεκριμένες οργανώσεις έχει να κάνει με το γεγονός ότι θέλουμε συμμετοχή στην Επιτροπή και εκείνων οι οποίοι υφίστανται τις διακρίσεις. 

Και εδώ θέλω να κάνω ένα σχόλιο. Βεβαίως, μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις, μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις, διαφορετικές σκοπιές. Όμως, αυτή η Κυβέρνηση δεν δέχεται κριτική για απαξίωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου από την πρώην Κυβέρνηση και από το πολιτικό προσωπικό εκείνο που διαπόμπευε οροθετικές γυναίκες στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Σε ό,τι αφορά το πόθεν έσχες για την επισήμανση που έγινε από τη μεριά του εκπροσώπου του Κινήματος Αλλαγής, θα ήθελα να πω ότι οι έλεγχοι δεν σταματάνε. Το θέμα είναι ότι δίνεται ένας εύλογος χρόνος στη Βουλή και στον Πρόεδρο της Βουλής, έτσι ώστε να τυποποιηθεί ο τρόπος του ελέγχου. Αυτό δεν σημαίνει ότι σταματάνε οι έλεγχοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι σταματάει η Επιτροπή πόθεν έσχες να διενεργεί τους ελέγχους και να ασκεί τις αρμοδιότητές της.

Κλείνω με την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης. Προσπάθησα να εξηγήσω -αλλά φαίνεται ότι υπάρχουν πολιτικές σκοπιμότητες, οι οποίες οδηγούν στην άρνηση στην πραγματικότητα να ακουστούν επιχειρήματα και να γίνει μια συζήτηση σε βάθος- ότι το νομοθέτημα αυτό ήρθε μετά από πρόταση της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης, η οποία αποτελείται από εξαίρετους νομικούς, δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου. Πρόεδρός της είναι ένας εξαιρετικός και δικαστής και καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου, ο κ. Συμεωνίδης, τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσουμε για την προσπάθεια που έκανε στην επεξεργασία αυτού του νομοσχεδίου.

Εδώ δεν πρόκειται απλώς και μόνο για μια πρωτοβουλία της Κυβέρνησης. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία της Κυβέρνησης η οποία έρχεται μετά από προτροπή της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης, έτσι ώστε να τη διευκολύνουμε στο έργο το οποίο αναλαμβάνει και το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό για την εύρυθμη λειτουργία της διοίκησης, για τη δυνατότητα πρόσβασης των πολιτών στα νομικά κείμενα, για τη δυνατότητα της αποτελεσματικότερης λειτουργίας της ίδιας της δημόσιας διοίκησης με την έννοια ότι η εύληπτη νομοθεσία δεν βοηθά μόνο τους πολίτες, αλλά βοηθάει και την κρατική λειτουργία, έτσι ώστε να επιταχύνει τις διαδικασίες της και λοιπά.

Μου κάνει πραγματικά πολύ κακή εντύπωση το γεγονός ότι επιχειρήθηκε να πολιτικοποιηθεί αυτού του τύπου η νομοθετική πρωτοβουλία με έναν τρόπο ο οποίος δεν αρμόζει και δεν σέβεται, αν θέλετε, και τον κόπο των εξαιρετικά σημαντικών και διακεκριμένων νομικών οι οποίοι συμμετείχαν στην επεξεργασία αυτής της πρότασης. 

Με αυτήν την έννοια, εγώ θεωρώ ότι είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο πάει ένα βήμα παραπέρα την προσπάθειά μας και τη στρατηγική μας για τον εκσυγχρονισμό και τον εξορθολογισμό της ελληνικής νομοθεσίας και, με αυτήν την έννοια, καλώ και το Σώμα να το υπερψηφίσει.

Κατάθεση σχεδίου νόμου «Σύσταση, συγκρότηση και αρμοδιότητες της Kεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης και άλλες διατάξεις»

Ο Υπουργός Επικρατείας, κ. Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατέθεσε σήμερα, 26/03/2019, προς ψήφιση σχέδιο νόμου για τη σύσταση και τις αρμοδιότητες της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης.

Στο σχέδιο νόμου συμπεριλαμβάνονται επίσης διατάξεις που διευρύνουν  τη σύνθεση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με  σκοπό να εξασφαλιστεί πλουραλιστικότερη αντιπροσώπευση της κοινωνίας των πολιτών με την συμμετοχή οργανώσεων και φορέων που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, της καταπολέμησης των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Στο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται επίσης διατάξεις που διασφαλίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής.

Ομιλία στη Βουλή κατά τη συζήτηση της πρότασης της ΝΔ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής

ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

Σήμερα ο ελληνικός λαός γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι η περίοδος της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν ταυτόχρονα και μια περίοδος θεσμικού και ηθικού εκφυλισμού.

Και στην κυριολεξία θέλει πάρα πολύ θράσσος, κάποιοι σε αυτήν εδώ την αίθουσα, να προσπαθούν να βάλουν την πραγματικότητα να περπατάει με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω. Για να αποδείξουν τι;

Για να αποδείξουν ότι δεν είναι θεσμικός εκφυλισμός το σκάνδαλο της Siemens. Το σκάνδαλο των ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Τα εξοπλιστικά. Οι μίζες στο Μετρό. Τα θαλασσοδάνεια 400 εκατομ ευρώ, τα οποία μάλλον θα καταλήξουν στα αζήτητα. Τα θαλασσοδάνεια των ΜΜΕ. Οι μίζες στα δημόσια έργα. Οι καταδικασμένοι και υπόδικοι Υπουργοί και πολιτικά στελέχη των κομμάτων του πάλαι ποτέ δικομματισμού.

Αλλά θεσμικός εκφυλισμός είναι η προσπάθεια των πολιτειακών οργάνων να βάλουν μια τάξη και να εφαρμόσουν το Νόμο. Δεν σας πιστεύει πλέον κανείς!

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

Νομίζω ότι από τη σημερινή συζήτηση προκύπτει αβίαστα το πολιτικό συμπέρασμα ότι η Αξιωματική Αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία, με την πρόταση την οποία κατέθεσε για τη συγκρότηση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης κατά του κ. Κουρουμπλή, του κ. Ξανθού και του κ. Πολάκη οδηγήθηκε σε ένα πραγματικό πολιτικό Βατερλό. Τούτο προκύπτει όχι μόνο από τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκαν και οι Εισηγητές της και ο Κοινοβουλευτικός της Εκπρόσωπος, αλλά κυρίως προκύπτει από το γεγονός ότι σχεδόν στα ¾ της ομιλίας του ο κ. Μητσοτάκης, ο Πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ασχολήθηκε με εντελώς διαφορετικά ζητήματα από τα ζητήματα που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να συζητηθούν σήμερα, δηλαδή με το να επιχειρηματολογήσει για τις υποτιθέμενες ενδείξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην απόδοση ποινικών ευθυνών στους τρεις Υπουργούς.

Τι ακούσαμε σήμερα; Ακούσαμε για τον κ. Βίζερ και τα 200 δισεκατομμύριά του, ακούσαμε για τα εθνικά ζητήματα, τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, τα οποία είναι εξαιρετικά σοβαρά. Ωστόσο, εκτιμώ ότι αν κάνουμε αυτήν την πολιτική εκτίμηση, μπορούμε να έρθουμε εδώ και να συζητήσουμε στο πλαίσιο μιας συζήτησης προ ημερησίας διατάξεως.

Εκτιμούσα και θεωρούσα -και νομίζω ότι όλοι το θεωρούσαν- ότι σήμερα η συζήτηση έγινε για να επιχειρηματολογήσουμε υπέρ ή κατά της πρότασης σύστασης εξεταστικής επιτροπής και επιχειρήματα δεν ακούστηκαν. Δεν ακούστηκαν.

Τι επιχειρήθηκε σήμερα στη Βουλή; Γιατί δεν ακούστηκαν επιχειρήματα, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν το αίτημα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης; Διότι αυτό το οποίο επιχειρήθηκε σήμερα στη Βουλή ήταν μια απρόσφορη απόπειρα συμψηφισμού. Τι σημαίνει «απρόσφορη απόπειρα», για τους μη νομικούς; Απρόσφορη απόπειρα ανθρωποκτονίας, για παράδειγμα, σημαίνει να επιχειρείς να σκοτώσεις κάποιον με ένα νεροπίστολο. Αυτό έκανε σήμερα η Νέα Δημοκρατία, διότι με νεροπίστολο μοιάζει η προσπάθειά της και η πρότασή της, η οποία έχει κατατεθεί ενώπιον του ελληνικού Κοινοβουλίου.

Τι προσπαθεί να συμψηφίσει η Νέα Δημοκρατία με την πρότασή της αυτή;

Το πανθομολογούμενο σκάνδαλο Novartis, το οποίο διερευνάται και από τη Βουλή, αλλά και από την τακτική δικαιοσύνη για το έγκλημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες, αλλά διερευνάται και για τα πρόσωπα τα οποία εμπλέκονται στη συγκεκριμένη υπόθεση και τα οποία δεν έχουν διατελέσει Υπουργοί, Υφυπουργοί ή Πρωθυπουργοί και να συμψηφίσει μια δικογραφία επτά χιλιάδων σελίδων με μια μήνυση την οποία κατέθεσαν τρία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, δύο εκ των οποίων, αν δεν κάνω λάθος, ήταν ο κ. Λοβέρδος και η κυρία Χριστοφιλοπούλου, εναντίον του κ. Κουρουμπλή και με μια ανώνυμη καταγγελία που συνίσταται στο ότι ο κ. Ξανθός εφάρμοσε τον νόμο που είχε ψηφίσει το ελληνικό Κοινοβούλιο. Και κερασάκι στην τούρτα έχουμε και τον κ. Πολάκη, ο οποίος κατηγορείται. Γιατί; Μάλλον επειδή έχει κρητικές πινακίδες. Δεν εξηγείται διαφορετικά.

Ας επαναλάβω όμως, πάρα πολύ σύντομα την επιχειρηματολογία την οποία κατέθεσαν εδώ οι τρεις κωμικά καταγγελλόμενοι, εγκαλούμενοι Υπουργοί. Ο κ. Κουρουμπλής εξήγησε με καθαρότητα, ότι πρώτον, η έκδοση δελτίου τιμών ήταν αδύνατη κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Εξήγησε και με πάρα πολύ μεγάλη σαφήνεια ότι δεν υπάρχει ζήτημα ζημίας του ελληνικού δημοσίου, καθώς, όπως γνωρίζετε, υπάρχει πλαφόν στη δαπάνη του ελληνικού Δημοσίου ως προς το φάρμακο, 1.945.000.000. Από εκεί και πέρα, οτιδήποτε άλλο γίνει εντάσσεται στη διαδικασία του clawback.

Επομένως, με δεδομένο ότι η συνολική δαπάνη ήταν περίπου 2,5 δισεκατομμύρια το 2015 και η μείωση που υποτίθεται αντιγεγονικά ότι θα είχε επιτευχθεί είναι μικρότερη των 565 εκατομμυρίων, προκύπτει ότι δεν υφίσταται ζημιά του ελληνικού Δημοσίου. Τελείωσε η ιστορία.

Ο κ. Ξανθός σάς εξήγησε αυτά που ήδη ξέρετε. Δηλαδή ότι ήταν αυτή η Κυβέρνηση που στο πλαίσιο της συμφωνίας -στην οποία κατέληξε με τους θεσμούς το καλοκαίρι του 2015 και με τους δανειστές-, αφαίρεσε τον ακρογωνιαίο λίθο των στρεβλώσεων στην αγορά του φαρμάκου. Το πλαίσιο δηλαδή, που επέτρεπε σε γενόσημα φάρμακα να έχουν τιμή υψηλότερη από τα off patent φάρμακα.

Στη συνέχεια, έρχεστε να κατηγορήσετε τον κ. Ξανθό ότι εφάρμοσε τον νόμο που ψήφισε το ελληνικό Κοινοβούλιο, όπως σας είπα προηγουμένως. Δεν προσδιορίζεται παράνομη πράξη, δεν αναδεικνύεται ότι ευνόησε μια συγκεκριμένη εταιρεία ή ένα συγκεκριμένο φάρμακο. Εκτός βέβαια από το διαβόητο elatofen, που αν δεν κάνω λάθος δεν κυκλοφόρησε ποτέ στην Ελλάδα. Αυτή είναι η κατηγορία την οποία καταφέρατε να δημιουργήσετε, να κατασκευάσετε και να φέρετε προς ψήφιση ενώπιον του ελληνικού Κοινοβουλίου. Αυτός ο κύριος ή η κυρία που γράφει τις συγκεκριμένες ανώνυμες καταγγελίες, καλό θα είναι να είναι περισσότερο προσεκτικός ή προσεκτική.

Ας πάμε όμως λίγο παρακάτω. Πού αλλού έχουμε επιχείρηση συμψηφισμού; Στην προσπάθεια ακριβώς ταύτισης αυτής της ανώνυμης καταγγελίας -γιατί άκουσα και κάποια σχόλια όταν αναφέρθηκα σε αυτήν την ανώνυμη καταγγελία- με τους προστατευόμενους μάρτυρες. Τι σχέση έχει αλήθεια, μια ανώνυμη καταγγελία με έναν ποινικό θεσμό, που εσείς δημιουργήσατε, εσείς ψηφίσατε και τώρα που είδατε ότι λειτουργεί εναντίον σας, τον λοιδορείτε, τον υπονομεύετε και τον απαξιώνετε;

Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Τι ακριβώς ζητάτε; Θα σας πω τι ζητάτε. Ζητάτε να αποκαλυφθούν τα ονόματα. Και αναρωτιέμαι: Σε ποιο πλαίσιο; Στο πλαίσιο της επιτροπής της προκαταρτικής εξέτασης; Για ποιο λόγο; Δεν έχετε εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη; Εσείς δεν είστε εκείνοι που υποτίθεται ότι υπερασπίζεστε την ελληνική δικαιοσύνη απέναντι στην αντιθεσμική και παραθεσμική λειτουργία της σημερινής Κυβέρνησης, η οποία παρεμβαίνει στην ελληνική δικαιοσύνη; Τώρα ξαφνικά, όταν η ελληνική δικαιοσύνη μπαίνει στη διαδικασία να ελέγξει εσάς, χάνετε απολύτως την εμπιστοσύνη σας;

Επίσης, δεν ξέρετε ότι η αποκάλυψη της ταυτότητας των προστατευόμενων μαρτύρων σύμφωνα με τον νόμο -που επαναλαμβάνω ότι  εσείς οι ίδιοι έχετε ψηφίσει- μπορεί να γίνει μόνο στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία; Εσείς το ψηφίσατε, δεν το ψηφίσαμε εμείς. Ούτε ο εισαγγελέας ούτε ο ανακριτής δικαιούται να αποκαλύψουν τα ονόματα των προστατευόμενων μαρτύρων. Δεν σας αρκούν, λοιπόν, οι δικονομικές ασφαλιστικές δικλείδες, που σας προσφέρει το ίδιο το ποινικό μας σύστημα, το οποίο εσείς διαμορφώσατε;

Δεν είναι, όμως, αυτό το ζήτημα το οποίο σας απασχολεί. Σκοπός σας δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας. Σκοπός σας δεν είναι να τηρηθεί μια θεσμική ή  δεοντολογική ή ποινική ευπρέπεια ή ορθότητα. Σκοπός σας είναι να δημιουργήσετε θόρυβο. Σκοπός σας είναι να δημιουργήσετε επιφυλάξεις για τη νομιμότητα της διαδικασίας. Σκοπός σας είναι να τρομοκρατήσετε τους μάρτυρες, να φοβίζετε τη δικαιοσύνη. Αυτή ακριβώς είναι η συμπεριφορά που συγκροτεί τον πυρήνα της λογικής της παρέμβασης στο έργο της δικαιοσύνης.

Όλο το τελευταίο διάστημα και παρά το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα έχει ομονοήσει στην ανάγκη για κατάργηση ή εν πάση περιπτώσει τροποποίηση του άρθρου 86 παράγραφος 3 του Συντάγματος, ακούω αρκετούς από τους φερόμενους ως εμπλεκόμενους να καταφεύγουν σε επιχειρήματα τα οποία συντείνουν στην ανάγκη μιας ευρείας ερμηνείας του άρθρου 86 παράγραφος 3, για να υπαχθούν σε αυτό και τις προστατευτικές και επιεικείς διατάξεις για τη μειωμένη αποσβεστική προθεσμία όσο το δυνατόν περισσότερα αδικήματα. Αυτό δεν έρχεται σε απευθείας αντίθεση με την πολιτική σας θέση, ότι το άρθρο 86 παράγραφος 3 οφείλει και πρέπει να καταργηθεί; Ή όταν έρχεται η ώρα να κάνουμε ποινική ερμηνεία, ξεχνάμε όλα όσα θα έπρεπε να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο αυτής ακριβώς της ποινικής ερμηνείας;

Πράγματι, στο πλαίσιο της νομικής ερμηνείας είναι πάρα πολλά τα οποία μπορούν να ακουστούν, να συζητηθούν, να φανούν εύλογα. Το θέμα, όμως, αφορά τη βούληση του πολιτικού συστήματος η οποία, όπως έλεγα προηγουμένως, πρέπει να αποτελεί και τον πυρήνα στη βάση του οποίου θα προχωρήσουμε στη νομική ερμηνεία για ένα τόσο ευαίσθητο πολιτικό ζήτημα.

Η γνώμη μου είναι ότι η ερμηνεία αυτή, ειδικά σε περιπτώσεις που εισάγουν εξαιρετική ποινική μεταχείριση, θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αυστηρή. Διότι δεν είναι στόχος των ποινικών διατάξεων, ούτε είναι στόχος της συγκεκριμένης συνταγματικής ειδικής ποινικής μεταχείρισης να συγκαλυφθούν εγκλήματα, να κουκουλωθούν εγκλήματα, ούτε στοχεύει το Σύνταγμα στην ατιμωρησία. Και αυτός δεν μπορεί παρά να είναι ο τρόπος με τον οποίο τουλάχιστον η Βουλή οφείλει να τοποθετηθεί σε σχέση με τα συγκεκριμένα ζητήματα.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίσατε την κατάσταση στην αρχή ήταν ότι δεν υπάρχει κανένα σκάνδαλο, ότι όλα αποτελούν μια σκευωρία την οποία οργάνωσε ο Πρωθυπουργός σε συνεργασία με τις δικαστικές αρχές. Και αυτό δεν θεωρείται αντιθεσμική παρέμβαση και προσβολή απέναντι στις πολιτειακές λειτουργίες.

Στη συνέχεια, η στάση σας άλλαξε και είπατε: «Βεβαίως υπάρχει σκάνδαλο, αλλά αυτό δεν αφορά πολιτικά πρόσωπα». Και ξαφνικά η πολιτική τοποθέτηση αλλάζει άρδην και γίνεται κάτι διαφορετικό. Καταφεύγετε πλέον ακριβώς στις ερμηνείες που θέλουν να πουν ότι ακόμα και αν υπήρχαν αδικήματα, αυτά θα ήταν αρμοδιότητα της Προκαταρκτικής Επιτροπής, επομένως έχουν παραγραφεί, επομένως δεν υπάρχει λόγος να τα συζητήσουμε.

Για ποιόν λόγο νιώθετε αυτήν την ανάγκη να επικαλεστείτε τις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις περί παραγραφής; Για ποιον λόγο νιώθετε αυτήν την ανάγκη; Δεν το καταλαβαίνω. Εδώ είμαστε να τα συζητήσουμε όλα, να φανούν όλα, είτε στο πλαίσιο της Προκαταρκτικής Επιτροπής, είτε στο πλαίσιο της τακτικής δικαιοσύνης. Για ποιόν λόγο φοβάστε; Τι έχετε να κρύψετε; Δεν το καταλαβαίνω.

Σήμερα, όμως, ο ελληνικός λαός γνωρίζει και γνωρίζει πάρα πολύ καλά. Οι πολίτες, αλλά και το πολιτικό σύστημα γνωρίζουν και ομολογούν ότι η περίοδος της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν ταυτόχρονα μια περίοδος θεσμικού και ηθικού εκφυλισμού. Στην κυριολεξία θέλει πάρα πολύ θράσος να προσπαθούν κάποιοι σε αυτήν εδώ την Αίθουσα να αντιστρέψουν την πραγματικότητα, να τη βάλουν να περπατάει με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω, για να αποδείξουν ότι δεν είναι θεσμικός εκφυλισμός το σκάνδαλο της «SIEMENS», το σκάνδαλο των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, τα εξοπλιστικά, οι μίζες στο μετρό, τα θαλασσοδάνεια των κομμάτων 400 εκατομμυρίων ευρώ τα οποία μάλλον θα καταλήξουν στα αζήτητα, τα θαλασσοδάνεια των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι μίζες στα δημόσια έργα, οι καταδικασμένοι και υπόδικοι Υπουργοί και τα πολιτικά στελέχη των κομμάτων του πάλαι ποτέ δικομματισμού.

Όλα αυτά δεν είναι θεσμικός εκφυλισμός. Θεσμικός εκφυλισμός είναι η προσπάθεια των πολιτειακών οργάνων να βάλουν τάξη και να εφαρμόσουν τον νόμο. Δεν σας πιστεύει πλέον κανείς.

Ένα ακόμη σχόλιο: Κατηγόρησαν κάποιοι την Κυβέρνηση ότι αναδεικνύοντας τα ζητήματα της διαφθοράς του πολιτικού συστήματος και των παλιών κομμάτων εξουσίας υπονομεύει, δήθεν, τις δυνατότητες συναίνεσης σε περίοδο γεωπολιτικής αστάθειας και εξωτερικών κρίσεων. Τι μας είπαν, δηλαδή; Προσέξτε, γιατί αυτό το επιχείρημα είναι εξόχως επικίνδυνο, επικινδυνότατο θα έλεγε κανείς. Επικαλούνται τον εξωτερικό κίνδυνο για να απαιτήσουν από την Κυβέρνηση να συγκαλύψει παράνομες πράξεις και να μην αναδεικνύει ζητήματα διαφθοράς. Εάν αυτό δεν είναι προσβολή στη νοημοσύνη του ελληνικού λαού, είναι στην κυριολεξία μια ακραία πολιτική τοποθέτηση, ένα ακραίο πολιτικό ατόπημα.

Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή η προσέγγιση που έχετε για το εθνικό συμφέρον. Το να επικαλείσαι υπαρκτούς ή ανύπαρκτους εξωτερικούς κινδύνους για να περισώσεις τον εαυτό σου, είναι στην κυριολεξία η πιο άγονη και ανήθικη στάση την οποία μπορεί κανείς να υιοθετήσει. Μόνο και μόνο από την εκβιαστική αυτή επιχειρηματολογία μπορεί να βγάλει κανείς πάρα πολύ σαφή συμπεράσματα για την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού που κυβέρνησε αυτήν τη χώρα επί σαράντα χρόνια.

Τελευταίο σχόλιο: Γιατί όμως, κυρίες και κύριοι, επιχειρείτε αυτόν ακριβώς τον πολιτικό αντιπερισπασμό; Διότι βρίσκεστε σε απολύτως δεινή θέση. Βρίσκεστε σε δεινή θέση λόγω της «NOVARTIS», σε δεινή θέση κυρίως επειδή έχει καταρρεύσει πλήρως το πολιτικό και οικονομικό σας αφήγημα, το οποίο προσπαθήσατε να στηρίξετε στην αρχή στην αναμονή για πτώση της Κυβέρνησης κατά την πρώτη αξιολόγηση. Λέγατε «Δεν θα κλείσει η πρώτη αξιολόγηση». Έκλεισε η πρώτη αξιολόγηση. Στη συνέχεια τι μας είπατε; «Δεν θα κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Θα πέσετε, θα πάμε σε εκλογές». Έκλεισε και η δεύτερη αξιολόγηση. Στη συνέχεια, πρέπει να ανακαλύψετε κι εσείς κάτι για να μπορέσετε να πορευτείτε.

Είναι προφανές ότι βλέποντας πως αυτή εδώ η Κυβέρνηση θα καταφέρει να οδηγήσει τη χώρα εκτός μνημονιακής επιτροπείας, θα καταφέρει να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από το πλαίσιο των μνημονίων στο οποίο εσείς την οδηγήσατε, θα πρέπει κι εσείς να σκεφτείτε κάτι, έτσι ώστε να δημιουργήσετε πολιτικούς αντιπερισπασμούς και να περισώσετε, εν πάση περιπτώσει, ό,τι περισώζεται.

Ποιο είναι το τελευταίο σας επιχείρημα; Ότι υποτίθεται πως τέταρτο μνημόνιο έχει ψηφιστεί. Γιατί έχει ψηφιστεί τέταρτο μνημόνιο; Δεν ξέρετε κιόλας, μάλλον, τι ήταν αυτό το οποίο ψηφίζατε επί πέντε χρόνια.

Ξέρετε τι είναι το μνημόνιο;

Το μνημόνιο είναι μια σειρά μεταρρυθμίσεων την οποία κανείς συμφωνεί με αντάλλαγμα εκταμιεύσεις από δανειακές συμβάσεις. Εσείς που ειρωνεύεστε, κιόλας. Με αντάλλαγμα εκταμιεύσεις από δανειακές συμβάσεις.

Με τη λήξη του τρίτου προγράμματος, όλος αυτός ο μηχανισμός έρχεται και μπαίνει σε ένα τέλος. Δεν υπάρχει, δηλαδή, πλέον ένας μοχλός πολιτικού εξαναγκασμού ο οποίος είναι χρήματα για μεταρρυθμίσεις. Κι επειδή το βλέπετε αυτό, έχετε αρχίσει να μιλάτε τώρα για προληπτική γραμμή στήριξης. Διότι ποιος είναι ο πολιτικός σας στόχος; Να υπονομεύσετε τη διαδικασία εξόδου και να δημιουργήσετε την ανάγκη για μια προληπτική γραμμή στήριξης, έτσι ώστε να εξαναγκάσετε την κατάσταση να συρθεί σε τέταρτο μνημόνιο.

Λυπάμαι πάρα πολύ, αλλά δεν δουλεύει. Δεν δουλεύει καθόλου. Και ξέρετε τι αποδεικνύει το γεγονός ότι δεν δουλεύει και ότι δεν μπορείτε να υπονομεύσετε αυτήν την πορεία; Δείτε σήμερα τις τιμές των ελληνικών ομολόγων. Σχεδόν πανηγυρίζατε την προηγούμενη εβδομάδα ότι τα ελληνικά ομόλογα και η καμπύλη τους έχει αρχίσει να παίρνει την ανιούσα. Αυτήν τη στιγμή το επταετές βρίσκεται πάλι κάτω από το 4%, το δεκαετές ομόλογο τείνει και αυτό να ξαναβρεθεί κάτω από το 4%, το πενταετές ομόλογο είναι απολύτως συμφέρον να συνεχίσει σε αυτήν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

Εν πάση περιπτώσει, εγώ νομίζω ότι αν θέλετε να επιτύχετε ένα οποιοδήποτε πολιτικό αποτέλεσμα σχετικά αξιοπρεπές, θα πρέπει να προσπαθήσετε λίγο περισσότερο και νομίζω ότι μπορείτε να τα καταφέρετε και λίγο καλύτερα.

Παρέμβαση στην Ελληνική Βουλή

ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

Η διαφορά μεταξύ της Κυβέρνησης και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης αποτυπώνεται σήμερα ανάγλυφα: Ο Πρωθυπουργός έκανε δεκτή την παραίτηση της κ. Αντωνοπούλου για λόγους ευθιξίας ύστερα από μια ομολογημένα λανθασμένη χρήση μιας διάταξης νόμου. Και ρωτώ.

Πόσες μέρες αλήθεια θα περάσουν μέχρι οι φερόμενοι ως εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο Novartis να παραιτηθούν για τους ίδιους ακριβώς λόγους ευθιξίας; Πόσες μέρες θα περάσουν άραγε μέχρι ο κ. Μητσοτάκης να αποπέμψει τον Αντιπρόεδρο του κόμματός του, κ. Γεωργιάδη, τόσο για την υπόθεση Novartis όσο και για την άθλια και απαράδεκτη συμπεριφορά του απέναντι στον Πρωθυπουργό της χώρας;

Και πόσες μέρες θα περάσουν μέχρι να αναγνωριστεί η πολιτική ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας για όσα συνέβησαν στο χώρο του φαρμάκου από το 2000 έως το 2015; Αν θυμάμαι, καλά η ΝΔ ήταν στην κυβέρνηση από το 2004 έως το 2009 και από το 2011 έως το 2015. Έχει λοιπόν ευθύνη η ΝΔ για τον τρόπο με τον οποίον έγινε η διαχείριση των τιμών του φαρμάκου όλα αυτά τα 10 χρόνια που βρισκόταν στην κυβέρνηση; Ναι ή όχι;

Ναι ή όχι;

 

ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

Σε σχέση με την τοποθέτηση του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, μου πέρασε κάτι από το μυαλό, όταν ενημερώθηκα ότι θα προσέλθει στο Βήμα ο κ. Μητσοτάκης. Σκέφτηκα να μην το πω. Ωστόσο το γεγονός ότι έδωσε έναν προσωπικό τόνο στην ομιλία του και εξέφρασε τη βούλησή του να εγγυηθεί προσωπικά για το μέλλον και την πορεία του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, νομίζω ότι μου επιτρέπει να κάνω ένα σχόλιο. Ότι μάλλον η συγκεκριμένη ομιλία ήταν περισσότερο μία υπενθύμιση του ποιος είναι Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και λιγότερο μια τοποθέτηση επί της ουσίας για τα ζητήματα της εκπαίδευσης. Ναι, αυτά. Δεν σας αρέσουν; Χαίρομαι που αντιδράτε γιατί αυτό σημαίνει ότι χτυπήσαμε κάποια φλέβα εδώ.

Νομίζω ότι η διαφορά μεταξύ της Κυβέρνησης και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης αποτυπώνεται σήμερα πλήρως, ανάγλυφα. Ποια είναι αυτή η διαφορά και σε τι συνίσταται; Στην περίπτωση της κ. Αντωνοπούλου, με την οποία άνοιξε την τοποθέτησή του ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τι έχουμε; Έχουμε μία ομολογημένα λανθασμένη χρήση μίας διάταξης νόμου, την οποία να υπενθυμίσω ότι δεν ψήφισε μόνο η Συμπολίτευση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Ψηφίστηκε στις 14 Αυγούστου του 2015 από το σύνολο του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Κακώς. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο υπάρχει δεδηλωμένη ήδη η βούληση της Κυβέρνησης να καταργηθεί η συγκεκριμένη διάταξη. Κανένας εξωκοινοβουλευτικός Υπουργός δεν έκανε χρήση της, πέραν -ξαναλέω- της λανθασμένης, ομολογημένα λανθασμένης επιλογής της κ. Αντωνοπούλου. Και τι έχουμε; Έχουμε παραίτηση λόγω ευθιξίας και αποδοχή εκ μέρους του Έλληνα Πρωθυπουργού.

Ποιο είναι το θέμα τώρα;

Αναρωτιέμαι πόσες μέρες θα περάσουν μέχρι οι φερόμενοι ως εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο «Novartis» να παραιτηθούν για τους ίδιους λόγους ευθιξίας από τα αξιώματα τα οποία φέρουν. Για ποιον λόγο, λοιπόν, δεν παραιτείστε κι εσείς, μέχρι να καθαρίσει το όνομά σας, κύριε Γεωργιάδη; Μπορείτε να απαντήσετε.

Αναρωτιέμαι λοιπόν πόσες μέρες θα περάσουν μέχρι ο κ. Μητσοτάκης να αποπέμψει από Αντιπρόεδρο του Κόμματός του τον κ. Γεωργιάδη, όχι μόνο για τους λόγους που έχουν να κάνουν με όσα σχετίζονται με το σκάνδαλο Novartis, αλλά και με κάτι παραπάνω. Για λόγους που σχετίζονται με την άθλια και απαράδεκτη συμπεριφορά του απέναντι στον Πρωθυπουργό της χώρας και για το γεγονός ότι χρησιμοποιεί μια γλώσσα την οποία προφανώς εκείνος θεωρεί απολύτως δόκιμη. Με την οποία όμως προσβάλει όχι μόνο την ελληνική Κυβέρνηση, θα έλεγα πολύ λιγότερο την ελληνική Κυβέρνηση και πολύ περισσότερο την ίδια την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας.

Δεν ξέρω αν είναι πολλοί εκείνοι οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως φιλελεύθεροι από την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι να αισθάνονται χαρούμενοι, ικανοποιημένοι, όταν ακούν τέτοιου τύπου τοποθετήσεις να γίνονται είτε από το Βήμα της Βουλής είτε στο επίπεδο των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Πόσες μέρες, λοιπόν, θα περάσουν μέχρι την αποπομπή; Πόσες μέρες θα περάσουν, αναρωτιέμαι, μέχρι να αναγνωριστεί η πολιτική ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας για όσα συνέβησαν στο χώρο του φαρμάκου από το 2000 μέχρι το 2010 και από το 2010 ως το 2015;

Αν θυμάμαι καλά, στην Κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία ήταν από το 2004 μέχρι το 2009 και από το 2011 μέχρι το 2015. Έχει λοιπόν ευθύνη η Νέα Δημοκρατία για τον τρόπο με τον οποίο έγινε η διαχείριση των τιμών του φαρμάκου αυτά τα δέκα χρόνια που βρισκόταν στην Κυβέρνηση, ναι ή όχι; Αυτά είναι τα μεγάλα πολιτικά ερωτήματα!

Μου κάνει πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης βρήκε το σθένος να έρθει εδώ να καταγγείλει τη σημερινή Κυβέρνηση για ηθικό έλλειμμα, όταν κρύβατε λίστες και στικάκια στα συρτάρια των Υπουργείων σας. Έχετε δάνεια 200 εκατομμυρίων ευρώ. Η κ. Αντωνοπούλου τις 12.000 ευρώ θα τις επιστρέψει, εσείς θα επιστρέψετε τα 200 εκατομμύρια που πήρατε από τις τράπεζες; Αυτά είναι τα μεγάλα ερωτήματα!

Πρωταγωνιστήσατε σε κάθε μικρό και μεγάλο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης, αλλά όταν έρχεται η ώρα να δώσετε λογαριασμό μιλάτε για σκευωρία, κουκουλοφόρους και πολιτικές διώξεις, απόπειρα εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων. Από ποιον; Από την ελληνική δικαιοσύνη; Από Έλληνες δικαστές; Να το πείτε.

Να έχετε το σθένος, όπως ο κ. Σαμαράς κατέθεσε μήνυση εναντίον εισαγγελικών λειτουργών, να βγείτε και να καταγγείλετε επί προσωπικού, λέγοντας συγκεκριμένα ονόματα, ποιοι είναι οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τελούν εν συμπαιγνία με την ελληνική Κυβέρνηση. Έχετε το σθένος; Βγείτε και ξαναπείτε τα, κύριε Βορίδη, σας προκαλώ ευθέως. Βγείτε και πείτε τα αλλά με ονόματα. Να το πείτε με ονόματα. Πείτε τα ονόματα των Αντιεισαγγελέων του Αρείου Πάγου, της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, των Αντιεισαγγελέων Εφετών. Σας προκαλώ ευθέως, κύριε Βορίδη, να πείτε τα ονόματα. Ο κ. Σαμαράς έχει κάνει μηνύσεις. Κι αυτά για να τελειώνουμε με το αστείο.

Σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, επειδή μου τέθηκε συγκεκριμένο ερώτημα –τα υπόλοιπα για την Παιδεία θα τα πει ο κ. Γαβρόγλου- η ευαισθησία για την ασφάλεια της Νέας Δημοκρατίας και του Προέδρου της, του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι αλά καρτ. Ξέρετε πόσες επιθέσεις έχει δεχθεί η οικία του κ. Φλαμπουράρη τα τελευταία δυο χρόνια;

Ξέρετε πόσες φορές στελέχη ή μέλη της ελληνικής Κυβέρνησης έχουν γίνει στόχος; Το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα δεν είναι να συμψηφίζουμε τις επιθέσεις και αν αυτός ο οποίος δέχεται την επίθεση είναι από την τάδε ή τη δείνα παράταξη, τη δική μας ή τη δική σας.

Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίζεται το πρόβλημα. Και το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με τη λογική, την οποία έχει επιλέξει να το αντιμετωπίσει η Νέα Δημοκρατία την περίοδο 2012-2015 με τη γενικευμένη καταστολή, με τις συλλήψεις στο σωρό. Αντιθέτως με τον τρόπο αυτό το μόνο το οποίο κάνατε είναι να εντείνετε το πρόβλημα στην ελληνική κοινωνία και ειδικά στην Αθήνα.

Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται το πρόβλημα είναι με επαγγελματισμό, είναι με σοβαρότητα, είναι με υπευθυνότητα και αυτό ακριβώς κάνει σήμερα η Ελληνική Αστυνομία και είναι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο που έχουμε και συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα στη βελτίωση των όρων και των συνθηκών ασφάλειας τόσο στην Αθήνα όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Ευχαριστώ.

 

Δευτερολογία 

Ευχαριστώ, κύριε Τζαβάρα, που μου κάνετε την τιμή. Σας ευχαριστώ. Λοιπόν, σε ό,τι αφορά την προηγούμενη τοποθέτηση του Αντιπροέδρου-εάν μιλάω στο τρίτο ενικό, φαντάζομαι δεν υπάρχει προσωπικό, έτσι δεν είναι, αυτός δεν είναι ο κανόνας; Μάλιστα- του Αντιπροέδρου Α΄, του Αντιπροέδρου Β΄, δεν ξέρω ποια ακριβώς είναι η τοποθέτησή του. Εν πάση περιπτώσει, λοιπόν, θέλω να πω το εξής: Εάν οι καταγγελίες, τις οποίες σκοπεύει να κάνει εναντίον του Πρωθυπουργού, έχουν τόσο σχέση με την πραγματικότητα, όσο έχει σχέση με την πραγματικότητα, αυτό το οποίο περιφέρει στα κανάλια και λέει ότι δείχνει ότι δήθεν  η κ. Παπασπύρου είναι η δεύτερη μητέρα μου, τότε πραγματικά ο κύριος Πρωθυπουργός δεν έχει τίποτα να φοβάται.

Τώρα, σε ό,τι αφορά το FBI και τις δηλώσεις του Αμερικανού Πρέσβη, καλό είναι να περιμένουμε και να δούμε ακριβώς, ποιες ήταν οι δηλώσεις του Αμερικανού Πρέσβη.

Αν δεν κάνω λάθος, αυτά τα οποία φέρεται να είπε, προέκυψαν μετά από διαρροές της Νέας Δημοκρατίας. Επομένως, αφήστε, κρατήστε μικρό καλάθι, κύριε Γεωργιάδη. Ελπίζω να μην πάρετε τον λόγο επί προσωπικού και για αυτό.

Πάμε τώρα στο ζήτημα του κ. Κουρουμπλή, γιατί βάζετε ένα θέμα το οποίο προκύπτει από ένα δημοσίευμα. Εσείς ξέρετε ότι υπάρχει αυτό το έγγραφο; Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα είναι το εξής. Στο διαβιβαστικό που ήρθε στο Ελληνικό Κοινοβούλιο υπήρχαν τα δέκα γνωστά ονόματα. Από εκεί και πέρα, γινόταν και αναφορά σε μια μήνυση, την οποία είχαν κάνει -αν δεν κάνω λάθος- ο κύριος Λοβέρδος και η κυρία Χριστοφιλοπούλου, η οποία σε τίποτα δεν σχετιζόταν με την υπόθεση NOVARTIS.

Επομένως, αν θέλετε εσείς να προχωρήσετε μετά από νέο διαβιβαστικό, το οποίο θα γίνει, εφόσον υπάρχουν αυτά τα οποία εσείς θεωρείτε ότι υπάρχουν, σε πρόταση στην Ολομέλεια για την άσκηση δίωξης, εδώ είμαστε να το συζητήσουμε, για να δούμε ποιες θα είναι οι επιχειρηματολογικές σας γραμμές, εν πάση περιπτώσει, και να δούμε πού θα καταλήξει όλη η συζήτηση. Εδώ είμαστε. Για ποιον λόγο αγχώνεστε;

Τώρα, σε ό,τι αφορά τα ερωτήματα, τα οποία μου έθεσε ο κ. Τζαβάρας, θα πω πάρα πολύ σύντομα, ότι είμαι απολύτως ικανοποιημένος. Τίποτα μη θεσμικό δεν έχει γίνει –τίποτα απολύτως. Όλη αυτή την παραφιλολογία συνεχίζετε να επαναλαμβάνεται, για ποιον λόγο; Διότι δεν θέλετε να πάμε στην ουσία της συζήτησης. Δεν θέλετε να μιλήσουμε για το πραγματικό σκάνδαλο. Θέλετε να διαδικασιολογήσετε.

Στην διαδικασιολογία, μάλιστα, έχετε και νομικό άδικο, διότι τίποτα το μη θεσμικό έγινε. Τι έχουμε; Έχουμε τη διαβίβαση μιας δικογραφίας από την Εισαγγελία Διαφθοράς στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου διαβιβάζει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Υπουργείο Δικαιοσύνης διαβιβάζει στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Και ποια είναι η μοναδική επιλογή την οποία έχει το Ελληνικό Κοινοβούλιο; Είτε να θάψει την υπόθεση, μη κάνοντας τίποτα, είτε να προχωρήσει στη συγκρότηση Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης. Για ποιον λόγο; Για να διερευνήσει εάν έχει αρμοδιότητα. Είναι η μοναδική, η οποία μπορεί να το πει αυτό. Η ίδια η Επιτροπή θα αποφασίσει εάν έχει αρμοδιότητα. Και εάν δεν έχει αρμοδιότητα, θα πράξει τα δέοντα. Επομένως, μην διαδικασιολογείτε διαρκώς, διότι έχετε και νομικό άδικο, πέρα από το πολιτικό άδικο, που σας ακολουθεί.

Τώρα, σε ό,τι αφορά τον επηρεασμό της Δικαιοσύνης δια των πολιτικών δηλώσεων. Το να κάνει κανείς πολιτική κριτική, το να βγάζει κανείς πολιτικά συμπεράσματα ή να κάνει πολιτικές εγκλίσεις δεν συνιστά σε καμία περίπτωση ούτε επηρεασμό ούτε παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης, είτε αυτή ασκείται, εν πάση περιπτώσει, από την Προκαταρκτική Επιτροπή είτε ασκείται από την τακτική Δικαιοσύνη. Το γνωρίζετε πολύ καλύτερα από εμένα. Η παρέμβαση στη Δικαιοσύνη με εντελώς διαφορετικό τρόπο νοείται, εάν θέλετε να μιλήσουμε στενά νομικά -και καλό θα είναι να το θυμάστε αυτό.

Ευχαριστώ.

 

 

Ομιλία στη Βουλή των Ελλήνων

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, είναι προφανές ότι παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις της Αντιπολίτευσης, διαφόρων εκπροσώπων της πολιτικής ελίτ που έχουν αποσυρθεί και πλέον παρεμβαίνουν δια τηλεοράσεως, της παλιάς κρατικοδίαιτης επιχειρηματικής ελίτ, διαφόρων δημοσιογράφων, γραφιάδων, εκδοτών, διανοούμενων και φιλοσόφων της εξουσίας και κάθε λογής άλλων εκπροσώπων του παλιού πολιτικού συστήματος, που έφερε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, είμαστε ακόμα εδώ. Κάθε σχέδιο υπονόμευσης, παρένθεσης, κατάρρευσης έχει πέσει στο κενό.

Κάθε επιθυμία παλινόρθωσης και εκδικητικής επιστροφής, που θα ισοδυναμούσε με δικαίωση των επιλογών που μας οδήγησαν στην τραγωδία της χρεοκοπίας το 2010, αποδείχθηκε φρούδα.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το σχέδιο της «αριστερής παρένθεσης» που βασίστηκε στην τακτική της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας το πρώτο εξάμηνο του 2015; Τα λογής παραπολιτικά σενάρια πριν τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015; Τις προβλέψεις για πρόωρες εκλογές πριν κλείσει καν η πρώτη αξιολόγηση; Τις άλλες προβλέψεις και την επιχείρηση υπονόμευσης κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης που στήθηκε πάνω στις παράλογες απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Το «Τόσα και άλλα τόσα μέτρα»; Τα παρακάλια στη γερμανική Κυβέρνηση να στυλώσει τα πόδια και να μην ολοκληρώσει τη συμφωνία το καλοκαίρι του 2017; Και παρόλα αυτά, σήμερα είμαστε ακόμα εδώ για να προτείνουμε και να ψηφίσουμε άλλον έναν προϋπολογισμό, τον τελευταίο μνημονιακό προϋπολογισμό και να βαδίσουμε με σταθερότητα στην έξοδο από την κρίση και την επιτροπεία.

Τον Αύγουστο του 2018, όσο κι αν κάποιοι δεν το θέλουν, ολοκληρώνεται το τρίτο πρόγραμμα και, μάλιστα, με επιτυχία. Και η αντιπολιτευτική ρητορική σήμερα απέναντι στην Κυβέρνηση και απέναντι σε αυτήν την προφανή πολιτική της επιτυχία, συμπυκνώνεται πια σε δύο, μάλλον εντελώς αντιφατικά μεταξύ τους, επιχειρήματα.

Το πρώτο επιχείρημα που είχε ακουστεί κατά κόρον και στην περσινή συζήτηση, αλλά και σήμερα ακόμα το ψελλίζουν -με ελάχιστη, βεβαίως, πειστικότητα πια- διάφοροι συμμετέχοντες στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου του 2012 – 2015, είναι ότι δήθεν η χώρα ήταν έτοιμη να βγει εκτός μνημονίων με τη λήξη του 2014 και ότι ήταν η επιλογή της μετωπικής αντιπαράθεσης με τους δανειστές που οδήγησε στο τρίτο πρόγραμμα. Αναρωτιέμαι ειλικρινά αν όντως όσοι το επαναλαμβάνουν, το πιστεύουν. Αν συμβαίνει αυτό, τότε είναι αφελείς. Αν απλώς το θεωρούν βολικό, είναι απλώς κυνικοί.

Για να δούμε αν αντέχει αυτό το πολιτικό επιχείρημα και αυτό το πολιτικό αφήγημα στη βάσανο της κριτικής.

Ποιοι ήταν οι στόχοι του δεύτερου προγράμματος σε γενικές γραμμές; Επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2014 ύψους 1,5%, που θα έπρεπε να εκτιναχθεί το 2015 στο 3% και το 2016 στο 4,5%, για να παραμείνει εκεί περίπου μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίες, δηλαδή περίπου μέχρι το 2025, για να φτάσουμε σε ένα μέσο όρο 4% πρωτογενούς πλεονάσματος μέχρι το 2031.

Και τι έδειξε το αποτέλεσμα του 2014, κυρίες και κύριοι Βουλευτές;

Πρώτον, πρωτογενές πλεόνασμα 0,2%. Δημοσιονομικό κενό, δηλαδή, περίπου για το 2015, 2,8% -αυτό σημαίνει μέτρα ύψους 6 δισεκατομμυρίων μόνο για το 2015- και αναιμική ανάπτυξη στο 0,8%, που βασίστηκε στη δημοσιονομική αποτυχία, διότι πάντα με βάση το πρόγραμμα στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στην τόνωση της κατανάλωσης.

Δεύτερον, ανεργία στο 27%, καμία βελτίωση στα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, όπως ο δείκτης της οικονομικής εμπιστοσύνης, η βιομηχανική παραγωγή, οι άμεσες ξένες επενδύσεις, οι εξαγωγές κοκ.

Και τρίτον, μία πέμπτη αξιολόγηση ανοιχτή, ορθάνοιχτη, η οποία προέβλεπε σειρά μέτρων, που αρκετά από αυτά ανασχέθηκαν στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, του εξαμήνου που εσείς επιμένετε να ονομάζετε «καταστροφικό». Για παράδειγμα, θυμίζω τα εξής: Ρήτρα μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές συντάξεις. Υλοποίηση του σχεδίου για τη μικρή ΔΕΗ. Πλήρης κατάργηση της προστασίας για την πρώτη κατοικία. Απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, μαζικές απολύσεις, lock out και άλλα πολλά, ων ουκ έστιν αριθμός. Επίσης, κανένα σαφές σχέδιο και καμία απολύτως δέσμευση για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους πέρα από τη γενικόλογη υπόσχεση του Νοεμβρίου του 2012. Μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα, κανένα μαξιλάρι ρευστότητας για την υποστήριξη πιθανής εξόδου στις αγορές και φυσικά αποτυχημένη έξοδος στις αγορές το καλοκαίρι του 2014.

Πού στηριζόταν, λοιπόν, η ρητορική περί «success story» και η πρόβλεψη ότι το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με επιτυχία; Στην επιθυμία της τότε πολιτικής ηγεσίας, ώστε η τρόικα να κάνει τα στραβά μάτια και να χαρίσει την ολοκλήρωση του δεύτερου προγράμματος στον κ. Σαμαρά και στον κ. Βενιζέλο, για να αποφύγουν, υποτίθεται, τον κίνδυνο του ΣΥΡΙΖΑ. Να κλείσουν, δηλαδή, άρον  – άρον την πέμπτη αξιολόγηση, χωρίς να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό και να τους χαρίσουν και μια πιστοληπτική γραμμή που υπήρχε μόνο στη φαντασία τους και πουθενά αλλού, καθώς κανένας από τους θεσμούς, κανένας στο διεθνές στερέωμα δεν συζητούσε για μια τέτοια πιθανότητα.

Και είναι ακριβώς αυτή η ανεκπλήρωτη φαντασίωση που επιτρέπει σήμερα στον κ. Σαμαρά να ισχυρίζεται ότι τον έριξαν οι σύμμαχοί του. Λοιπόν, όχι, δεν τον έριξαν οι σύμμαχοί του.

Τον έριξε η καταστροφική συμφωνία την οποία είχε υπογράψει και με σθένος και με φανατισμό την υλοποιούσε. Και σήμερα η Νέα Δημοκρατία θέλει να μας επιστρέψει σε αυτές τις λογικές του δεύτερου προγράμματος. Και τον έριξε, επίσης -ευτυχώς- ο ελληνικός λαός.

Σήμερα πού βρισκόμαστε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές; Σε μία εντελώς διαφορετική κατάσταση. Ολοκληρώνουμε με επιτυχία ένα δύσκολο, βεβαίως, πρόγραμμα προσαρμογής, ένα πρόγραμμα που εμπεριέχει πολλά στοιχεία πολιτικής, με τα οποία δεν θα συμφωνούσαμε ποτέ, αλλά επιβλήθηκαν υπό γνωστούς όρους και συνθήκες το καλοκαίρι του 2015. Ωστόσο, το πρόγραμμα αυτό σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με το δεύτερο πρόγραμμα, αλλά και όσα μας περίμεναν με βάση το δεύτερο πρόγραμμα.

Η δημοσιονομική προσαρμογή, που σήμερα έχει επιτευχθεί και ολοκληρωθεί, είναι σαφώς ηπιότερη της προηγούμενης. Στην πραγματικότητα, είναι «η μέρα με τη νύχτα». Τι σχέση έχουν οι στόχοι του 0,5% πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2016, του 1,75% για το 2017 και του 3,5% για το 2018, με προοπτική να επιμείνουν μέχρι το 2022, σε σχέση με τα θεόρατα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία προέβλεπε η προηγούμενη συμφωνία και, όπως σας έλεγα προηγουμένως, ήταν κατά μέσο όρο 4% μέχρι το 2031; Αυτά είχαν συμφωνήσει όσοι σήμερα «κουνούν το δάχτυλο» για το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5%.

Επίσης, σε μία σειρά τομέων πολιτικής, οι ακραίες δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης έχουν ανασχεθεί, όπως σας είπα προηγουμένως, για το lock out, για τις μαζικές απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα, για το ασφαλιστικό με την κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές -σημειωτέον, ο κ. Μητσοτάκης σε ανύποπτο χρόνο σε αυτήν εδώ την Αίθουσα την έχει υπερασπιστεί, να το θυμίσουμε και αυτό- με τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα, τις οποίες ο κ. Μητσοτάκης προφανώς έχει υπηρετήσει στο παρελθόν με πάρα πολύ μεγάλο φανατισμό -σας θυμίζω ότι προβλέπονταν ακόμα δεκαπέντε χιλιάδες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων με βάση το δεύτερο πρόγραμμα- και την πλήρη κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.

Την ίδια στιγμή που όλες αυτές οι δεσμεύσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων έχουν ανασχεθεί και πολλές άλλες, έχουν κερδηθεί και μία σειρά από θετικά μέτρα μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση.

Επί τροχάδην αναφέρω τα εξής: Την υγειονομική κάλυψη δυόμιση εκατομμυρίων ανασφάλιστων ανθρώπων. Το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, που καλύπτει πλέον εξακόσιους χιλιάδες συμπολίτες μας και στον φετινό προϋπολογισμό θα χρηματοδοτηθεί με παραπάνω από 700 εκατομμύρια ευρώ. Την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων τον Σεπτέμβριο του 2018. Τις εξαιρέσεις από τον κανόνα 1:4 για συμβασιούχους στην καθαριότητα, αλλά και για τους πυροσβέστες πενταετούς θητείας. Την αύξηση του προϋπολογισμού κατά 260 εκατομμύρια ευρώ για τα οικογενειακά επιδόματα, όπου ο συνολικός προϋπολογισμός θα αγγίξει πλέον τα 910 εκατομμύρια.

Και δεν ξεχνάμε καθόλου ότι διάφορα «παπαγαλάκια» της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης μιλούσαν για μείωση, υποτίθεται, του κοινωνικού προϋπολογισμού, ακόμα και πριν από λίγες ημέρες.

Επίσης, θα ήθελα να αναφέρω και πρωτοβουλίες οι οποίες δεν έχουν να κάνουν ευθέως με τη συμφωνία, αλλά αφορούν τις προτεραιότητες της πολιτικής και τον προσανατολισμό της κρατικής χρηματοδότησης. Δεν θέλω να σταθώ αναλυτικά. Τα είπαν με αρκετή σαφήνεια οι προηγούμενοι ομιλητές. Θα αναφέρω μόνο κάποιες από αυτές:

Στον τομέα της Υγείας έχουμε ενισχύσει τα νοσοκομεία της χώρας με χιλιάδες γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό. Υπάρχουν πολιτικές στο πεδίο της διεύρυνσης δικαιωμάτων και ελευθεριών με το Σύμφωνο Συμβίωσης και την ταυτότητα φύλου. Δίνεται το κοινωνικό μέρισμα του 2016 και 2017, υπάρχει ενεργητική πολιτική και χρηματοδοτική στήριξη της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, ώστε να παραμείνει ο βασικός πυλώνας παραγωγής ενέργειας στη χώρα, αναπροσανατολισμός του προηγούμενου, αλλά και σχεδιασμός του σημερινού ΕΣΠΑ σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, όπου, σημειωτέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χθες ανέφερε ότι για άλλη μία φορά είμαστε πρωταθλητές στην απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ, πράγμα το οποίο φαίνεται να μην αναγνωρίζεται καν από διάφορους οι οποίοι κάνουν κριτική στον κ. Χαρίτση για δήθεν υπο-απορρόφηση στο ζήτημα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Επίσης, υπάρχει αύξηση των κονδυλίων για την έρευνα, που αγγίζουν πλέον το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, αλλά και αύξηση των πιστώσεων του προϋπολογισμού για την Παιδεία κατά 184 εκατομμύρια ευρώ φέτος, 257 εκατομμύρια ευρώ πέρυσι, ενώ την περίοδο 2011-2014 η σωρευτική μείωση των πιστώσεων για την Παιδεία ήταν περίπου 34%.

Επιπλέον, στον τομέα των εργασιακών σχέσεων και της καταπολέμησης της ανεργίας για πρώτη φορά υλοποιείται μία πολιτική ενίσχυσης της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων, με την εντατική και σοβαρή λειτουργία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, που καταπολεμά πλέον με σχέδιο την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία. Σας θυμίζω ότι το 2015 αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία είχαν φτάσει περίπου στο 17%. Έχουμε καταφέρει μέσα σε περίπου δυόμιση χρόνια να ρίξουμε την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία κατά τέσσερις μονάδες, στο 13%.

Επίσης, με τις συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις του Υπουργείου Εργασίας το καλοκαίρι, δόθηκε δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τον εργαζόμενο σε περίπτωση μη καταβολής των δεδουλευμένων του, αλλά επίσης και δικαίωμα διεκδίκησης αυτών ακριβώς των δεδουλευμένων με την έκδοση διαταγής πληρωμής.

Θα μπορούσα να διευρύνω τον κατάλογο κατά πολύ και να πω πολλά περισσότερα. Ο χρόνος, δυστυχώς, δεν το επιτρέπει. Η ουσία, όμως, έχει γίνει ήδη σαφής. Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε γίνει, αν δεν είχε συντελεστεί η μεγάλη πολιτική του 2015. Ποια είναι, αλήθεια, σήμερα η συνολική εικόνα της ελληνικής οικονομίας και τι σχέση έχει η σημερινή εικόνα της ελληνικής οικονομίας με την κολοσσιαία αποτυχία του 2010-2014;

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Ανεργία που τείνει για πρώτη φορά κάτω από το 20%, μετά από δέκα περίπου χρόνια. Ρυθμοί ανάπτυξης που για το 2017 θα κλείσουν κοντά στο 2% και πρόβλεψη για το 2018 στο 2,5%. Κυρίως, όμως, τα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, από τον δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης μέχρι τις εξαγωγές, μέχρι τις επενδύσεις, μέχρι τη βιομηχανική παραγωγή, ανακάμπτουν σταθερά, ενώ για πρώτη φορά το διαθέσιμο εισόδημα, αλλά και ο μέσος μισθός, δείχνουν να ανατρέπουν την για χρόνια καθοδική πορεία τους και να επιστρέφουν σε  θετικό έδαφος. Αυτό σημαίνει μια αναστροφή ολόκληρης της υφεσιακής και αντεργατικής πορείας, η οποία σημειωνόταν από το 2010 μέχρι το 2015.

Ο βασικός, όμως, δείκτης που μας επιτρέπει να είμαστε βέβαιοι για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, δεν είναι άλλος από τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Κι αυτό, ξέρετε, δεν είναι ένα τεχνικό ζήτημα, διότι το επιτόκιο του ομολόγου δεν είναι τίποτα άλλο παρά η μαθηματική έκφραση του κινδύνου για μια οικονομία. Τι λέει αυτός ο δείκτης, αυτή η μαθηματική έκφραση του κινδύνου; Λέει ότι το δεκαετές ομόλογο έχει σπάσει το όριο του 4%, ενώ το πενταετές ομόλογο έφτασε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας κοντά στο 3%.

Αυτό σημαίνει ότι η αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές και η ανάκτηση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας της χώρας, δεν είναι απλώς μια φαντασίωση ή μια επιθυμία, όπως ήταν το 2014, αλλά ένας απόλυτα εφικτός, επιτεύξιμος στόχος. Και είναι επιτεύξιμος διότι σήμερα τίποτα δεν μοιάζει με την οριακή κατάσταση του 2014. Αυτή είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που επιτυγχάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους του προγράμματος και εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουμε ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή.

Ταυτόχρονα, δημιουργούμε, όπως είπε χθες και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, ο κ. Χουλιαράκης, ένα χρηματοδοτικό μαξιλάρι για να υποστηρίξουμε την έξοδό μας στις αγορές, ενώ έχουμε και μια θετική και συγκεκριμένη συμφωνία για το χρέος, σύμφωνα με την οποία οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν, από το 2018 και έπειτα, το 15% του ΑΕΠ. Αυτό, a propos, καταρρίπτει πλήρως και το επιχείρημα, που μάλλον από άγνοια επαναλαμβάνουν κάποιοι από τη Νέα Δημοκρατία, ότι το υπερ-πλεόνασμα σημαίνει ότι δεν χρειάζεται ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Διότι η ρύθμιση του ελληνικού χρέους πλέον δεν αφορά τον λόγο χρέος προς ΑΕΠ, αλλά τη συνολική χρηματοδοτική δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή, να μην υπερβαίνουν οι πληρωμές ή οι αναχρηματοδοτήσεις του χρέους το 15% του ΑΕΠ.

Επομένως, θα παρακαλέσω τους συναδέλφους από τη Νέα Δημοκρατία να σταματήσουν να επαναλαμβάνουν αυτό το επιχείρημα, διότι είναι απόλυτο μαθηματικό absurdum αυτό το οποίο κάνουν.

Επίσης, επιτυγχάνεται οριστικός τερματισμός των συνεπειών του PSΙ. Χθες ο κ. Βενιζέλος μας είπε ότι, δήθεν, συνεχίζουμε την πολιτική του  PSI. Αν δεν το κατάλαβε ο κ. Βενιζέλος, η πολιτική του PSI τερματίστηκε πριν από δεκαπέντε μέρες, όταν ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων, η οποία μετέτρεψε τα μη τυπικά ομόλογα του PSI, τα οποία ήταν αδύνατο να είναι διαπραγματεύσιμα στις αγορές χρήματος, σε τυπικά ομόλογα. Κι αυτός είναι ο τεχνικός λόγος, πίσω από τον πολιτικό λόγο της ανάκτησης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, που βλέπουμε σήμερα τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση.

Βεβαίως, αυτή η συμφωνία για το χρέος, αλλά και όλα όσα κάνουμε σε ό,τι αφορά την αναδιαμόρφωση του εδάφους για να έχουμε τη δυνατότητα να ανακτήσουμε απολύτως την εμπιστοσύνη των αγορών μέχρι τον Αύγουστο του 2018, πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν περαιτέρω. Ωστόσο, το νερό έχει μπει στο αυλάκι.

Επομένως, η έξοδος από το πρόγραμμα είναι μπροστά μας και είναι ορατή. Κι αυτό μας φέρνει στο  δεύτερο επιχείρημα -όψιμο- της Αντιπολίτευσης. Τι ισχυρίζονται; Ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει έξοδος το 2018, καθώς τα μνημόνια θα μείνουν μαζί μας μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή εν πάση περιπτώσει, μέχρι να πληρωθεί το 75% των δανείων που έχουμε λάβει από τον επίσημο τομέα.

Αυτό, βέβαια, δεν ίσχυε για την Αντιπολίτευση για κάποιο λόγο το 2014, ισχύει σήμερα. Εν πάση περιπτώσει, ας το αφήσουμε αυτό το κομμάτι του επιχειρήματος και να περάσουμε στην ουσία.

Τι είναι το μνημόνιο; Δεν είναι τίποτα άλλο από έναν μηχανισμό πειθαναγκασμού, μια τεχνολογία επιβολής πολιτικών που λειτουργεί με έναν συγκεκριμένο και πολύ απλό τρόπο: Μέτρα έναντι χρημάτων για την αποπληρωμή του χρέους, διότι διαφορετικά, επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές, η οικονομία θα οδηγηθεί σε χρεοκοπία. Αυτό είναι τo μνημόνιο. Αυτή είναι η τεχνολογία πειθαναγκασμού. Για ποιο λόγο επιβλήθηκε αυτή η τεχνολογία; Γιατί απλούστατα η χώρα δεν είχε τη δυνατότητα να δανείζεται από τις αγορές από το 2010 και μετά.

Επομένως, για όποιον θέλει και για όποιον μπορεί να καταλάβει, είναι αυτονόητο ότι οι βαθμοί πολιτικής ελευθερίας αυξάνονται αμέσως μόλις απεγκλωβιστεί κανείς απ’ αυτόν τον συγκεκριμένο μηχανισμό. Διότι πλέον οι πολιτικές που επιβάλλονται, δεν έχουν τον ίδιο βαθμό αναγκαστικότητας, καθώς ο κίνδυνος χρεοκοπίας έχει παρέλθει και δεν υπάρχει άμεσος τρόπος εξαναγκασμού. Δεν υπάρχει ο εξαναγκασμός της εκταμίευσης της δόσης.

Προφανώς αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει εποπτεία και ότι δεν υπάρχει παρακολούθηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια Κυβέρνηση μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Κατ’ αρχήν οι αγορές εκ των πραγμάτων επιβάλλουν συγκεκριμένες πειθαρχίες στις οικονομίες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Όμως, και οι μηχανισμοί εποπτείας της ευρωζώνης συνεχίζουν να λειτουργούν. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μιλάμε για το ίδιο καθεστώς επιχείρησης και για το ίδιο καθεστώς επιτροπείας.

Σε αυτήν την περίοδο που εγκαινιάζεται μετά το καλοκαίρι του 2018 -και εδώ τελειώνω- οι διαφορές της πολιτικής και οι κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές, που ήδη είναι σαφείς, θα αρχίζουν να εμφανίζονται με ακόμη μεγαλύτερη ενάργεια. Είναι τότε που τα δύο πολιτικά σχέδια που συγκρούονται σήμερα, θα αντιπαρατεθούν με ακόμη πιο καθαρό και σαφή τρόπο.

Από τη μία πλευρά είναι το σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας και των δορυφόρων της, που θέλουν να επιστρέψουμε σε μια οικονομία πλήρους δημοσιονομικής και εργοδοτικής αυθαιρεσίας και ασυδοσίας. Είναι ένα πολιτικό πρόγραμμα «σοκ και δέους» που συνοψίζεται σε συγκεκριμένο τετράπτυχο: Απολύσεις, ξεπούλημα, καταστροφή του κοινωνικού κράτους και μείωση των μισθών για να δημιουργηθούν δήθεν κίνητρα επενδύσεων. Αυτή είναι η καθαρή λογική του «θατσερισμού», που σήμερα διέπει ολόκληρο το ιδεολογικό και πολιτικό περίγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.

Από την άλλη υπάρχει το δικό μας σχέδιο που θέλει να βάλει στο επίκεντρο την εργασία και την αναδιανομή για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους. Μιλάμε, δηλαδή, για δύο κόσμους, που δεν έχουν -και ευτυχώς!- τίποτα κοινό.

Σας ευχαριστώ.

Aπάντηση στη Βουλή σε επίκαιρη ερώτηση του κ. Λοβέρδου σχετικά με τους εργαζόμενους στις εταιρίες ΠΗΓΑΣΟΣ, ΕΘΝΟΣ Α.Ε. & το ζήτημα των συμβασιούχων

→ Οι δυσμενείς εξελίξεις στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις αποτελούν το σύμπτωμα μιας χρονίζουσας κρίσης στον ελληνικό Τύπο. Η θεωρία πως η κρίση στον Τύπο εκκίνησε από το 2015 είναι άδικη. Στο πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής για τον τρόπο δανειοδότησης των ΜΜΕ είναι καταγεγραμμένη η άποψη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ότι η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα της επί μια 15ετία λογικής της δανειοδότησης των ΜΜΕ χωρίς εξασφαλίσεις.

→ Σε αυτό το φόντο σήμερα διεξάγεται ένας ανηλεής επιχειρηματικός πόλεμος για αλλαγές των συσχετισμών στο εσωτερικό του ελληνικού Τύπου, ο οποίος τις περισσότερες φορές διεξάγεται στις πλάτες των εργαζόμενων. Ο πόλεμος αυτός -στον οποίο συμμετέχουν επιχειρηματικά συμφέροντα, τράπεζες και πολιτικές δυνάμεις- έχει ισοπεδώσει παραδόσεις, πολιτικές καταγωγές, ιδεολογικές ταυτίσεις και όλα αυτά στον βωμό μιας σκληρής πολεμικής η οποία έχει ως κύριο στόχο να πλήξει την κυβέρνηση.

→ Πριν από λίγους μήνες, ο Πρωθυπουργός είχε προτείνει σε όλα τα κόμματα να συνεργήσουν ώστε να υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία που θα ορίζει τον τρόπο διαχείρισης της σοβούσας κρίσης στον ελληνικό Τύπο. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη δια της κας Γεννηματά, έστω και καθυστερημένα, είχε συμφωνήσει σε αυτή την πρωτοβουλία και είχε πει ότι είναι διατεθειμένη να δουλέψει μαζί με την κυβέρνηση ώστε να λυθούν τα προβλήματα. Όμως από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Έχει σχεδόν ολοκληρωθεί η διαδικασία της πώλησης του ΔΟΛ ενώ έχουμε οδηγηθεί σε εξελίξεις τόσο για τον ΠΗΓΑΣΟ όσο και για το ΕΘΝΟΣ που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πρωτοβουλίες των Τραπεζών.

→ Για ένα θέμα τόσο λεπτό όπως η διαχείριση μιας ή πολλών εταιρειών με προβλήματα βιωσιμότητας απαιτείται απόλυτη καθαρότητα, διαφάνεια και όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μεγέθους συναίνεση. Για τους δικούς της λόγους, που οφείλει κάποτε να εξηγήσει, η ΝΔ τορπίλισε εκείνη τη διαδικασία. Δεν αποδέχθηκε μια διακομματική συναίνεση για να μπορέσουμε να καταθέσουμε μια συγκεκριμένη τροπολογία-πρόταση που θα αντιμετώπιζε οριζόντια και σφαιρικά το συγκεκριμένο πρόβλημα. Με αποτέλεσμα διάφορες επιχειρήσεις να έχουν άναρχη εξέλιξη των οικονομικών τους και τον πρώτο λόγο να έχουν οι τράπεζες. Εκτιμώ το γεγονός ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη επανέφερε την πρόταση, νομίζω όμως ότι είναι πλέον σειρά της ΝΔ να πάρει συγκεκριμένη θέση και εφόσον υπάρξει διακομματική συναίνεση, τότε βεβαίως να προχωρήσουμε.

→ Οι θεσμικές δυνατότητες της κυβέρνησης είναι πλέον περιορισμένες, καθώς οι τράπεζες λειτουργούν με τους δικούς τους όρους στο νομικό πλαίσιο που έχει τεθεί. Αυτό έγινε στην περίπτωση του ΔΟΛ και για έναν επιπλέον λόγο, διότι η ιδιοκτησία αρνούνταν για πάρα πολύ καιρό να βάλει το χέρι στη τσέπη, να εξυπηρετήσει τα δάνεια, να κάνει αυξήσεις κεφαλαίου και να δημιουργήσει όρους βιωσιμότητας για την επιχείρηση. Για την περίπτωση του ΠΗΓΑΣΟΥ και του ΕΘΝΟΥΣ αναμένουμε από τις τράπεζες, που έχουν και τον πρώτο λόγο σε αυτή τη διαδικασία, να διαχειριστούν και αυτή την περίπτωση με τον ίδιο τρόπο που διαχειρίστηκαν την υπόθεση του ΔΟΛ. Θεωρώ ότι οι τράπεζες θα έχουν τη σύνεση και τη σωφροσύνη να μη διαχειριστούν με διαφορετικό τρόπο όμοιες καταστάσεις και να πράξουν το δέον ώστε να μην θεωρηθεί από κανέναν ότι υπάρχει διακριτική μεταχείριση της μίας επιχείρησης έναντι της άλλης.

→ Ειδικότερα για τους εργαζόμενους: Για το Υπουργείο Εργασίας και το ΣΕΠΕ, οι επιχειρήσεις του Τύπου και ειδικά αυτές με προβλήματα βιωσιμότητας αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα. Από το 2015 έως και σήμερα μόνο στον ΔΟΛ, τον ΠΗΓΑΣΟ και την ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ έχουν γίνει 8 έλεγχοι, έχουν επιβληθεί 8 πρόστιμα και 5 μηνύσεις για δεδουλευμένα, διεξάγονται 7 εργατικές διαφορές, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται 1 εργατική διαφορά και 1 έλεγχος. Επομένως, με δεδομένη την αποδυνάμωση των συνδικαλιστικών φορέων λόγω διαφόρων εξελίξεων στην αγορά εργασίας, η μοναδική προστασία γίνεται από τους κρατικούς μηχανισμούς ελέγχου. Εξαντλούμε την αυστηρότητά μας σε αντίθεση με όσα γίνονταν στο παρελθόν και εξαντλούμε όποιο θεσμικό και νομικό εργαλείο για τις αποπληρωμές οφειλομένων.

Για το ζήτημα των συμβασιούχων:

«Η κυβέρνηση δεν θέλει ούτε τους εργαζόμενους όμηρους, ούτε όμως και να επιτρέψει τη συνέχιση ενός καθεστώτος που έδινε υπηρεσίες σε εργολάβους με μεγάλο κόστος για το ελληνικό δημόσιο».

→ Η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να επιλύσει αυτό το ζήτημα θεωρώντας ότι το κάνει στο πλαίσιο της συνταγματικής τάξης. Αναμένουμε τώρα το σκεπτικό της απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για να δούμε τόσο την ερμηνεία της νομοθετικής διάταξης όσο και τη συνταγματική ερμηνεία για το σύνολο της υπόθεσης και επομένως να δούμε τον τρόπο με τον οποίον θα κινηθούμε.

→ Εξαιτίας πολιτικών πρακτικών του παρελθόντος υπάρχει στο ζήτημα των συμβασιούχων μια πανσπερμία εργασιακών σχέσεων στο δημόσιο που έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση εργασιακής ομηρίας χιλιάδων εργαζομένων. Η κυβέρνηση προσπάθησε να ομαλοποιήσει αυτή την κατάσταση και να δημιουργήσει εργασιακές σχέσεις που θα σέβονται την εργασιακή αξιοπρέπεια αυτών των ανθρώπων. Το ελληνικό κράτος πολλές φορές τους εκμεταλλεύτηκε και τους χρησιμοποίησε ως εκλογική πελατεία με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σε πολλές περιπτώσεις και με δεδομένους τους νομικούς και συνταγματικούς περιορισμούς, εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμα προβλήματα.

→ Στόχος αυτής της κυβέρνησης είναι, όχι να αναπαράγει μια σειρά από νομικές πρακτικές του παρελθόντος που στόχευαν να δημιουργήσουν εκλογικές πελατείες χρησιμοποιώντας εργαζόμενους ως ομήρους ή να δημιουργήσει συνθήκες ώστε να δοθούν μια σειρά από υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου με μεγάλο κόστος σε εργολάβους, αλλά να προσπαθήσει να επιλύσει το ζήτημα.

→ Αυτό που είπε ο Πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο και αυτό που προσπαθούν οι συναρμόδιοι υπουργοί είναι να βρεθεί η βέλτιστη δυνατή λύση, δεδομένων των συνταγματικών περιορισμών και δεδομένης της δύσκολης κατάστασης που δημιουργείται από την ανελαστική νομοθεσία που δεν λαμβάνει υπόψη της κατά κύριο λόγο τα συμφέροντα των εργαζομένων αλλά περισσότερο των διαφόρων εργολάβων που πουλάνε υπηρεσίες με πολλές φορές δυσμενή οικονομικά αποτελέσματα για το ελληνικό δημόσιο. Καλωσορίζουμε την προαίρεση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να βοηθήσει σε αυτή προσπάθεια. Οι αρμόδιοι υπουργοί είναι στη διάθεσή σας για να κάνετε αναλυτικά αυτή τη συζήτηση.

Ομιλία κατά τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2017 στην Ολομέλεια της Βουλής

Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε.

Είναι η πρώτη φορά που μου δίνεται η δυνατότητα να μιλήσω από αυτό το βήμα.

Χαίρομαι πάρα πολύ που ο κ. Τζαβάρας προσπαθώντας να απαντήσει σε έναν πραγματικό φιλόσοφο αναγνώρισε, πιθανόν, χωρίς να το θέλει, την υπεροχή της Αριστεράς, επί της Δεξιάς, αξιακά, θεωρητικά, πολιτικά.

Αυτή η υπεροχή είναι εξάλλου αυταπόδεικτη αν κάποιος θα είχε την όρεξη να ακούσει την ομιλία που προηγήθηκε, την ομιλία του κ. Αυγενάκη.

Κι αν άκουγε τις χυδαίες ad hominem επιθέσεις που εξαπέλυσε ο κ. Αυγενάκης στον Πρωθυπουργό αναπαράγοντας από αυτό το βήμα, το βήμα της Βουλής, τους γνωστούς λιβέλους  της πιο σκοτεινής πλευράς του διαδικτύου. Εν πάση περιπτώσει αφού ο κ. Αυγενάκης ενθουσιάστηκε ακούγοντας τον εαυτό του να μιλάει, όπως θα έλεγε και ο Ντεριντά, κ.Τζαβάρα ,μπορούμε όλοι μαζί να αφήσουμε όσα είπε στη λήθη ανεξαρτήτως της ετυμολογίας της.

Κύριες και Κύριοι Βουλευτές,

Η συνεδρίαση για τον Προϋπολογισμό δίνει πάντα την δυνατότητα για μια συζήτηση

εφ’ όλης της ύλης για την οικονομία, την κοινωνία, τις δέουσες προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής αλλά και τα ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια.

Την έκθεσή τους και την σύγκριση τους.

Δεν αφορά δηλαδή μόνο την κοινοβουλευτική επανεπιβεβαίωση συσχετισμών αλλά πρωτίστως αφορά τους ίδιους τους πολίτες που ακούν και συγκρίνουν.

Και σε αυτή τη συζήτηση έχουν εκτεθεί δύο στην πραγματικότητα σχέδια:

Αυτό της σημερινής κυβέρνησης και αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Και είναι πραγματικά ανταγωνιστικά.

Αντικατοπτρίζουν διαφορετικές πολιτικές καταγωγές, διαφορετικό πολιτικό ήθος, διαφορετικές προτεραιότητες και σε τελευταία ανάλυση και πάνω από όλα διαφορετικές κοινωνικές εκπροσωπήσεις.

Αντανακλούν τις ανάγκες διαφορετικών κόσμων που συγκρούονται και θα συνεχίσουν να συγκρούονται.

Από τη μια μεριά τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας, των ανέργων, όλων όσων έχουν πληγεί βαρύτατα από την οικονομική κρίση και τη διαχείρισή της κατά την καταστροφική πενταετία 2010 -2014, τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας και από την άλλη μεριά τις ανάγκες του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος και της οικονομικής ολιγαρχίας.

Όλες αυτές τις μέρες της συζήτησης αλλά και  πριν από αυτή έχουν διαφανεί οι διαχωριστικές γραμμές. Έχουν γίνει περισσότερο σαφείς από ποτέ.

Τουλάχιστον κοινοβουλευτικά.

Διότι το σχέδιο αλλά και ο ορίζοντας της σημερινής κυβέρνησης, παρά τους γνωστούς δημοσιονομικούς περιορισμούς και παρά τις δυσκολίες που προκαλεί η επιτροπεία,

για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες θέτει ως μέγιστη προτεραιότητα την αντιστροφή μιας καταστροφικής πορείας για την κοινωνική πλειοψηφία.

Διότι ξέρετε πολύ καλά ότι σε μια οικονομία η οποία έχει υποστεί μια πρωτοφανή διαδικασία εκκαθάρισης επί οκτώ συναπτά έτη έχει έρθει η στιγμή της ανάκαμψης.

Το πραγματικό ερώτημα, το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα που βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής σύγκρουσης είναι:

Ποιος θα ωφεληθεί από την ανάκαμψη;

Είναι γι αυτό το  λόγο που είναι κρίσιμη η παραμονή αυτής της Κυβέρνησης.

Ώστε η ανάπτυξη να λάβει αναδιανεμητικά χαρακτηριστικά.

Να ωφεληθούν από το νέο πλούτο οι εργαζόμενοι και όχι η ολιγαρχία.

Και είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που οι διαχωριστικές γραμμές χαράσσονται με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια.

Χαράσσονται όταν η αξιωματική αντιπολίτευση με περισσή αλαζονεία αλλά και περιφρόνηση για τον κόσμο της εργασίας ονομάζει τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς.

Ενώ κατά τη γνώμη τους δεν είναι ιδεοληπτική εμμονή η προσήλωση σε ένα σχέδιο που θέλει την Ελλάδα Ειδική Οικονομική Ζώνη;

Με πλήρως απορρυθμισμένη αγορά εργασίας, χωρίς εργατικά δικαιώματα, χωρίς εγγυήσεις προστασίας;

Ακούστε:

Στα χρόνια της καταστροφικής πενταετίας αυτό ακριβώς το σχέδιο υλοποιήθηκε.

Αυτό που προσπάθησαν Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ ήταν να ενισχύσουν και να επιταχύνουν την αυθόρμητη κίνηση μιας καπιταλιστικής οικονομίας σε κρίση.

Υλοποίησαν ένα σχέδιο που στόχευε στην ταχύτατη εκκαθάριση των μη ανταγωνιστικών επιχειρήσεων και βεβαίως στη δημιουργία όρων για την εντατικότερη εκμετάλλευση της εργασίας.

Στόχος τους ήταν η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας με την μείωση του μεριδίου των μισθών, με την δημιουργία ενός νέου καθεστώτος κεφαλαιακής συσσώρευσης.

Ενός καθεστώτος ασύδοτου, χωρίς περιορισμούς, χωρίς όρια, χωρίς ρύθμιση, χωρίς κανόνες.

Δεν είναι τυχαίο:

Η μερική απασχόληση στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έγινε καθεστώς.

Από το 38% μέσα σε μια διετία το ποσοστό ευέλικτων μορφών εργασίας εκτοξεύτηκε στο 59%.

Στόχος δικός μας δεν είναι όμως μόνο ο περιορισμός της αύξησης αυτής αλλά η συνολική αντιστροφή της πορείας.

Και γι αυτό είναι κρισιμότατη η έκβαση της μάχης για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Ξέρουμε ότι θα σας έχουμε απέναντι.

Ξέρουμε όμως ότι είναι και αναγκαία η αποκατάσταση τους. Όχι για λόγους ταυτοτικούς αλλά για λόγους επιβίωσης των ίδιων των εργαζομένων. Η κατάσταση εξαίρεσης που επιβάλλατε στην ελληνική αγορά εργασίας πρέπει να τελειώσει. Και θα κάνουμε το παν για να τελειώσει.

Την ίδια στιγμή όμως ο προϋπολογισμός αυτός αναδεικνύει και μιαν άλλη προτεραιότητα που σας εξοργίζει.Την στήριξη του κοινωνικού κράτους. Για πρώτη φορά μέσα στα χρόνια της κρίσης ο κοινωνικός προϋπολογισμός έχει αυξημένες πιστώσεις.

Συγκεκριμένα στοιχεία αναφέρθηκαν από τους Υπουργούς Υγείας, Παιδείας και Έρευνας αλλά και από την αρμόδια Υπουργό Εργασίας.

Σταχυολογώ:

300 εκατομμύρια, επιπλέον, για τη στήριξη της Υγείας και της εκπαίδευσης,

760 εκατομμύρια για την εφαρμογή του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης σε όλη τη χώρα,

100 εκατομμύρια για τη διευθέτηση στεγαστικών δανείων σε πολύ φτωχούς οφειλέτες που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους.

Καθώς και 250 εκατομμύρια για την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και τη χρηματοδότηση της έρευνας και προγραμμάτων για τον επαναπατρισμό νέων ερευνητών.

Είναι αυτά αρκετά θα ρωτούσε κανείς;

Φυσικά όχι.

Όμως είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε με δεδομένους τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που μας επιβάλλει η Συμφωνία.

Αυτό που οφείλουν όμως να αναρωτηθούν οι πολίτες είναι τι θα συνέβαινε αν δεν είχε προηγηθεί η διαπραγμάτευση που τόσο πολύ αρέσκεστε να λοιδορείτε, τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ.

Γιατί όμως τόσο πολύ σας ενόχλησε η διαπραγμάτευση του 2015;

Γιατί απλούστατα εσείς δεν διαπραγματευτήκατε ποτέ.

Γιατί ανέδειξε τη δική σας εθελούσια υποταγή στη βούληση των δανειστών.

Τι θα συνέβαινε λοιπόν αν σήμερα για το 2016 αλλά και του χρόνου το 2017 ίσχυε η συμφωνία που με πανηγυρισμούς υπογράψατε το 2012;

Ποιοι θα ήταν οι αντίστοιχοι δημοσιονομικοί περιορισμοί;

Πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% και τώρα σας ενοχλεί το 0,5% και το 1,75%;

Πρέπει να μας πείτε, εσείς που σήμερα εμφανίζεστε λάβροι κατά του 3,5% για το 2018:

Για πόσα χρόνια θα ίσχυε το 4,5%;

Ουδείς ισχυρίζεται ότι οι στόχοι είναι χαμηλοί.

Αλλά οι μόνοι που δεν δικαιούστε να μιλάτε για το στόχο αυτό είστε εσείς που είχατε δεσμεύσει τη χώρα με το 4,5% μέχρι το 2031.

Σήμερα λοιπόν εσείς που μιλάτε για προϋπολογισμό λιτότητας και υπερφορολόγησης τι θα λέγατε στον ελληνικό λαό αν έπρεπε να ψηφίσετε προϋπολογισμό με στόχο πλεόνασμα 8 δις όπως είχατε υπογράψει;

Και μην επαναλάβετε τα περί ανάπτυξης 3 και 3,5%.

Ακόμη και ένα παιδί γνωρίζει ότι όλα αυτά είχαν γραφτεί στα χαρτιά για να βγαίνει η μελέτη βιωσιμότητας του χρέους. Και να παρακαλάτε για πιστοποιητικά βιωσιμότητας.

Είχατε πέσει έξω σε όλους τους στόχους και σε όλες τις εκτιμήσεις.

Και θα πέφτατε ξανά έξω.

Γιατί πλεονάσματα 4,5% και ανάπτυξη 3,5% δεν πάνε μαζί.

Αλληλοαναιρούνται.

Μη συνεχίζετε λοιπόν τη φαντασιοπληξία του success story.

Και μην εκβιάζετε, κάποιοι από σας,  με νηπιακό πείσμα μια αδύνατη και κωμικοτραγική ιστορική δικαίωση.

Που θα προκαλούσε απορία αν δεν προκαλούσε απλώς θυμηδία.

Σταματήστε να  πανηγυρίζετε μόνοι εσείς για το καταγεγραμμένο πια στη συλλογική μνήμη ως εγκληματικό PSI.

Διότι καμιά επιχειρηματολογική ακροβασία,

Κανένας διεστραμμένος αλγόριθμος δεν μπορεί να διαγράψει ή να δικαιολογήσει:

την λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων, την καταστροφή των μικροομολογιούχων,

την εξαφάνιση των αποθεματικών των νοσοκομείων, την υποθήκευση των ελληνικών τραπεζών.

Το μόνο που κάνουν οι αφηγήσεις αυτές είναι να υποτιμούν την πολιτική συζήτηση και να την μετατρέπουν σε παραδοξολογικό μονόλογο.

Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά ακόμη.

Αλλά ο χρόνος είναι δυστυχώς μονότροπος και αν προσπαθεί να τα πει κανείς όλα μαζί γίνεται θόρυβος.

Επιτρέψτε μου να κλείσω με ένα σχόλιο για τις προχθεσινές ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού.

Πολλοί βιάστηκαν να τις χαρακτηρίσουν προεκλογικές.

Και η απάντηση αν και κλισέ είναι προφανής: Κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια.

Οι ανακοινώσεις αυτές δεν ήταν ούτε προεκλογικού χαρακτήρα παροχή, ούτε βεβαίως δώρο.

Ήταν η ελάχιστη ένδειξη υποστήριξης αλλά και πράξη καθήκοντος απέναντι στους ανθρώπους εκείνους που σηκώνουν στις πλάτες τους το βάρος πολλαπλών κρίσεων.

Όχι μόνο της οικονομικής κρίσης αλλά και του προσφυγικού.

Και είναι σημαντικό να τονίσουμε την διαφορά μεταξύ της εξαγγελίας αυτής και της καθόλου αντίστοιχης κίνησης  που εγκαινίασε την απονενοημένη προεκλογική εκστρατεία του Κυρίου Σαμαρά το 2014.

Διότι τότε κανένα πλεόνασμα δεν μοιράστηκε, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η Νέα Δημοκρατία.

Έγινε αντίθετα η πολιτική επιλογή εκτροχιασμού του τότε προγράμματος μπροστά στην προδιαγεγραμμένη εκλογική ήττα.

Διότι η δαπάνη των 450 εκατομμυρίων ευρώ, με έντοκο γραμμάτιο να θυμίσω,

εγγράφηκε στο προϋπολογισμό του 2014 και οδήγησε στην αποτυχία να πιαστεί ο στόχος για 1,5% πρωτογενές πλεόνασμα.

Ο λογαριασμός έγραψε 0,4% λίγους μήνες μετά αφήνοντας ένα δημοσιονομικό κενό της τάξης των 2 δις.

Αλλά ποιος ενδιαφερόταν;

Το ζήτημα ήταν να ναρκοθετηθεί ο δρόμος για την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, να εξαφανιστούν τα ταμειακά διαθέσιμα και να στηθεί το σκηνικό για την Αριστερή παρένθεση.

Δεν σας πέρασε όμως.

Και δεν θα σας περάσει ούτε σήμερα.

Γιατί σήμερα δεν διανέμονται ανύπαρκτοι πόροι αλλά η υπεραπόδοση των εσόδων.

Και δεν τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος για το 2016.

Όσο και αν η ΝΔ επιθυμεί τον εκτροχιασμό για να μπορέσει να δικαιολογήσει το σχεδιασμό της για το 4ο Μνημόνιο, για ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας φορτώνοντας το στο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δικαιωθεί.

Η β΄ αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς νομοθέτηση μέτρων και με αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Η μεγάλη προσπάθεια για την αντιστροφή πορείας που ακολουθήσατε τις τελευταίες δεκαετίες θα συνεχιστεί.

Οι δυσκολίες είναι γνωστές, τα εμπόδια υπαρκτά και οι κοινωνικές αντοχές περιορισμένες.

Δεν πετάμε στα σύννεφα, δεν πανηγυρίζουμε, δεν θριαμβολογούμε.

Με συνέπεια, ευθύτητα και ειλικρίνεια κοιτάμε τον ελληνικό λαό στα μάτια και του λέμε ότι θα κάνουμε το καλύτερο δυνατό.

Και στο τέλος θα κριθούμε όχι μόνο από τις προθέσεις μας αλλά και από τα αποτελέσματα.

Σας ευχαριστώ.